Τήν γάρ ἀλήθειαν εἰς φῶς ἄγει χρόνος..

Η γλώσσα συνιστά το βασικότερο συστατικό στοιχείο για μια κοινότητα ανθρώπων,
για μια κοινωνία, για τον αυτοπροσδιορισμό μιας φυλής. Η γλώσσα, το μέσο επικοινωνίας ανθρώπων και δημιουργίας πολιτισμού, αποτελεί  τον ακρογωνιαίο λίθο ενός έθνους και την πεμπτουσία της ιδιαιτερότητας – αυτοσυνειδησίας ενός λαού, της εθνικής ταυτότητας και συνείδησής του.

Ένας λαός αποκτά ύπαρξη στο παρόν και μέλλον μόνο με την ύπαρξη της δικής του γλώσσας. Άρα, αν κάποιος σχεδιάζει να «δημιουργήσει» ένα κράτος-έθνος με συνοχή και ταυτότητα, πρέπει να του «βρει» και γλώσσα.

Στις μέρες μας γινόμαστε όλοι μάρτυρες, αυτόπτες μάλιστα, στην προσπάθεια που ξεκίνησε, πριν περίπου 80 χρόνια, να δημιουργηθεί μια εθνότητα, ένα κρατίδιο με ταυτότητα – γλώσσα- πολιτισμό που δεν είχε, δεν του ανήκε, που είναι κλεμμένα. Προσπάθεια η οποία είχε καθαρά πολιτικά κίνητρα της εποχής και σκοπιμότητες τότε, αλλά και σήμερα.

Μέχρι και το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο η περιοχή της FYROM ανήκε στο Σερβικό κράτος και ονομαζόταν Νότια Σερβία ή Vardarska Banovina δηλ. διοίκηση του Βαρδάρη και οι κάτοικοι Νότιοι Σέρβοι και κανένας μέχρι τότε δεν είχε μιλήσει για «Μακεδονικό» έθνος και Μακεδονική γλώσσα και «Μακεδόνες». Στις  29 Νοεμβρίου 1943  στην ορεινό χωριό Γιαϊτσε της Βοσνίας συνεδριάζει  το Αντιφασιστικό Συμβούλιο Λαϊκής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (AVNOJ) που ουσιαστικά είναι το υποτυπώδες κοινοβούλιο του αντάρτικου στρατού του Τίτο και αποφάσισε την οργάνωση της χώρας σε ομοσπονδιακή βάση. Μία λοιπόν από τις ομοσπονδίες ήταν και η «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας», η σημερινή FYROM και άρχισε η συστηματική προσπάθεια τεχνίτης δημιουργίας ενός έθνους από τον Γιόσιπ Μπρόζ Τίτο επιδιώκοντας: αρχικά, τη συγκράτηση και αφομοίωση της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας εντός της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας, γιατί οι κάτοικοι της περιοχής στην πλειοψηφία τους ήταν βουλγαρικής αυτοσυνειδησίας και κατά δεύτερον, την επέκταση της Γιουγκοσλαβίας στην βουλγαρική και ελληνική Μακεδονία.

Κατασκεύασαν μια νέα «Μακεδονική ιστορία και γλώσσα». Την προώθηση της νέας «μακεδονικής» γλώσσας μέσω της διεθνούς τους προπαγάνδας ανέλαβε πρώτη η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου των Σκοπίων, το έτος 1946. Ιδιαίτερα σημαντικό κρίνεται το έργο του Koneski, «Μακεδονική βιβλιογραφία και μακεδονική βιβλιογραφική γλώσσα», του έτους 1945. Μετά το 1953, καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε, το Ινστιτούτο της «Μακεδονικής» γλώσσας και η «Μακεδονική» Ακαδημία Επιστημών και Τεχνών. Σημειωτέον ότι η διεθνής προπαγάνδα και η προωθήσει αυτών των θέσεων συνεχίζεται με την ίδια ένταση και συστηματικότητα και μεθοδικότητα μέχρι σήμερα από το νεοσυσταθέν κράτος της  FYROM.

Σύμφωνα με το άρθρο 7, του Συντάγματος των Σκοπίων (1992): «Η Μακεδονική γλώσσα με το Κυριλλικό αλφάβητο είναι η επίσημη γλώσσα στη Δημοκρατία της Μακεδονίας…». Τίθεται το ερώτημα  πότε βαφτιστικέ «μακεδονική», η σλαβική (βουλγαρική) διάλεκτος  η οποία χρησιμοποιείται από τους κατοίκους της  και πότε αυτή εισήχθη στην καθημερινότητα των πολιτών της FYROM. Πρέπει να τονιστεί ότι από τις 11 Ιανουαρίου του 2018, ως επίσημη γλώσσα της FYROM θεωρείται πλέον και η Αλβανική.

