Η ομιλία του Δημήτρη Ρίγγου Καθηγητή Ιατρικής του Α.Π.Θ. και πρ. Νομάρχης Γρεβενών, στην ημερίδα που διοργάνωσε ο Σύλλογος Μέγας Αλέξανδρος Λευκοπηγής με θέμα: ΛΑΖΑΡΙΝΕΣ. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 17 Απριλίου 2011.
“Κυρίες και κύριοι, φίλοι Λευκοπηγιώτες,
Είναι για μένα σήμερα μεγάλη τιμή και χαρά να είμαι μαζί σας προσκαλεσμένος για ένα τόσο σημαντικό λαογραφικό σκοπό.
Νιώθω μεγάλη την ευθύνη να βρίσκομαι σε ένα τόπο με τόσο βαρύ ιστορικό φορτίο και να βρίσκομαι μαζί σας, που επίσης είστε φορείς βαριάς πολιτιστικής κληρονομιάς.
Χάνεται στα βάθη των αιώνων και της προϊστορίας η ιστορία αυτού του τόπου, με επιβεβαιωμένα ντοκουμέντα, επιγραφές και ευρήματα τόσο αρχαιολογικά όσο και λαογραφικά.
Νεολιθική εποχή, εποχή του χαλκού ,πρώιμη εποχή του σιδήρου, κλασσική και ελληνιστική περίοδος είναι παρούσες με πληθώρα ευρημάτων. Οι μακεδονικοί , οι ρωμαϊκοί και οι βυζαντινοί χρόνοι αποτυπώνονται ανάγλυφα παντού, χωρίς βέβαια να λείπουν εικόνες από την τουρκοκρατία και τους μετέπειτα χρόνους μέχρι σήμερα.
Ο καθένας συναισθανόμενος το μέγεθος και το βάθος αυτής της ιστορίας, αυτού του τόπου, δεν μπορεί παρά να ριγά από εθνική, πατριωτική συγκίνηση και περηφάνια.
Η λαογραφία, αγαπητοί μου φίλοι, είναι η επιστήμη που παρακολουθεί, περιγράφει και ερμηνεύει τις εκδηλώσεις της ζωής του λαού, πνευματικές, ψυχικές και καλλιτεχνικές, αυτές δηλαδή που αποτελούν τον πολιτισμό του ίδιου του λαού και του έθνους.
Η επιστήμη της λαογραφίας χωρίζεται στη φιλολογική και την εθιμική λαογραφία. Η φιλολογική λαογραφία αναφέρεται στα μνημεία του λόγου του ελληνικού λαού δηλαδή τα δημοτικά τραγούδια, τις παροιμίες, τα παραμύθια, τους μύθους και τις παραδόσεις .Η εθιμική λαογραφία αναφέρεται, εκτός των άλλων , στα ήθη και τα έθιμα κάθε τόπου όπως και στις γιορτές που ακολουθούν το εορτολόγιο και τις εποχές του έτους, γι’αυτό χωρίζονται σε ανοιξιάτικα, καλοκαιρινά, φθινοπωρινά και χειμωνιάτικα έθιμα.
Οι Λαζαρίνες ανήκουν στα ανοιξιάτικα έθιμα και γιορτές.
Τα ανοιξιάτικα έθιμα και οι γιορτές διαρκούν από το τριώδιο ως την πεντηκοστή και αρχίζουν με το έθιμο του καρναβαλιού.
Η γέφυρα ανάμεσα στις χειμωνιάτικες και τις ανοιξιάτικες γιορτές είναι η καθαροδευτέρα που ανήκει τόσο στην Αποκριά όσο και στη Σαρακοστή.
Οι Λαζαρίνες επομένως, δεν είναι ένα έθιμο ξεκομμένο και απομονωμένο, αλλά ένας κρίκος μιας αλυσίδας, ενός συνόλου, ανοιξιάτικων γιορτών και εθίμων που κορυφώνονται με την Ανάσταση και συνεχίζουν μέχρι την πεντηκοστή.
Πιστεύω λοιπόν, ότι αν εξετάσουμε τις Λαζαρίνες ως μια ξεκομμένη γιορτή , ως μια διαδικασία ορισμένων δρώμενων μόνον , είναι σίγουρο ότι θα τις αδικήσουμε. .Γατί οι Λαζαρίνες δεν είναι μόνον αυτό που φαίνεται επιφανειακά , αλλά έχουν βαθύτερο νόημα και έναν πιο έντονο συμβολισμό.
