Στις 29-10-2012, προβλήθηκε η ταινία: «”Easy Rider”» σε Σκηνοθεσία- Σενάριο του Dennis Hopper, με καταπληκτικές ερμηνείες των Peter Fonda, Dennis Hopper και Jack Nicholson
Στο αναγνωστήριο της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Γρεβενών γίναμε συνεπιβάτες στο σημαντικότερο “road movie” όλων των εποχών.
«Ιππεύσαμε» μαζί με τους δυο περιπλανώμενους νεαρούς στο ποικιλόμορφο τοπίο της Αμερικής, πάνω στις μοτοσικλέτες τους, που μας έφεραν στη μνήμη εικονογραφίες του Νταλί.
Ζήσαμε την ανεμελιά της ελευθερίας, έξω από το χρόνο, χωρίς σκοτούρες και χωρίς προθέσεις και την οδύνη του θανάτου για τους απροσάρμοστους εποχούμενους πρωταγωνιστές της συντηρητικής κοινωνίας των αποκλεισμών.
Με παραγωγό τον Πίτερ Φόντα, σκηνοθέτη τον Ντένις Χόπερ και τους ίδιους στους παραπάνω ρόλους, η ταινία ήταν η έκπληξη αυτής της ταραγμένης δεκαετίας.
Η επιλογή της ταινίας έγινε από τον πρόεδρο της Βιβλιοθήκης Χρήστο Παπαϊωάννου, ο οποίος έκανε και την προλογική του μύηση στην πλοκή της, με τα παρακάτω λόγια:
«Οι Ταινίες Δρόμου (Road Movies) είναι ένα κινηματογραφικό είδος στο οποίο ο κύριος χαρακτήρας αφήνει το σπίτι του, τον τόπο του, και ταξιδεύει από μέρος σε μέρος. Συνήθως μάλιστα αφήνει το σπίτι του για να δραπετεύσει από τον τρόπο ζωής του.
Οι ταινίες δρόμου μπορεί να είναι μια αναζήτηση, ένα προσκύνημα, μια καταδίωξη, ένα πνευματικό ταξίδι ή οτιδήποτε άλλο σχετικό με την ανάγκη απόδρασης από τη ρουτίνα, από την ανία, από τον «ίδιο τον κουραστικό εαυτό μας».
Ένα νέο τοπίο, μια φανταστική μεταφορά, η γνωριμία με έναν νέο εκκεντρικό χαρακτήρα και προτού να το καταλάβουμε έχουμε εφεύρει έναν εντελώς νέο εαυτό, χωρίς ρίζες και βαρίδια του παρελθόντος, φιλικό, ενδιαφέροντα, ακόμα και μυστηριώδη και γοητευτικό.
Μερικοί ισχυρίζονται ότι οι ταινίες δρόμου είναι η κορυφαία μορφή της αμερικανικής τέχνης. Μας εξηγούν πώς φτάσαμε ως εδώ και γιατί, και μας λένε πως όταν αηδιάσουμε εδώ, θα πρέπει να σηκωθούμε και να πάμε παραπέρα. Είναι, όπως έγραψε κάποιος κριτικός κινηματογράφου, οι «Γιορτές του Αιώνια Ανήσυχου Εαυτού”.
O «Ξέγνοιαστος Καβαλάρης» ήταν το θρυλικότερο “road movie” όλων των εποχών.
Βρισκόμαστε στα 1969, δύο χρόνια μετά το Καλοκαίρι της Αγάπης και το θάνατο του Τσε Γκεβάρα, ένα χρόνο μετά το Μάη του 68 και τις ταραχές στα Αμερικάνικα Πανεπιστήμια, την ίδια χρονιά με το φεστιβάλ του Woodstock και τις μεγάλες διαδηλώσεις κατά του πολέμου του Βιετνάμ, στην κορύφωση του χιπισμού και της ψυχεδέλιας.
Οι δυο ξένοιαστοι καβαλάρηδες περιπλανώνται πάνω στις ψυχεδελικές μοτοσικλέτες τους στο αχανές αμερικάνικο τοπίο, έξω από το χρόνο, χωρίς σκοπό. Στο δρόμο τους συναντούν ένα πανόραμα εναλλακτικών προτάσεων απόδρασης από το αδιέξοδο της συμβατικής ζωής. Το «αμάρτημά» τους είναι ότι αναζητούν την ελευθερία, γι’ αυτό και θα το πληρώσουν ακριβά.
Η ταινία έγινε το κινηματογραφικό σύμβολο της ταραγμένης δεκαετίας του 60 και αποτέλεσε τη σημαία μιας ολόκληρης γενιάς. Είναι μία καταγραφή της γενιάς της αμφισβήτησης κι ένας ύμνος στην ατομική ελευθερία.
Ένα αρχαίο ζεν ρητό (κοάν) μας λέει:
«Για να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας θα πρέπει πρώτα να χαθούμε αληθινά».
Μουδιασμένοι από το απροσδόκητο τέλος της, σηκωθήκαμε από τις θέσεις μας με το ερώτημα να αιωρείται στην έκφραση όλων μας: Ποια είναι η ανεκτικότητα σήμερα της κοινωνίας μας για το διαφορετικό, το ξένο, το ανέμελο και τελικά το ελεύθερο; Την απάντηση πρέπει να την αναζητήσουμε μέσα στον αυτό- περιφρουρούμενο, επιβεβαιωτικό συντηρητισμό μας και μέσα στον περιχαρακωμένο, εθιμοτυπικά, εαυτό μας.!!!
Σίμος Ζαγκανίκας