Η έλλειψη ανταγωνισμού στην αγορά πετρελαίου “σκοτώνει” την ελληνική οικονομία…
Η έλλειψη ανταγωνισμού στο χώρο της διύλισης πετρελαίου στην Ελλάδα κοστίζει στους καταναλωτές περισσότερο από ένα δισ. ευρώ το χρόνο, σύμφωνα με έκθεση του ΔΝΤ, κάτι που δείχνει τα βαθιά εσωτερικά διαρθρωτικά προβλήματα που έχει η χώρα μας και κάνει πολλούς οικονομολόγους να βλέπουν ότι δυσχεραίνουν οι προσπάθειες της Ελλάδας να σταθεί και πάλι στα πόδια της.
Όπως αναφέρει δημοσίευμα της Wall Street Journal, παρά τα πέντε χρόνια ύφεσης, την ανεργία που καλπάζει και τις επανειλημμένες προσπάθειες για το άνοιγμα της οικονομίας με τις αυστηρές ρυθμίσεις που υπάρχουν, οι τιμές στη χώρα μας παραμένουν πεισματικά υψηλά-ένα σημαντικό εμπόδιο για την αποκατάσταση της χαμένης ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης.
Ένας από τους λόγους, σύμφωνα με το ΔΝΤ και άλλους αναλυτές, είναι ένας συνδυασμός των κυρίαρχων εταιρειών και της υπερβολικής ρύθμισης που καταπνίγει τους ανταγωνιστές.
Οι προσπάθειες για την απελευθέρωση δεκάδων τομέων, συμπεριλαμβανομένου των νομικών υπηρεσιών και του τομέα που αφορά την κρουαζιέρα, προχωράνε με αργά βήματα.
Σύμφωνα με αξιωματούχους του ΔΝΤ στη χώρα μας που επιθεωρούν τι γίνεται στην Ελλάδα, αναφέρουν μέσω της έκθεσής τους πως υπάρχει γραφειοκρατικό χάος και λάθη τα οποία επιτρέπουν στους μεγάλους παίκτες να κυριαρχούν στην αγορά, βλάπτοντας την οικονομία.
Η νέα κυβέρνηση της χώρας δηλώνει ότι θέλει να το αλλάξει αυτό και κινείται στην καταπολέμηση των αντιανταγωνιστικών πρακτικών στην αγορά.
“Μια λειτουργική αγορά καυσίμων είναι κάτι που επιθυμούμε και θα εξετάσουμε κάθε πρόταση σχετικά με το πως θα γίνει αυτό”, τονίζει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Σίμος Κεδίκογλου, προσθέτοντας πως ήδη έχουν γίνει κάποια βήματα με την εντατικοποίηση των ελέγχων.
Η χώρα μας έχει τους υψηλότερους φόρους στα καύσιμα, και οι Έλληνες καταναλωτές πληρώνουν αδρά για βενζίνη.
Μεταξύ άλλων, η έκθεση του ΔΝΤ ασκεί κριτική στα δύο μεγάλα διυλιστήρια της χώρας, τα οποία όπως αναφέρει ασκούν έλεγχο στην έντονα ρυθμιζόμενη αγορά.
Για παράδειγμα, η έκθεση αναφέρει μαι σειρά σκοπέλων τα οποία εμποδίζουν τα πρατήρια καυσίμων να προμηθευτούν βενζίνη από το εξωτερικό. Όλοι οι εισαγωγείς πρέπει να διαθέτουν εγκαταστάσεις και να κάνουν απογραφή 60 ημερών, κάτι το οποίο είναι πέρα των δυνατοτήτων πολλών μικρών επιχειρήσεων.
Παράλληλα, τα καύσιμα πρέπει να μεταφέρονται μόνο με μεγάλα φορτηγά παρόλο που στα πρατήρια καυσίμων δεν επιτρέπει να έχουν στην ιδιοκτησία τους τόσο μεγάλα οχήματα.
“Κάτι τέτοιο καθιστά αδύνατο για τα ανεξάρτητα πρατήρια καυσίμων να μεταφέρουν καύσιμα στην Ελλάδα”, σημειώνει η έκθεση.
Αν και το ΔΝΤ αρνήθηκε να σχολιάσει επ’αυτού ωστόσο επιβεβαίωσε την αυθεντικότητα της έκθεσης.
“Η έλλειψη ανταγωνισμού στην αγορά δημιουργεί υψηλό κόστος στους καταναλωτές”, υπογραμμίζεται στην έκθεση, ενώ προσθέτεται πως η αγορά πρέπει να αναδιαμορφωθεί.
Μεταξύ άλλων, η έκθεση τονίζει πως τα δύο μεγάλα διυλιστήρια χειραγωγούν την αγορά και χρησιμοποιούν αντιανταγωνιστικές πρακτικές.
Αναφερόμενη σε έρευνα της Ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού το 2006 και δύο αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, υποστηρίζει ότι η Motor Oil Ελλάς, Διυλιστήρια Κορίνθου Α.Ε. και τα Ελληνικά Πετρέλαια ΑΕ, τα οποία ελέγχουν το 70% της χονδρικής αγοράς και 60% του συνόλου των πρατηρίων καυσίμων, επιδίδονται σε προσαυξήσεις στους λιανοπωλητές ενώ παρέλειψαν να αποκαλύψουν πληροφορίες για τις τιμές και για τους χειραγωγούμενους διεθνείς δείκτες αναφοράς.
Από την πλευρά της η Motor Oil Ελλάς του Βαρδή Βαρδινογιάννη δε θέλησε να σχολιάσει ενώ τα Ελληνικά Πετρέλαια τα οποία ελέγχει ο Σπ. Λάτσης δήλωσαν ότι το πρόβλημα στην αγορά έγκειται αλλού.
Τέλος, η έκθεση αναφέρει ότι τόσο οι καταναλωτές όσο και οι παραγωγοί θα έχουν κέρδος από την απελευθέρωση της αγοράς. Ωστόσο, προειδοποιεί ότι οι ιδιοκτήτες, εργαζόμενοι, χονδρέμποροι κτλ στα δύο μεγάλα διυλιστήρια θα αντισταθούν σθεναρά σε αυτή την αλλαγή.