Έτσι, η κατανόηση του βαθύτερου νοήματος του εθίμου , πρέπει να γίνει μέσα από το σύνολο των ανοιξιάτικων γιορτών και εθίμων ,γιατί μόνον τότε θα συλλάβουμε το μέγεθος του συμβολισμού και την ανάγκη των προγόνων μας, εκείνων των εποχών, να εκφραστούν με αυτόν τον τρόπο.
Οι άνθρωποι εκείνης της εποχής ήταν δεμένοι με τη φύση και τα φυσικά φαινόμενα. Η υπέρτατη δύναμη, ο Θεός, κινούσε και έλεγχε τα πάντα όχι μόνον στη χριστιανική περίοδο, αλλά και πριν από αυτήν και κυρίως πριν από αυτήν.
Επομένως, οι κοινωνίες εκείνης της εποχής τίποτα δεν έκαναν στην τύχη. Όλα είχαν ένα συμβολισμό και μια παραβολική, αλληγορική διάσταση με στόχο είτε να ευχαριστήσουν και να τιμήσουν, είτε να εξευμενίσουν μια ανώτερη δύναμη, είτε ακόμη και να αποδιώξουν ένα ακαθόριστο και βασανιστικό φόβο.
Κομμάτι, λοιπόν οι Λαζαρίνες των ανοιξιάτικων γιορτών;συνδέονται αναπόσπαστα και με τα δρώμενα των χειμωνιάτικων γιορτών όπως θα δούμε παρακάτω.
Οι Λαζαρίνες ,λέει ο Κώστας Σιαμπανόπουλος, ο μεγάλος αυτός ερευνητής της λαογραφίας και της αρχαιολογίας της περιοχής αυτής, είναι καθαρά αρχαιοελληνικό έθιμο και έχει σχέση με την αναγέννηση της φύσης και την ανανέωση της ζωής.
Με τις Λαζαρίνες γιορτάζουμε και τιμούμε το θάνατο και την ανάσταση του Λαζάρου. Ο θάνατος και η ανάσταση του Λαζάρου είναι ένα νεκρολατρευτικό τυπικό, στο οποίο ο λαός μας δίνει ιδιαίτερη προσοχή γιατί βλέπει τον ίδιο τον δημιουργό να καταστρατηγεί τη φύση και τους νόμους της για χατίρι του φίλου του Λαζάρου. Έτσι δημιουργείται μια ελπίδα και μια αγωνία συγχρόνως. Η κατάβαση του Λαζάρου στον Άδη είναι μια δημοφιλής κατάβαση των χριστιανικών λαών και έχει σχέση με την αγωνιώδη απορία του ανθρώπου για τη μεταθανάτια τύχη του και για τις συνθήκες διαβίωσης στον κάτω κόσμο. Είναι προέκταση των περιβόητων Σαμαντικών ταξιδιών του αρχαίου κόσμου στον Άδη.
Άρα το βαθύτερο νόημα του εθίμου εκφράζει την επιθυμία των απλών ανθρώπων να μάθουν για τις συνθήκες που επικρατούν στον κάτω κόσμο. Είναι δηλαδή μια απλοποιημένη μεταφυσική αναζήτηση γύρω από το κυρίαρχο θέμα της ζωής και του θανάτου αλλά κυρίως είναι η αγωνία για τη μεταθανάτια τύχη του ανθρώπου. Αυτή, όπως αντιλαμβάνεστε ,είναι η θρησκευτική διάσταση του εθίμου. Άλλωστε το αιώνιο ανθρώπινο ερώτημα για τη ζωή πέρα από τον τάφο παραμένει πάντα επίκαιρο- «πες μας Λάζαρε, τι είδες εις τον ΄Αδη όπου πήγες » ρωτάει ο λαός και η απάντηση βέβαια δεν ήταν χαρούμενη. « Είδα φόβους , είδα τρόμους, είδα βάσανα και πόνους » απαντάει ο Λάζαρος.
Άλλες φορές πάλι ο ίδιος ο λαός βάζει τους νεκρούς να ρωτάνε από τον κάτω κόσμο με νοσταλγία. «Τάχα να στέκει ο ουρανός, να στέκει ο πάνω κόσμος;»
Οι ίδιες ανθρώπινες σκέψεις από την αρχαία Ελλάδα μέχρι σήμερα.
Ο Όμηρος βάζει τον πανένδοξο νεκρό Αχιλλέα να προτιμά τη ζωή έστω και ως υπηρέτης σε φτωχό αγρότη, παρά να βρίσκεται στο σκοτάδι του Άδη βασιλιάς των νεκρών.
