Αρχικά ήταν ως τοπικοί πιστωτικοί συνεταιρισμοί μεταξύ γειτόνων. Οι μετοχές και τα ευέλικτα δάνειά τους στέριωσαν γάμους, σπούδασαν νέους, γέμισαν αποθήκες εμπορικών καταστημάτων. Μέχρι που μπήκε το λουκέτο
Ακόμα θυμάται τα λόγια του: «Κράτησε αυτή τη μετοχή για να δημιουργήσεις τη δική σου προκοπή». Η Ελλάδα είχε μόλις απεγκλωβιστεί από τη δίνη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όταν ο Αθανάσιος Καραχάλιος κληρονομούσε τη μερίδα του πατέρα του στη Συνεταιριστική Τράπεζα Λαμίας. Τότε λειτουργούσε ακόμη ως πιστωτικός Σύλλογος Τεχνοεργατών, με μέλη κουρείς, τσαγκάρηδες, ζαχαροπλάστες, βιοτέχνες. Ενα αποκούμπι για τους μικρομεσαίους που δεν είχαν πρόσβαση σε μεγάλα τραπεζικά ιδρύματα. Οι μερίδες μεταβιβάζονταν ως προικιά σε μελλόνυμφους και εξασφάλιζαν μικρά, ευέλικτα δάνεια στους κατόχους τους με μόνη εγγύηση την υπογραφή του γείτονά τους και την μπέσα τους. Ηταν η εποχή που οι καλοί λογαριασμοί έκαναν τον νοικοκύρη και κανένας δεν ήθελε να εκτεθεί στην τοπική κοινωνία. Εξι δεκαετίες μετά η συνεταιριστική Τράπεζα Λαμίας έκλεισε μαζί με αυτές της Αχαΐας και της Λέσβου – Λήμνου. Αντεξε πολέμους και κραχ για να λυγίσει στην τωρινή οικονομική κρίση.
Η Συνεταιριστική Τράπεζα Λαμίας ιδρύθηκε στις 25 Ιουνίου του 1900 από 582 κατοίκους της πόλης. Ανάμεσά τους βρισκόταν και ο πατέρας του Αθανάσιου Καραχάλιου, χτίστης στο επάγγελμα. «Θεωρούσαν τον πιστωτικό σύλλογο κομμάτι του εαυτού τους, σπίτι τους», λέει ο 83χρονος σήμερα Καραχάλιος. «Και εγώ θεωρούσα τους υπαλλήλους παιδιά μου. Οταν πήρα στα χέρια μου πέντε δραχμές από τον σύλλογο, ξεκίνησα τον αγώνα της ζωής μου. Αργότερα έβαλα ως μεριδιούχους στην τράπεζα όλη την οικογένεια, γυναίκα και παιδιά». Εργάστηκε ως φαναρτζής και επί 30 χρόνια ήταν μέλος στο διοικητικό συμβούλιο του Συλλόγου Τεχνοεργατών. Μέχρι το πρόσφατο κλείσιμό της η Συνεταιριστική Τράπεζα Λαμίας αριθμούσε 12.400 μεριδιούχους, καταθέσεις ύψους 63,5 εκατ. ευρώ και υπολογίζεται ότι από αυτή περνούσε στα τέλη του ’90 το 30% της τοπικής οικονομικής δραστηριότητας. Στο διοικητικό συμβούλιό της είχε έναν αρχιτέκτονα, έναν εκπαιδευτή οδηγών, έναν μηχανολόγο μηχανικό, τρεις εμπόρους και τέσσερις συνταξιούχους. Το 54% των δανείων της όμως δεν εξυπηρετούνταν. Βρίσκονταν σε καθυστέρηση πάνω από τρεις μήνες.
Στις δεκαετίες του ’60 – ’70 ένας συνεταίρος μπορούσε να πάρει δάνειο στο πενταπλάσιο της αξίας των μερίδων του. Καλούταν να το ξεχρεώσει μέσα σε ένα εξάμηνο, ενώ δεν τον πίεζαν ακόμη κι αν καθυστερούσε την αποπληρωμή. Υποθήκες δεν έμπαιναν, αλλά υπέγραφαν για τον δανειολήπτη δύο εγγυητές, επίσης μεριδιούχοι. Το κατάστημά της ήταν ανοιχτό Τρίτη – Πέμπτη, πρωί – απόγευμα σε κυλιόμενο ωράριο, αλλά και Σάββατο για να μαζεύει τις εισπράξεις των καταστημάτων. Ακόμα και εκτός ωραρίου εξυπηρετούσαν τους πελάτες οι λιγοστοί τότε υπάλληλοι και σπάνια σχηματίζονταν ουρές. Πριν από τις γιορτές οι έμποροι της πόλης έπαιρναν μικρά δάνεια για να αγοράσουν την πραμάτεια τους και τα εξοφλούσαν αφού πουλούσαν τα προϊόντα τους. Ο άμεσος δανεισμός σύμφωνα με τους ντόπιους είχε ως αποτέλεσμα να μην εκδηλωθούν επί δεκαετίες μεγάλα κρούσματα τοκογλυφίας στα μέρη τους.
Ακόμα και τα ΚΤΕΛ Φθιώτιδας κατέθεταν εκεί τις εισπράξεις τους. Ο Σύλλογος Τεχνοεργατών επί δεκαετίες είχε αντικαταστήσει στη συνείδηση των ντόπιων τα σεντούκια. Ηταν το πιο ασφαλές μέρος για τα χρήματά τους. Στο ιστορικό αρχείο της Συνεταιριστικής Τράπεζας Λαμίας φυλάσσεται η επιστολή ενός φαντάρου από το 1922 προς τη μητέρα του, την οποία καλεί να εμπιστευτεί εκεί τα χρήματά της.
