Έκανε τη μεγάλη έκπληξη αναλαμβάνοντας πρωτοβουλία για τη δημιουργία κέντρου κράτησης λαθρομεταναστών στον δήμο του, τη στιγμή που όλοι οι συνάδελφοί του στη Δυτική Μακεδονία αντέδρασαν με κατηγορηματικές αρνήσεις. Μάλιστα, ο Νίκος Μίγκος, δήμαρχος Δεσκάτης Γρεβενών, κατάφερε να πείσει σχεδόν το σύνολο της αντιπολίτευσης και κυρίως την τοπική κοινωνία
Γεννήθηκε το 1968 στη Δεσκάτη, «από αριστερή οικογένεια», όπως σημειώνει. Από τα μαθητικά του χρόνια ο Νίκος Μίγκος ανέπτυξε συνδικαλιστική δράση. Ως φοιτητής στην Κτηνιατρική Σχολή του ΑΠΘ συμμετείχε στο φοιτητικό κίνημα με την Πανσπουδαστική (ΚΚΕ), παρότι λέει ήταν «ανένταχτος στην Αριστερά». Επί εποχής Σημίτη, το 2000, έγινε μέλος του ΠΑΣΟΚ.
Λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων – παντρεύτηκε σε ηλικία μόλις 19 ετών – άρχισε να εργάζεται από τα φοιτητικά του χρόνια ως ασφαλιστής. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να ασχοληθεί με τα κοινά. Στα 26 του εκλέχτηκε πρώτος νομαρχιακός σύμβουλος στη νεοσύστατη τότε αιρετή Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Γρεβενών, με τον συνδυασμό του νομάρχη Αντώνη Πέτσα (ΚΚΕ – ΣΥΝ).
Δήμαρχος στη γενέτειρά του εξελέγη για πρώτη φορά το 2006, κάτι που επανέλαβε και το 2010, κατεβαίνοντας, πάντως, ως ανεξάρτητος υποψήφιος. Από το 2002 έως το 2006 ήταν μέλος της διοίκησης του Επιμελητηρίου Γρεβενών, ενώ τα τελευταία οκτώ χρόνια είναι γραμματέας της Νομαρχιακής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της Νομαρχίας Γρεβενών.
Η ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ
Στη θητεία του ως νομαρχιακού συμβούλου ήταν η πρώτη φορά που πήρε θέση για ένα ζήτημα που είχε διχάσει την κοινωνία των Γρεβενών. Ηταν ένας από τους λίγους που το 1996 είχαν εκφραστεί θετικά στη δημιουργία δικαστικών φυλακών στην περιοχή, εκτιμώντας ότι η κίνηση εκείνη θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας σ’ έναν νομό με τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στην Ελλάδα.
Ωστόσο, οι αντιδράσεις των τοπικών παραγόντων υπερίσχυσαν, με αποτέλεσμα οι φυλακές να εγκατασταθούν τελικά στη Βοιωτία – στα Γρεβενά κατασκευάστηκαν μόλις το 2005.
Εξακολουθεί και σήμερα να πιστεύει ότι η αντίδραση ήταν λάθος και τότε η περιοχή έχασε μια σημαντική ευκαιρία.
Την αποδίδει δε, στον φόβο που έχουν οι εκάστοτε αιρετοί να πάρουν θέση για ζητήματα που διχάζουν και να συγκρουστούν με τις τοπικές κοινωνίες. «Εχουμε υποχρέωση να παίρνουμε θέση σε κάθε σοβαρό θέμα. Οι οποιοιδήποτε ηγέτες, μάλιστα, οφείλουν να κατευθύνουν τις κοινωνίες γιατί απλώς έχουν καλύτερη πρόσβαση στην πληροφορία», λέει χαρακτηριστικά.
Την άποψή του αυτή έκανε πράξη και στην περίπτωση του κέντρου μεταναστών. Η πρώτη του κίνηση ήταν να επισκεφθεί τον υφυπουργό Προστασίας του Πολίτη Λευτέρη Οικονόμου και να ενημερωθεί για τις προϋποθέσεις και τα ανταποδοτικά οφέλη. Στη συνέχεια ενημέρωσε διεξοδικά τους συλλόγους και τους φορείς της πόλης, καθώς και τις παρατάξεις της αντιπολίτευσης για τις οικονομικές και εργασιακές προοπτικές που ανοίγει η δημιουργία του κέντρου, εξασφαλίζοντας τη συναίνεσή τους.
Αυτή η συναίνεση εκφράστηκε και στο δημοτικό συμβούλιο, το οποίο με συντριπτική πλειοψηφία – 20 ψήφοι υπέρ και μόλις μία κατά, αυτή του συμβούλου της Λαϊκής Συσπείρωσης – αποδέχθηκε τη θετική εισήγηση. Κι αυτό μάλιστα, παρά το γεγονός ότι στα διοικητικά όρια του Δήμου Δεσκάτης δεν υπάρχει στρατόπεδο, αλλά ο δήμος θα παραχωρήσει ένα δημοτικό οικόπεδο για την ανέγερση του κέντρου.