Εξάλλου, ο καημός των νεκρών ανά τους αιώνες είναι η στέρηση του ήλιου. Σε όλες τις συμβολικές αναστάσεις των θρησκειών, οι λαοί αυτόν τον ήλιο σκέπτονταν και αναζητούσαν. Γι αυτό τα δημοτικά μας τραγούδια διαπιστώνουν τραγικά ότι: «ο κάτω κόσμος είναι κακός, γιατί δεν ξημερώνει γιατί δεν κράζει πετεινός και δεν λαλεί τ’ αηδόνι.»
Γι’αυτό ο Χριστός ταυτίστηκε με τον ήλιο, η αμαρτία με το σκοτάδι .Η νίκη της μέρας πάνω στη νύχτα έγινε νίκη του φωτός της αλήθειας πάνω στο σκοτάδι της αμάθειας.
Δεν είναι τυχαίο ότι όλες αυτές οι γιορτές εξελίσσονταν κοντά στην ισημερία, τη στιγμή δηλαδή του χρόνου που η μέρα αρχίζει να γίνεται μεγαλύτερη από τη νύχτα, που το φώς του ήλιου νικά οριστικά το σκοτάδι.
Συμπίπτοντας χρονικά όλες αυτές οι γιορτές με την κορύφωση της άνοιξης, αποτελούν και οι ίδιες, κορύφωση του ανοιξιάτικου λατρευτικού κύκλου και προσλαμβάνουν έναν ιδιαίτερο συμβολικό χαρακτήρα.
Όλες οι γιορτές και τελετουργίες του κύκλου αυτού συγχωνεύουν ποικίλα θρησκευτικά και λατρευτικά στοιχεία από άλλες αρχαίες λατρείες που τελούνταν αυτή την εποχή του έτους μέσα στην αναγεννημένη φύση και με τον ίδιο ακριβώς συμβολισμό: Τη νίκη της ζωής πάνω στο θάνατο. Με υπόβαθρο την αρχέγονη πίστη στον ενιαυτό δαίμονα, δηλαδή σε ένα θεό ή ήρωα της βλάστησης , που κάθε χρόνο πεθαίνει και ανασταίνεται, συμβολίζουν την ετήσια επανάληψη της βλάστησης και της καρποφορίας.
Αποτελώντας ο λατρευτικός κύκλος των γιορτών της άνοιξης τη συνέχεια των δρώμενων του Δωδεκαημέρου και της Αποκριάς, που τελούνταν από άνδρες, είναι χαρακτηριστικό και αποτελεί αντίθεση ότι τελούνται από γυναίκες, δίδοντας έτσι έμφαση στον παραλληλισμό με τη γονιμότητα της εποχής και της γυναίκας. Τα φαλλικά, δηλαδή τα γονιμοποιητικά δρώμενα της αποκριάς, δίνουν την σκυτάλη στα γυναικεία δρώμενα της γονιμότητας από τα οποία αυτήν την εποχή χαρακτηρίζεται η φύση.
Έτσι γίνεται μια ταύτιση της γυναίκας με τη γη . Τα χειμερινά έθιμα που αποτελούν μια σειρά από μιμητικές συμβολικές πράξεις με διφορούμενη έννοια, όργωμα-συνουσία, υνί-φαλλός ,γίνονται τώρα το υπόβαθρο τελετουργικών ενεργειών που έχουν στόχο την εμφάνιση της ζωής, την καρποφορία. Η γονιμοποιητική συμβολική δράση των φαλλικών χειμωνιάτικων εθίμων, δίνει τώρα τους καρπούς της.
Φιλοσοφικά εξεταζόμενο το θέμα των ανοιξιάτικων γιορτών και ειδικότερα το δικό μας θέμα , το σημερινό, δηλαδή οι Λαζαρίνες, διαπιστώνεται ότι σε όλες τις μυστηριακές θρησκείες της αρχαιότητας θεμελιώδης αρχή είναι η υπόσχεση της σωτηρίας της ψυχής και της αιώνιας ζωής μετά το θάνατο. Προϋπόθεση της σωτηρίας της ψυχής των ανθρώπων είναι η μεταθανάτια κρίση για όσα έπραξαν ενόσω ζούσαν. Στην Ελληνική μυθολογία τρείς ήταν οι δικαστές στον Αδη: ο Μίνωας ,ο Ραδάμανθυς και ο Σαρπηδόνας, κατ’αλλους ο Αιακός.