Για τους Λαμιώτες οι οικονομίες τους δεν κατέληγαν σε ένα απρόσωπο ίδρυμα. Τις διαχειρίζονταν άνθρωποι με τους οποίους αντάλλασσαν καθημερινά καλημέρες. Ο Τάκης Πενταγιώτης απέκτησε τις δικές του μερίδες πριν από 50 χρόνια. Και αυτός τις κληρονόμησε από τον πατέρα του. «Ηταν υπάλληλος στην Τράπεζα της Ελλάδος, ωστόσο είχε επενδύσει στη Συνεταιριστική. Είχε εμπιστοσύνη στον πρόεδρό της, Λευτέρη Δασκαλόπουλο. Φαρμακοποιό με κύρος στην τοπική κοινωνία», θυμάται.
Ο Αθανάσιος Μπέλλας, αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών, έχει μελετήσει το μοντέλο των συνεταιριστικών τραπεζών. Ηταν από τα ιδρυτικά μέλη της Αχαϊκής και με δικές του μελέτες το 1993 (όταν ίσχυσε το αντίστοιχο θεσμικό πλαίσιο) διάφοροι πιστωτικοί συνεταιρισμοί της χώρας μετεξελίχθηκαν σε συνεταιριστικές τράπεζες. Σήμερα λειτουργούν 13 συνεταιριστικές σε όλη την Ελλάδα. «Οι συνεταιριστικές είναι τράπεζες λαϊκής βάσης. Σε αυτές μετράει και ο τελευταίος μεριδιούχος», λέει. «Εχουν χαμηλό λειτουργικό κόστος σε σχέση με τις εμπορικές και δίνουν υψηλές αποδόσεις. Στην Αχαϊκή, μέσα σε 19 χρόνια η συνεταιριστική μερίδα είχε σημαντικές ανατιμήσεις σε ετήσια βάση». Οι μερίδες κανονικά είναι ανταλλάξιμες. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια στην Αχαϊκή με απόφαση του διοικητικού της συμβουλίου δεν γίνονταν ρευστοποιήσεις λόγω οικονομικών προβλημάτων.
ΑΝΟΙΓΜΑΤΑ
Η μετατροπή των πιστωτικών συνεταιρισμών σε πιο κλασικά τραπεζικά ιδρύματα στοίχισε στη λειτουργία τους. Ηταν σα να τις ντύνουν με ένα σακάκι δυο νούμερα μεγαλύτερο. Δεν κατάφεραν όλες να το φέρουν στα μέτρα τους. Σε κάποιες περιπτώσεις στελεχώθηκαν με μη εξειδικευμένο προσωπικό. Αλλες ανοίχτηκαν σε τυφλό δανεισμό. Αντί να παρέχουν μικρότερα δάνεια σε μικρομεσαίους επαγγελματίες και να διασπείρουν τον κίνδυνο, χρηματοδότησαν μεγάλες ντόπιες βιομηχανίες οι οποίες όμως είχαν πρόσβαση σε εμπορικές τράπεζες.
Πιστωτικοί συνεταιρισμοί που είχαν χτιστεί σε υγιείς βάσεις νοθεύτηκαν αργότερα από συνδικαλιστικές νοοτροπίες, όπως παρατηρεί ο Γιώργος Παπαρίσβας, παραγωγός ελαιολάδου και μεριδιούχος στην Τράπεζα Λέσβου – Λήμνου. «Δυστυχώς με τα χρόνια όταν ψήφιζαν για διοικητικό συμβούλιο στη συνεταιριστική τράπεζα, δεν σκέφτονταν ότι είχαν τα χρήματά τους μέσα. Πρώτα έμπαινε το κόμμα ή ο γνωστός», λέει.
Από το κλείσιμο των τριών τραπεζών χάθηκαν 186 θέσεις εργασίας. Οι καταθέσεις (συνολικά άνω των 330 εκατ. ευρώ) διασφαλίστηκαν και μεταφέρονται στην Εθνική Τράπεζα. Εκκαθαριστής θα ρευστοποιήσει τα περιουσιακά τους στοιχεία για να πληρωθούν οι αποζημιώσεις των εργαζομένων και τα δάνεια θα μεταφερθούν σε άλλη τράπεζα. Οι μέτοχοι ωστόσο δεν αναμένεται να ρευστοποιήσουν τις μερίδες τους. «Δεν παίζαμε στο χρηματιστήριο. Επενδύσαμε σε μια σταθερή τράπεζα και τα χάσαμε», λέει ο Παύλος Χαλκιόπουλος, μεριδιούχος στην Αχαϊκή. «Η τράπεζά μας έδειχνε εύρωστη. Ανοιγε καινούργια καταστήματα, αγόραζε νεοκλασικά. Δεν περιμέναμε αυτή την εξέλιξη».
Μέχρι τα μέσα της εβδομάδας ο Τάκης Πενταγιώτης, μεριδιούχος στη Λαμία, δεν είχε πρόσβαση στις καταθέσεις του. Η μεταφορά τους στην Εθνική Τράπεζα δεν είχε ολοκληρωθεί. «Συναλλασσόμουν συνέχεια στη συνεταιριστική. Σοκαρίστηκα όταν είδα τα κατεβασμένα ρολά», λέει. «Πολύ φοβάμαι ότι μόλις οι Λαμιώτες πάρουν τις καταθέσεις τους, τα ποσά θα καταλήξουν στα σεντούκια. Εχει χαθεί η εμπιστοσύνη τους στο τραπεζικό σύστημα»
TA NEA