Η Ευρώπη θεωρείται χριστιανική ήπειρος, αφού η μεγάλη πλειονοψηφία των πολιτών της ακολουθεί κάποια χριστιανική ομολογία. Βέβαια επί της ουσίας είναι άθρησκη, αν όχι άθεη ήπειρος, αφού η πλειοψηφία αυτή τύποις και όχι ουσία είναι χριστιανοί μηδέ και ημών των ορθοδόξων εξαιρουμένων!
Όταν αναφερόμαστε στην Ευρώπη σήμερα στην ουσία εννοούμε τη δυτική Ευρώπη. Οι βαλκανικές χώρες και οι άλλες της ανατολικής Ευρώπης, ιδίως οι χώρες με ορθόδοξους λαούς, ακόμη και η Ρωσία, αποτελούν τους παρίες της οικονομικά ανεπτυγμένης και «φωτισμένης» Δύσης. Η Ευρώπη της Δύσης αφού διήλθε τον Μεσαίωνα, για τον οποίο φρίττουμε, όταν σκηνές του ζωντανεύουν στη μεγάλη ή μικρή οθόνη, καυχάται ότι κατάφερε να αποτινάξει τον ζυγό της απολυταρχίας και να προχωρήσει στην οδό της ελευθερίας και των δικαιωμάτων των πολιτών. Η αναδυόμενη αστική τάξη των ικανών και απλήστων για κέρδη πολιτών συνεπικουρούμενη από διανοούμενους, οι οποίοι συνθλίβονταν από την παπική απολυταρχία, επιχείρησαν όχι μόνο την κοινωικοπολιτική, αλλά και τη μεταφυσική εξέγερση! Δεν ανέτρεψαν μόνο επίγειους αυθέντες, αλλά αμφισβήτησαν συν τω χρόνω και την αυθεντία του Θεού, για να καταλήξουν στην άρνησή του.
Εκείνο που συνήθως διαφεύγει της προσοχής μας είναι ότι τον σκοταδισμό του Βατικανού τόλμησαν πρώτοι να αντιπαλέψουν πιστοί, οι οποίοι επιχείρησαν την κάθαρση του εκκλησιαστικού σώματος μέσω κινήματος, γνωστού ως των «διαμαρτυρομένων». Επειδή όμως στερούνταν από ορθές εκκλησιολογικές βάσεις κατέληξαν στην αναρχία του δόγματος. Σπάνια οι αναλυτές ερευνούν τη σχέση των πολιτικοκοινωνικών συστημάτων με τα κακέκτυπα χριστιανισμού, τα οποία διαμορφώθηκαν στη Δύση. Και όμως είναι εμφανέστατο: Ο παπικός ολοκληρωτισμός αποτελεί το πρότυπο για κάθε μορφής ολοκληρωτισμό (φασισμό, ναζισμό, κομμουνισμό). Η ασύδοτη δογματικά διαμαρτύρηση αποτελεί το πρότυπο για την ασυδοσία στον χώρο της ηθικής, εντός της οποίας (και όχι εκτός, όπως ισχυρίζονται οι αστοί) κινούνται και οι πάσης φύσεως οικονομικές ενέργειες των πολιτών.
Αφού αποκαταστάθηκε μετά τους κλυδωνισμούς η κοινωνική ισορροπία στη δυτική Ευρώπη και ξεπεράστηκαν οι αντιθέσεις θρησκευτικής και κοινωνικής φύσεως, η Δύση βρήκε πεδίο «λαμπρό» στην επεκτατική της πολιτική, μέσω της οποίας κατέστησε δούλους πλήθος λαών του πλανήτη, επάνω στους οποίους έκανε πρακτική άσκηση της θεωρίας περί ελευθερίας διατηρώντας το καθεστώς δουλείας, εξωθώντας στα άκρα την καταπίεση των σκλάβων εργατών, καταληστεύοντας τις πλουτοπαραγωγικές πηγές των αποικιών και καταστρέφοντας τον κοινωνικό ιστό με την επιβολή στους άλλους λαούς του δυτικού τρόπου ζωής.
ΟΙ θρησκευτικοί άρχοντες κατάφεραν να επιβιώσουν προβαίνοντας σε ιστορικό συμβιβασμό, προκειμένου να διατηρήσουν κάποια από τα προνόμια που αφειδώς παρείχε σ’ αυτούς το καθεστώς της απολυταρχίας με αντάλλαγμα την συνέχιση της προδοσίας των ευαγγελικών αρχών. Έτσι και τώρα εξακολουθούσαν να σιωπούν μπροστά στα αίσχη των «απελευθερωμένων» από τον Θεό, οι οποίοι είχαν αποκτήσει δικαίωμα, που δεν το διέθεταν οι «ελέω Θεού αυθένται». Το αστικό κοινοβούλιο νομοθετεί ερήμην του Θεού και σε αντίθεση προς το Ευαγγέλιό του, ενώ οι συμβιβασμένοι θρησκευτικοί ηγέτες τηρούν σιγή ιχθύος, για να μη χάσουν και τα όσα τους απόμειναν προνόμια.