O Πλάτων στην « Πολιτεία » του περιγράφει την κάθοδο στον Άδη και τη διαδικασία της μέλλουσας κρίσης δια στόματος Ηρός του Αρμενίου, ο οποίος σκοτώθηκε στη μάχη και την ώρα που έκαιγαν το σώμα του, επέστρεψε στη ζωή και διηγήθηκε όσα είδε στον άλλο κόσμο: Η ψυχή του, αφού εγκατέλειψε το σώμα του, πορεύονταν μαζί με τις άλλες ψυχές, έως ότου έφτασαν σε κάποια χάσματα μεταξύ ουρανού και γης, στο μέσο των οποίων κάθονταν δικαστές, που όσους έκριναν δίκαιους τους σημάδευαν στο εμπρός μέρος του σώματος και τους διέτασσαν να πορευτούν στο δρόμο δεξιά και άνω κι όσους έκριναν άδικους τους σημάδευαν στη πλάτη και τους διέτασσαν να πορευτούν τον δρόμο αριστερά και κάτω.
‘Από φιλοσοφική άποψη, στην πλατωνική περιγραφή αναγνωρίζονται τέσσερα αντιθετικά ζεύγη: «δίκαιος-άδικος ,άνω-κάτω, δεξιά-αριστερά, εμπρός-πίσω ». Στη χριστιανική παράδοση δεσπόζουν τρία αντιθετικά ζεύγη: « φως-σκότος ,αγαθόν- κακόν, δεξιόν – αριστερόν ».
Έτσι μιλώντας ο Χριστός για τη μέλλουσα κρίση, τοποθετεί τους δικαίους « εκ δεξιών» του και τους λέγει «δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου» τους δε αδίκους τους τοποθετεί « εξ αριστερών του »και τους λέγει «πορεύεσθε απ΄εμού κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον.»
Το τίμημα για όσα έπραξε κανείς στη ζωή του, κατά τον Πλάτωνα, είναι δεκαπλάσιο των πράξεών του και μάλιστα με χρονικό μέτρο τα εκατό χρόνια .Όλους τους δολοφόνους, τους προδότες της πατρίδας, τους ασεβείς προς τους θεούς και τους γονείς, όπως και τους αυτόχειρες τους περιμένει η μετά θάνατον τιμωρία «αλγηδών ». Αντίθετα όλους τους δίκαιους τους περιμένει η «ευεργεσία». Χριστιανικό αντίστοιχο της πλατωνικής «ευεργεσίας» είναι το δίκαιο, η « αιώνια ζωή», ο « μισθός πολύς εν τοις ουρανοίς.»
Κατά τον Πλάτωνα, διά στόματος Μουσαίου μαθητού του Ορφέα, ο αγαθός ζει μετά θάνατον σε αιώνια μέθη, μετέχοντας στο συμπόσιο των οσίων, ενώ οι ανόσιοι και οι άδικοι καταδικάζονται στον Άδη να σκάβουν σε πηλό και να κουβαλούν νερό με το κόσκινο.
Οι Αιγύπτιοι ιερείς ισχυρίζονταν πως ο Ορφέας εμπνεύστηκε την «εις Άδου κατάβασιν» από τις δικές τους μυστηριακές τελετές και μάλιστα από « τας των ασεβών εν Αδη τιμωρίας και τους των ευσεβών λειμώνας.».
Άλλωστε, χλοερούς λειμώνες συναντούμε και στην ορθόδοξη νεκρώσιμη ακολουθία, όταν ο ιερέας δέεται υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του κεκοιμημένου «..εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναψύξεως, ένθα απέδρα πάσα οδύνη, θλίψις ή στεναγμός».Ζητά δηλαδή ο ιερέας για το νεκρό μια θέση « εν σκηναίς δικαίων» στον παράδεισο, όπου υπάρχει « ζωή ατελεύτητος».
Είναι τελικά περιττό να τονισθεί ότι η ελπίδα της αιώνιας ζωής ανανεώνεται κάθε χρόνο με τη συμμετοχή των πιστών στα μυστήρια των παθών. Με λίγα λόγια με « την εις Άδου κάθοδον» και με « την εκ νεκρών ανάστασιν του Χριστού,» η ελπίδα της αιώνιας ζωής μετουσιώνεται στη βεβαιότητα του αναστάσιμου:
«Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας,
και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος.».
Το βαθύτερο λοιπόν νόημα αυτών των γιορτών είναι η υπέρβαση του θανάτου, την οποία πέτυχε ο Xριστός και ως νέος Αδάμ εκπλήρωσε το:
«Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός
Ουρανός τε και η γη και τα καταχθόνια.»
