Κυβερνήσεις, ενεργειακοί κολοσσοί, αυτοκινητοβιομηχανίες και ομάδες lobbying συμφωνούν σε ένα πράγμα: η χρήση υδρογόνου είναι καθοριστικής σημασίας για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ώστε οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής να μη λάβουν καταστροφικές διαστάσεις.
Γι’ αυτό άλλωστε η αγορά υδρογόνου έχει πυροδοτήσει μια παγκόσμια επιχειρηματική μάχη, η αξία της οποίας θα αγγίξει τα 700 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2050, σύμφωνα με το Bloomberg.
Από τη μεριά της η Ευρωπαϊκή Ένωση παίρνει θέση με όπλο ένα επενδυτικό πλάνο 470 δισεκατομμυρίων ευρώ (550 δισεκατομμύρια δολάρια) για τη δημιουργία υποδομών υδρογόνου. Αλλά δεν είναι μόνη της στον αγώνα αυτό. Κίνα, Ιαπωνία και Νότια Κορέα έχουν εκπονήσει αντίστοιχα σχέδια, ενώ και η πετραλαιοπαραγωγός Σαουδική Αραβία σχεδιάζει μια μονάδα παραγωγής αμμωνίας με βάση το υδρογόνο, ύψους 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων
Η χρήση του υδρογόνου ως πηγής ενέργειας είναι ιδέα που μετρά σχεδόν έναν αιώνα. Μια ηλεκτρική μηχανή παραγωγής του εν λόγω αερίου εγκαταστάθηκε το 1927 στη Νορβηγία για την παραγωγή λιπασμάτων. Από τότε το υδρογόνο έχει χρησιμοποιηθεί σε αερόπλοια, πυραυλοκινητήρες και πυρηνικά όπλα.
Ωστόσο, η παρασκευή του έχει σοβαρά μειονεκτήματα. Είναι δαπανηρή, αποθηκεύεται δύσκολα και πάνω απ’ όλα είναι εκρηκτικά εύφλεκτο.
Σε κάθε περίπτωση η Ευρώπη έχει αποφασίσει να κινηθεί επιθετικά. Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν von der Leyen έθεσε την «Πράσινη Συμφωνία» στο επίκεντρο ενός επενδυτικού σχεδίου 750 δισεκατομμυρίων ευρώ που θα βοηθήσει την οικονομία των 27 να ανακάμψει από την πανδημία. Στην καρδιά αυτού του σχεδίου βρίσκεται η δημιουργία εγκαταστάσεων ισχύος 40 gigawatts για την παραγωγή υδρογόνου από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μέσα στην τρέχουσα δεκαετία.
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν βιομηχανίες, κυρίως τα διυλιστήρια και η βιομηχανία χημικών, που βασίζονται ήδη στο υδρογόνο. Ωστόσο, συνήθως χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα για την παραγωγή του, εκλύοντας με τον τρόπο αυτό μεγάλες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Ωστόσο το υδρογόνο μπορεί να παραχθεί χωρίς την έκλυση αερίων του θερμοκηπίου, είτε χρησιμοποιώντας διατάξεις που τροφοδοτούνται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είτε με τη σύλληψη των εκπεμπόμενων αερίων. Αυτές οι μέθοδοι ελαχιστοποιούν το αποτύπωμα άνθρακα επειδή το υδρογόνο παράγει κυρίως υδρατμούς όταν καίγεται. Αυτό προσελκύει την προσοχή επιχειρηματικών κολοσσών, καθώς υπάρχει η ανάγκη για στροφή σε «καθαρές» πηγές ενέργειας.
Η Shell σχεδιάζει να παράγει υδρογόνο για τα διυλιστήρια της, η Airbus θέλει να αεροπλάνα της να «καίνε» το συγκεκριμένο καύσιμο και ο γίγαντας της χαλυβουργίας, ArcelorMittal, εξελίσσει ένα πιλοτικό έργο για την αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με υδρογόνο
Την ίδια στιγμή που η Ευρώπη έχει εντοπίσει τις αλλαγές στο ενεργειακό πεδίο και καταστρώνει τα σχέδιά της, η Κίνα δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια. Κατασκευάζει ήδη ένα γιγαντιαίο αιολικό και ηλιακό πάρκο για την παραγωγή υδρογόνου στην περιοχή της εσωτερικής Μογγολίας. Το μεγαλύτερο διυλιστήριο εγχώριου πετρελαίου, η Sinopec, δήλωσε στις 29 Οκτωβρίου ότι επενδύει σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού υδρογόνου για να γίνει «ένας σημαντικός παίχτης της αγοράς», παρόλο που είναι ήδη ο μεγαλύτερος τοπικός παραγωγός.
Στο μεταξύ, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος και φθηνότερος κατασκευαστής ηλεκτρολυτών, εκμεταλλευόμενη το χαμηλότερο κόστος εργασίας και πρώτων υλών. Πρόκειται για συσκευές απαραίτητες στην παρασκευή υδρογόνου. Η Cockerill Jingli Hydrogen, εγκαινίασε ένα εργοστάσιο 18.000 τετραγωνικών μέτρων πέρυσι στην Κίνα με ικανότητα παραγωγής 350 μεγαβάτ ηλεκτρολυτών ετησίως. Το νούμερο αυτό θα επεκταθεί στα 500 μεγαβάτ.
Οι ευρωπαίοι κατασκευαστές προσπαθούν να ακολουθήσουν. Οι βρετανικές Green Hydrogen Systems και ITM Power καθώς και η Nel ASA της Νορβηγίας σχεδιάζουν να ανοίξουν εργοστάσια μέσα σε ένα χρόνο με συνολική ετήσια παραγωγή περίπου 830 μεγαβάτ. Η γερμανική Thyssenkrupp έχει δηλώσει ότι διαθέτει ήδη 1.000 μεγαβάτ παραγωγικής ικανότητας ηλεκτρολυτών.
Η Κίνα δεν έχει ξεπεράσει ακόμα την ευρωπαϊκή αγορά, αλλά αυτό δεν αποκλείεται να συμβεί τα επόμενα χρόνια. Την ίδια στιγμή η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα επικεντρώνονται στην τεχνολογία κυψελών καυσίμου. Η Hyundai σχεδιάζει να εξάγει 64.000 υδρογονοκίνητα φορτηγά έως το 2030.
Για μια «πίτα» αξίας 700 δισεκατομμυρίων δολαρίων, είναι δεδομένο ότι όλοι οι «παίχτες» θα λάβουν θέση όσο το δυνατόν ταχύτερα, με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις.
Hmerisia