Η ημερομηνία μιας πιθανής συνάντησης Μητσοτάκη-Ερντογάν, που για τους παρεπιδημούντες στην Ιερουσαλήμ ψιθυριζόταν κατά το τελευταίο δεκαήμερο, τελικά δημοσιοποιήθηκε από τουρκικές πηγές. Σύμφωνα με αυτές, η συνάντηση θα πραγματοποιηθεί στις 13 Μαρτίου στην Κωνσταντινούπολη, όπου αναμενόταν να μεταβεί ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας για να επισκεφθεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο – μια επίσκεψη που αναβλήθηκε δυο φορές λόγω της πανδημίας.
Εύλογο πάντως είναι το ερώτημα, γιατί προέκυψε ξαφνικά μια τέτοια συνάντηση. Την στιγμή μάλιστα που η ρητορική παραμένει άκρως προκλητική, όπως δηλώνουν κάθε εβδομάδα αξιωματούχοι από Τουρκία και Ελλάδα με τελευταίο τον υπουργό Άμυνας της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ να παίρνει την σκυτάλη από τον υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου.
Σε μία πιο προσεκτική όμως ανάγνωση, είναι καιρό που η Άγκυρα, αλλά και η Αθήνα σε όλες σχεδόν τις «επιθετικές ή προκλητικές» δηλώσεις και ανακοινώσεις της διελκυστίνδας, σημειώνουν ότι η επίλυση των διαφορών με διάλογο είναι εφικτή, αλλά είναι και θέμα βούλησης. Βέβαια η βούληση που εκφράζεται είναι δύσκολο να διακριθεί στην πράξη, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, αλλά ακόμη και σήμερα στην ρητορική.
Σημαντική μία ειλικρινής συνεργασία των συμμάχων
Παράλληλα η κρίση που έχει προκαλέσει η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καθιστά μεγάλη και επιζήμια «πολυτέλεια» για την ατλαντική συμμαχία τη διαμάχη των δύο χωρών της ανατολικής πτέρυγάς του. Είναι ξεκάθαρο εδώ και καιρό πως οι Ηνωμένες Πολιτείες με την στάση τους, τις δηλώσεις αξιωματούχων επισήμως, αλλά και κεκλεισμένων των θυρών εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους για ενέργειες που προκαλούν κλιμάκωση. Τώρα όμως η κατάσταση που διαμορφώνεται στο πεδίο καθιστά σημαντικότερη μια ειλικρινή συνεργασία των συμμαχικών χωρών. Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμη και η επιχείρηση ανάπτυξης των αμερικανικών δυνάμεων στην Αλεξανδρούπολη είχε ενοχλήσει την Άγκυρα.
Όπως και να έχουν τα πράγματα αν η συνάντηση επιβεβαιωθεί και από ελληνικής πλευράς, όσο και να μην υπάρχουν υψηλές προσδοκίες, είναι θετικό να προκύψει ένας ειλικρινής και ουσιαστικός διάλογος. Διότι δύναται να βάλει τις σχέσεις σε τροχιά εξομάλισης, κάτι το οποίο αποτελεί προϋπόθεση και για τη διευθέτηση θεμάτων μελλοντικά.
Ανδρέας Ρομπόπουλος, Κωνσταντινούπολη