Με την κάθοδό του ο Ιησούς στον Αδη αίρει την αμαρτία όλου του κόσμου. Καταλύει δηλαδή διά παντός το θάνατο ως κόλαση, τιμωρία, αλγηδόνα και φέρνει τη μεγάλη απελευθέρωση των ανθρώπων, ζώντων και νεκρών. Αιχμαλώτισε την αμαρτία ενώ το σκοτάδι , το χάος και ο θάνατος εξαφανίστηκαν μπροστά στο φώς του Χριστού.
Από τότε για κάθε πραγματικό χριστιανό δεν υπάρχει Αδης, ενώ ο θάνατος γίνεται μετάβαση στην αιώνια ζωή στο βασίλειο του Θεού.
Εξετάζοντας το έθιμο των Λαζαρίνων λαογραφικά, πρέπει να σημειώσουμε ότι μέχρι να φτάσει στη μορφή των αγερμών δηλαδή των καλάντων με τη γυναικεία παρουσία , πέρασε από διάφορες φάσεις.
Αρχικά, έπαιξαν ρόλο οι ευαγγελικές αφηγήσεις και η αγιογραφία. Πιθανότατα, άρχισε από αναπαράσταση του θρησκευτικού μυστηρίου, όπως ο ιερός Νιπτήρας που έχει διατηρηθεί από την εκκλησία μέχρι σήμερα και ύστερα πέρασε σε λαϊκές αναπαραστάσεις που με πραγματικές προσωποποιήσεις χρησιμοποίησε το συμβολικό στοιχείο της ανάστασης για τη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή.
Ακολούθησε η μορφή του ομοιώματος του Λαζάρου ή των προσφερομένων αρτοπλαστικών σχημάτων, τα γνωστά σε άλλα μέρη της Ελλάδας « λαζαρούδια ή λαζαράκια» και τέλος ήρθαν οι αγερμοί, δηλαδή τα κάλαντα με το στοιχείο είτε της μαζικής αποδίωξης του κακού με τα κτηνοτροφικά κουδούνια ,είτε της γυναικείας παρουσίας με τις Λαζαρίνες.
Στον Ελληνικό χώρο και στην παράδοση, αναστάσιμες προσδοκίες σαν αυτή του Λαζάρου, είναι πολύ συχνές. Σε ώρες ανοιξιάτικης βλάστησης είναι αδύνατο να πιστέψει κανείς πως μαζί με τα λουλούδια δεν θα ξεπηδήσουν από το ανοιγμένο χώμα και οι νεκροί. Έτσι, έβλεπαν τις σκιές τους να ξανάρχονται στη γη οι αρχαίοι, όταν γιόρταζαν τα Ανθεστήρια , έτσι βλέπουμε και μείς τώρα, κατά την περίοδο του Πάσχα ως την Ανάληψη, τις ψυχές να φτερουγίζουν κοντά μας χαρούμενες ή να περιμένουν τις στοργικές μας επισκέψεις στα νεκροταφεία.
Ένα από τα αγνά και γραφικά παλαιά έθιμα που διατηρείται ακόμα σε πολλά χωριά του νομού Κοζάνης και ιδιαίτερα στα χωριά του Τσαρσαμπά ( τριάντα τρία συνολικά) είναι οι Λαζαρίνες.
Λαζαρίνες ονομάζονται τα κορίτσια που συμμετέχουν στις τριήμερες λαϊκές εορταστικές εκδηλώσεις, που αρχίζουν την Παρασκευή παραμονή του Λαζάρου κορυφώνονται το Σάββατο του Λαζάρου και λήγουν την Κυριακή των Βαΐων μετά τη θεία Λειτουργία.
Τα κορίτσια κάθε γειτονιάς σχηματίζουν παρέες (μπλίκια) κατά ηλικίες π.χ. παρέες της προσχολικής, της σχολικής, της μετασχολικής ηλικίας και τέλος παρέες της ηλικίας γάμου (16-17 ετών). Κάθε παρέα έχει μια μικρή (8-10 ετών) που κρατάει το στολισμένο καλάθι. Επισκέπτονται ένα-ένα τα σπίτια με τη σειρά αρχίζοντας από την εκκλησία, το σπίτι του παππά, του προέδρου, του δάσκαλου και όλα τα υπόλοιπα.
