Η υιοθέτηση του πακέτου των μέτρων από την ελληνική κυβέρνηση, σε συνδυασμό με τις ραγδαίες αλλαγές που προωθούνται σε επίπεδο ευρωζώνης, δημιουργεί βάσιμες προσδοκίες για μια ισχυρή απόφαση για την Ελλάδα μέσα στις επόμενες μέρες.
Η προώθηση της συνολικής λύσης αφορά πλέον στους εταίρους, οι οποίοι ξεκίνησαν από την Πέμπτη διεξοδικές συζητήσεις σε τεχνικό επίπεδο, δηλαδή στην ομάδα εργασίας που προετοιμάζει τις αποφάσεις του Εurogroup, εξετάζοντας ταυτόχρονα όλα τα ανοιχτά θέματα. Μάλιστα, οι συζητήσεις θα συνεχιστούν αύριο και μεθαύριο, με στόχο την προσέγγιση των απόψεων σε ένα σχέδιο συνολικής απόφασης.
Ο πρόεδρος του Εurogroup, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, σχεδιάζει να συγκαλέσει μια έκτακτη συνεδρίαση με τη μορφή τηλεδιάσκεψης για την Τετάρτη, με στόχο, εάν είναι δυνατόν, να κλείσει το θέμα της Ελλάδας, επιτυγχάνοντας συμφωνίες σε όλα τα ανοιχτά θέματα. Σε περίπτωση που αυτό δεν καταστεί δυνατόν, τότε τα εναπομείναντα θέματα θα εξεταστούν στην τακτική συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης, στις 12 Νοεμβρίου.
Όπως επισημαίνουν κοινοτικές πηγές στις Βρυξέλλες, η συγκυρία στην ευρωζώνη είναι θετική για τη λήψη των αποφάσεων εκείνων που θα εκτονώσουν την κρίση δημόσιου χρέους στο σύνολο της ευρωζώνης.
Οι προϋποθέσεις για δραστικές αποφάσεις έχουν δημιουργηθεί μετά την αλλαγή στάσης του Βερολίνου. Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ έχει πλέον πειστεί ότι η οριστική έξοδος από την κρίση δημόσιου χρέους προϋποθέτει αρχικά την επίλυση των προβλημάτων συγκεκριμένων χωρών, ώστε στη συνέχεια να προωθηθούν δομικές αποφάσεις σε κεντρικό επίπεδο με στόχο την οικονομική, δημοσιονομική και πολιτική ενοποίηση.
Αναφορικά με την Ελλάδα, τα θέματα που εξετάζονται είναι τέσσερα: η εκταμίευση της επόμενης δόσης, η διετής επιμήκυνση του χρόνου της δημοσιονομικής προσαρμογής, η χρηματοδότηση της επιμήκυνσης και η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα και μετά την υιοθέτηση των μέτρων από την κυβέρνηση, η εκταμίευση της επόμενης δόσης των 31,2 δισ. ευρώ θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, όπως και η ικανοποίηση του ελληνικού αιτήματος για τη διετή επιμήκυνση, ώστε το δημόσιο έλλειμμα να μειωθεί κάτω του 3% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2016 και όχι το 2014.
Η συζήτηση στην ομάδα εργασίας της ευρωζώνης επικεντρώνεται στα άλλα δύο ανοιχτά θέματα και είναι δύσκολη γιατί η επίτευξη συμφωνίας συνεπάγεται οικονομικό κόστος για τους εταίρους.
Εκτός της Ελλάδας, αποφάσεις προωθούνται εν όψει της συνεδρίασης του Eurogroup της 12ης Νοεμβρίου και για τη στήριξη της Κύπρου, ενδεχομένως και της Ισπανίας.
Αναφορικά με την Κύπρο αναμένεται μέσα στις επόμενες μέρες να ξεκινήσουν οι τελικές διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με την Τρόικα για την υπογραφή Μνημονίου και τη χορήγηση του δανείου, ενώ εκτιμάται ότι και η ισπανική κυβέρνηση θα υποβάλει επίσημο αίτημα στήριξης.
Σενάρια για περισσότερο χρόνο, μείωση επιτοκίων και επαναγορά ομολόγων
Αναφορικά με τη χρηματοδότηση της επιμήκυνσης, η οποία από την κυβέρνηση εκτιμάται σε 13 δισ. ευρώ και από τους εταίρους σε 18 δισ. ευρώ, τα σενάρια που εξετάζονται είναι τρία.
Το πρώτο προβλέπει μια επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των διμερών δανείων που έλαβε η Ελλάδα από τους Ευρωπαίους πιστωτές, στο πλαίσιο του πρώτου προγράμματος. Το δεύτερο είναι η περαιτέρω μείωση των επιτοκίων των δανείων αυτών, ενώ το τρίτο προβλέπει τη χορήγηση δανείου προς την Ελλάδα προκειμένου να αγοράσει σε τιμές χαμηλότερες της ονομαστικής τους αξίας ελληνικά ομόλογα που κατέχουν ιδιώτες επενδυτές.
Σήμερα η τιμή τους στη δευτερογενή αγορά κινείται κοντά στο 30% της ονομαστικής τους αξίας. Ωστόσο, η δημοσιοποίηση του μέτρου της επαναγοράς θα οδηγήσει πιθανότατα σε αύξηση της τιμής τους στη δευτερογενή αγορά και μπορεί να μην αποφέρει το ζητούμενο, δηλαδή μια δραστική μείωση του δημόσιου χρέους.
Σχετικά με τη βιωσιμότητα του χρέους, που θεωρείται αυτή τη στιγμή και το πιο πολύπλοκο θέμα, οι δυνατότητες εξεύρεσης λύσης είναι περιορισμένες. Κι αυτό γιατί οι εταίροι δεν προτίθενται να «κουρέψουν» τα δάνεια που χορήγησαν στην Ελλάδα, αφού κάτι τέτοιο θα προκαλούσε εντονότατες αντιδράσεις στο εσωτερικό τους από τους φορολογουμένους, οι οποίοι δεν είναι διατεθειμένοι να επωμιστούν το βάρος του ελληνικού χρέους.
Από την πλευρά τους, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι κεντρικές τράπεζες χωρών της ευρωζώνης που έχουν ελληνικά ομόλογα αρνούνται να τα επιμηκύνουν ή να μας τα δώσουν στην τιμή που θα αγόρασαν στη δευτερογενή αγορά, χαμηλότερα της ονομαστικής τους αξίας. Με δεδομένα τα παραπάνω, οι Ευρωπαίοι εταίροι προσπαθούν να πείσουν το ΔΝΤ, που πιέζει για κούρεμα του χρέους, να εξεταστεί αυτό το ενδεχόμενο σε μεταγενέστερο στάδιο, ανάλογα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Νίκος Μπέλλος στον Ελεύθερο Τύπο