Την αθλιότητα των συνθηκών εργασίας κατά την πρώτη βιομηχανική περίοδο στη Δύση τόλμησαν να καταγγείλουν κάποιοι, που καυχήθηκαν ότι ήσαν άθεοι. Μάλιστα ο Μαρξ βλέποντας κοντόφθαλμα τη διαπλοκή μεταξύ πολιτικής και θρησκευτικής ηγεσίας κατήγγειλε τη θρησκεία ως το όπιο του λαού! Ο Μαρξ δεν γεύτηκε την Εκκλησία, όπως και πολλοί άλλοι, οι οποίοι τιμώρησαν τον ρωσικό λαό για τις αθλιότητες της προδοτικής ηγεσίας του, πολιτικής, και πνευματικής.
Τώρα πλέον η ιδεολογία της κοινωνικής δικαιοσύνης φυτοζωεί, αφού έδωσε στην πράξη τους πικρούς της αθεΐας καρπούς. Οι «ένθεοι» του καπιταλιστικού κόσμου είναι κυρίαρχοι και ρυθμίζουν τα πράγματα κατά τα συμφέροντά τους. Αφού καπηλεύτηκαν κατά κόρο στο παρελθόν την πίστη και τα ιδανικά των λαών, τώρα δείχνουν το άγριο πρόσωπο των απλήστων για κέρδη πλουτοκρατών, οι οποίοι ελέγχουν κυβερνήσεις και μέσα ενημέρωσης. Στόχος τους ο αφανισμός των μικρομεσαίων, οι οποίοι παλεύουν με νύχια και με δόντια για την επιβίωσή τους στεκόμενοι εμπόδιο στη μεγιστοποίηση των κερδών των ισχυρών. Η κυβέρνηση βέβαια δεν αποδέχεται ότι λαμβάνει μέτρα προς εξυπηρέτηση των ολιγαρχών, μάλιστα ξένων. Στην περίπτωση της κατάργησης της αργίας της Κυριακής, όπως και στην άλλη της διεύρυνσης του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων, προβάλλει το ενδιαφέρον της για την εξυπηρέτηση του πολίτη-καταναλωτή! Τί και αν ο εμπορικός κόσμος διαμαρτύρεται, καθώς αντιλαμβάνεται ότι του περνούν βρόχο στο λαιμό, τι και αν κάποιοι έντιμοι αναλυτές τονίζουν την έλλειψη ρευστότητας και όχι την χρονική αδυναμία των πολιτών, τι και αν πολλές οικογένειες δεν θα βρίσκονται πλέον γύρω από το τραπέζι ούτε και την Κυριακή, η κυβέρνηση έρμαιο των ισχυρών του χρήματος εντέλλεται. Και το κοινοβούλιο θα αποφασίσει για μία ακόμη φορά κατά του λαού, του λαού που από καιρό πίστεψε ότι ο καταναλωτισμός του καπιταλισμού είναι στάση ζωής σε αντίθεση προς της ασκητικότητα της ορθόδοξης παράδοσης, που την έβλεπε ως στάση θανάτου!
Επί τουρκοκρατίας ο μέγιστος των φωτιστών του Γένους μας, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, κατέληξε στο μαρτύριο, επειδή αγωνίστηκε να επιβάλει την αργία της Κυριακής εισηγούμενος να μετατοπιστούν τα παζάρια κατά ημέρα Σάββατο. Αυτό ήταν όμως αντίθετο προς τα συμφέροντα των Εβραίων, γι’ αυτό και εκείνοι εξασφάλισαν την θανατική του καταδίκη με δωροδοκία του πασά του Βερατίου. Σήμερα πόσο πρόθυμοι είναι οι θρησκευτικοί ηγέτες να πορευτούν την οδό του μαρτυρίου μιμούμενοι τον άγιο Κοσμά; Βέβαια ανακοινώθηκε: «Εναντίον των τραπεζιτών καταφέρθηκε ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, κατά την επίσκεψη του στα γραφεία της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, ενώ τάχθηκε εμμέσως πλην σαφώς κατά της εργασίας την Κυριακή». Αρκούν όμως αυτά; Πού είναι το «πειθαρχείν Θεώ μάλλον ή ανθρώποις» των Αποστόλων; Πού είναι τα ουαί του αγίου Ιακώβου του αδελφοθέου κατά των πλουσίων; Πού είναι καταχωνιασμένος σήμερα ο λόγος των πατέρων της Εκκλησίας «κατά τοκιζόντων»; Το αστικό καθεστώς είναι άκρως αντιεκκλησιαστικό, γι’ αυτό και απάνθρωπο. Δεν αντιμετωπίζεται με ευχολόγια για επικράτηση σύνεσης και ευσπλαχνίας. Χρειάζεται ευθεία καταγγελία του εφαρμοσμένου αθεϊσμού, όπως κατά το παρελθόν του θεωρητικού αθεϊσμού. Μια νέα κοινωνική αναταραχή των απελπισμένων (Θεός φυλάξοι) δεν πρέπει να βρει τους εκκλησιαστικούς άρχοντες στο πλευρό των απλήστων καταπιεζόντων. Καλά τα συσσίτια προς ανακούφιση των πασχόντων από την κοινωνική αδικία, πολύ καλύτερη όμως η καταγγελία της απληστίας. Πρέπει να υποχρεωθεί ο Μαρξ να ζητήσει συγγνώμη από τον Χριστό, αφού πρώτα ζητήσουμε εμείς οι χριστιανοί που τον ξανασταυρώνουμε.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»