Η προετοιμασία για την εκμάθηση των λαζαριάτικων τραγουδιών γίνεται από καιρό. Στις μεγάλες χειμωνιάτικες νύχτες οι γυναίκες και τα κορίτσια του χωριού για να περάσουν ευχάριστα την ώρα τους συγκεντρώνονται στα σπίτια εκ περιτροπής και κατά γειτονιές και « νυχτερεύουν».
Στις ώρες των νυχτεριών , με την καθοδήγηση των μεγαλυτέρων γυναικών, τα κορίτσια μαθαίνουν τα λαζαριάτικα τραγούδια και τους χορούς. Έτσι, όταν φτάσει η γιορτή του Λαζάρου οι λαζαρίνες είναι έτοιμες και πολύ καλά προετοιμασμένες στο καθετί.
Πρωταρχική φροντίδα όταν έρθει η ώρα, την ημέρα δηλαδή του «φτωχολάζαρου» μια εβδομάδα πριν από το Σάββατο του Λαζάρου, είναι να συγκροτήσουν την παρέα τους, το μπλίκι και να καθορίσουν το κονάκι τους. Κονάκι ονομάζεται το σπίτι, όπου θα μείνουν και θα διασκεδάσουν οι λαζαρίνες της κάθε παρέας δύο βραδιές.Το βράδυ της παραμονής της γιορτής και το Σαββατόβραδο του Λαζάρου μέχρι τα ξημερώματα της κυριακής των Βαΐων. Στα ολονύχτια αυτά γλέντια συμμετέχουν ως καλεσμένοι από τις λαζαρίνες και νέοι του χωριού, συγγενείς και φίλοι. Αφού ρυθμίσουν όλες τις λεπτομέρειες και προγραμματίσουν τη σειρά που θα ακολουθήσουν στις επισκέψεις των σπιτιών, στήνουν ανάποδα μια πυροστιά, τοποθετούν πάνω σ’αυτήν αναποδογυρισμένη μια γάστρα, που ψήνουν τις πίττες και βάζουν μέσα ένα αγριολάχανο, το λάπατο και ένα προσφώλι (αυγό κλούβιο που αφήνουν οι νοικοκυρές στις φωλιές για να γεννούν οι κότες.)
Έπειτα πηδούν η κάθε μια με τη σειρά τη γάστρα για να είναι σιδερένιες στην υγεία όλο το χρόνο, αφού πρώτα χορέψουν και τραγουδήσουν.
Το πήδημα της γάστρας επαναλαμβάνεται τρεις φορές. Υπάρχει η πρόληψη ότι όποια από τις λαζαρίνες κατά το πήδημα ακουμπήσει στη γάστρα δεν θα έχει καλή υγεία όλο το χρόνο. Όταν τελειώσουν με το πήδημα της γάστρας κατεβαίνουν στις βρύσες και πετούν το αυγό μέσα στις βατομουριές . Στη συνέχεια ετοιμάζουν τη στολή τους, τη φορεσιά όπως τη λένε .Η φορεσιά είναι ιδιόμορφη και διαφορετική για κάθε ηλικία κοριτσιών.
Όλες οι φορεσιές είναι περίτεχνα καμωμένες στο χέρι και στον αργαλειό, ομορφοκεντημένες, πολύχρωμες. ‘Έτσι καλοντυμένες και ομορφοστολισμένες, οι λαζαρίνες ξεκινούν για τις επισκέψεις σε όλα τα σπίτια του χωριού και στο κάθε σπίτι θα τραγουδήσουν το αντίστοιχο τραγούδι ανάλογα με το επάγγελμα και την ιδιαιτερότητα του κάθε νοικοκύρη, ανάλογα με τους πόθους, τους καημούς και τα όνειρά του.
Είναι περίπου τα ίδια τραγούδια, όλα επαινετικά, με τα τραγούδια που λένε τα παιδιά στα κάλαντα του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων στις χειμερινές δηλαδή γιορτές”.
Δημήτρης Β. Ρίγγος
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Κ.Ε.Σιαμπανόπουλος. Οι Λαζαρίνες ( Αιανής
Κοζάνης ) Θεσσαλονίκη 1973
Λ.Ε.Νάνος. Το Βελίστη (Λευκοπηγή) Ιστορία-Λαογραφία. Θεσσαλονίκη 1985
Δ.Β.Ρίγγος. Πασχαλόγιορτα στα Γρεβενά Θεσσαλονίκη 2οο2
Δ.Β.Ρίγγος. Τα λαογραφικά του Σπηλαίου Γρεβενών Θεσσαλονίκη 2005.