«Είδαμε ότι το Μεταναστευτικό είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα που απασχολεί όλη την κοινωνία και αποφασίσαμε να μην περιμένουμε να έρθει και στην πόρτα μας. Εξάλλου, δεν έχουμε την πολυτέλεια να πούμε όχι. Ταυτόχρονα θέλαμε να στείλουμε το μήνυμα ότι η τοπική αυτοδιοίκηση δεν κωφεύει στα προβλήματα», είχε πει αιτιολογώντας την απόφασή του, στην οποία βαρύνουσα σημασία είχε το γεγονός ότι η λειτουργία του θα δημιουργήσει τουλάχιστον 600 νέες θέσεις εργασίας.
Η κίνησή του αυτή θεωρήθηκε από κάποιους πολιτικό παιχνίδι, ενώ αντιμετωπίστηκε με προβληματισμό και στο Περιφερειακό Συμβούλιο Δυτικής Μακεδονίας, το οποίο με ψήφισμά του επίσης εκφράστηκε αρνητικά στη δημιουργία κέντρων μεταναστών.
Δεν είναι η πρώτη φορά, όμως, που ο Νίκος Μίγκος δέχεται κριτική για τις πολιτικές του επιλογές, ακόμα και από ομοϊδεάτες του από το χώρο του ΠΑΣΟΚ, κυρίως λόγω της συνεργασίας του με τον συμπατριώτη του βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Χρήστο Φώλια, στη διάρκεια της θητείας του τελευταίου ως υφυπουργού Οικονομικών και υπουργού Ανάπτυξης. Ωστόσο, δε μετανιώνει για την απόφασή του και τονίζει πως η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να δηλώνει το «παρών» μόνο όταν το κράτος μοιράζει.
Σε κόντρα όμως με μερίδα πολιτών ήρθε και πέρυσι για το θέμα των συνενώσεων σχολείων. Και τότε πήρε θέση υπέρ των συνενώσεων παρά τις αρχικές αντιδράσεις και θεωρεί ότι το αποτέλεσμα τον δικαίωσε. Κι αυτό εκτιμά ότι θα γίνει και στην περίπτωση του κέντρου μεταναστών, εφόσον βέβαια τηρηθούν οι προϋποθέσεις λειτουργίας του, αν και, όπως λέει, αυτό θα το δείξει η Ιστορία. «Δεν γίνεται να είμαστε πολιτικά όντα και να μην παίρνουμε θέση. Επίσης, αν δεν κάνουμε αληθινή αυτοκριτική και δεν αλλάξουμε τρόπο σκέψης, δεν μπορούμε να έχουμε πρόοδο», τονίζει.
ΑΝΕΡΓΙΑ 30%
Σε ό,τι αφορά το θέμα του κέντρου, ο δήμαρχος βρίσκεται σε αναμονή των εξελίξεων που έχουν άμεση σχέση με την πολιτική συγκυρία. Και μέχρι να υπάρξει απάντηση συνεχίζει να ασχολείται με τα καθημερινά προβλήματα του τόπου του. Και κυρίως με το θέμα της ανεργίας, που ξεπερνά το 30% κυρίως στους νέους, το οποίο προσπαθεί να αντιμετωπίζει με διάφορες παρεμβάσεις, όπως η ενίσχυση με προσωπικό του εργοστασίου δικτύων παραλλαγής υψηλής τεχνολογίας που λειτουργεί στην περιοχή.
Βασικός του στόχος, αναφέρει, είναι με κάθε τρόπο η κρίση να περάσει πιο αναίμακτα. Ο Δήμος Δεσκάτης, εξάλλου, είναι ο μόνος στη Δυτική Μακεδονία που εκμεταλλεύτηκε ευρωπαϊκό πρόγραμμα για τη διανομή δωρεάν τροφίμων, μοιράζοντας σε 1.107 οικογένειες 70 τόνους ρύζι, μακαρόνια και τυρί. «Σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές πρέπει η κοινωνία να είναι ενωμένη και να είμαστε δίπλα στον κόσμο. Κι όταν φύγουμε από εδώ, γιατί όλοι είμαστε περαστικοί, να μπορούμε να κοιτάμε τον κόσμο στα μάτια», λέει χαρακτηριστικά.
Πέρα από τις κατά καιρούς κόντρες για κοινωνικά ζητήματα, οι «αντίπαλοί» του τού καταλογίζουν ότι είναι «μνημονιακός» και δέσμιος της πολιτικής του ταυτότητας. Στις κατηγορίες αυτές ο ίδιος απαντά με το βασικό μότο της ζωής του: «Οι άνθρωποι είναι πάνω από τα κόμματα. Χωρίς βαθιά γνώση της Ιστορίας και κριτική θεώρηση όσων συμβαίνουν σήμερα, δεν μπορεί να έχουν μέλλον ούτε η σκέψη μας ούτε οι επόμενες γενιές».
Γράφει η ΦΩΤΕΙΝΗ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΥ στα ΝΕΑ