Δημιουργήθηκε μία ιδιαίτερη γλώσσα, στην οποία έπρεπε να μειωθεί και να συγκαλυφθεί με κάθε τρόπο η μεγάλη συγγένεια του ιδιώματος με τη βουλγαρική, την οποία ονόμασαν «μακεδονική». Έτσι, από το έτος 1944, στην FYROM η επίσημη γλώσσα της χώρας είναι η λεγόμενη «μακεδονική», η οποία μπορεί να μην έχει καμία σχέση με την γλώσσα των αρχαίων Ελλήνων Μακεδόνων, δημιουργεί όμως εντονότατη ανησυχία, γιατί επιμένουν στη χρήση ενός καθαρά ελληνικού όρου για μία σλαβική διάλεκτο.

Η λεγόμενη «μακεδονική» γλώσσα, μια γλώσσα «εργοστασίου»,  λεξιλογικά,  γραμματικά και συντακτικά είναι μία διάλεκτος της βουλγαρικής με επιμειξία πολλών σερβικών, τουρκικών, ελληνικών και αλβανικών στοιχείων. Ο γλωσσολόγος Νικόλαος Ανδριώτης τονίζει ότι πρόκειται για σλαβικό ιδίωμα, το οποίο σχετίζεται με την Βουλγαρική. Στην ουσία η λεγόμενη «μακεδονική» γλώσσα είναι ένα τοπικό ιδίωμα, ένα μείγμα των διαλέκτων που ομιλούσαν οι κάτοικοι των περιοχών Βέλες, Πρίλεπ, Κίτσεβο και Βιτωλίων (Μοναστήρι). Επιπροσθέτως  ο Ν. Ανδριώτης υποστηρίζει ότι η σλαβική γλώσσα (στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι ο Αλέξανδρος απεβίωσε το 323 π.Χ. και οι Σλάβοι των Σκοπίων που επιθυμούν να αποκαλούνται «Μακεδόνες» εμφανίζονται από τον βορρά στην περιοχή τον 7ο μ.Χ. αιώνα, δηλαδή 1000 έτη αργότερα) άρχισε να διαδίδεται επί Βυζαντίου στην  Μακεδονία με τους εξής τρόπους : α. Από Σλάβους δούλους, που οι Βυζαντινοί γαιοκτήμονες εγκαθιστούσαν στα κτήματά τους ως αγρότες, β. Από Έλληνες αιχμαλώτους των Βουλγάρων, που έμαθαν σλαβικά και μετά την απελευθέρωσή τους και επάνοδό τους, συνήθως μετά από αρκετά χρόνια, εξακολουθούσαν να τα χρησιμοποιούν και γ. Οι συναλλασσόμενοι με Σλάβους Έλληνες μάθαιναν εύκολα σλαβικά, ενώ ή εκμάθηση της ελληνικής από τους Σλάβους ήταν δύσκολη.

Η αναγνώριση της λεγόμενης «μακεδονικής» ως επίσημης γλώσσας της νεοϊδρυθείσας Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της «Μακεδονίας», έγινε στις 2 Αυγούστου του 1944, από την πρώτη συνεδρίαση του Αντιφασιστικού Συμβουλίου για την Απελευθέρωση του Λαού της «Μακεδονίας» (ASNOM, Antifašističko Sobranie na Narodnoto Osloboduvanje na Makedonija), η οποία πραγματοποιήθηκε στην μονή Πρόχορ Πτσίνσκι (Prohor Pčinski).

 

Να τονιστεί ότι η τοπική διάλεκτος της FYROM ενισχύθηκε με την γλωσσική παρέμβαση από τη Βουλγαρία μεταξύ των ετών 1878-1912, δηλαδή από την Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου έως τους Βαλκανικούς πολέμους. Δεν θα πρέπει να λησμονήσουμε ότι μετά το έτος 1913 τα βουλγαρικά σχολεία που λειτούργησαν από την Εξαρχία στην περιοχή, από το έτος 1870, έγιναν σερβικά ή έκλεισαν. Την περίοδο αυτή, του μεσοπολέμου, η περιοχή της FYROM ονομαζόταν Νότια Σερβία και το ιδίωμα της τοπικής διαλέκτου «νοτιοσερβικό». Έτσι, η σερβική γλώσσα αποτέλεσε την συνέχεια της βουλγαρικής, την οποία προσπάθησαν οι Βούλγαροι να επιβάλουν μέσω της Εξαρχίας και της παιδείας στην τοπική διάλεκτο. Η λεγόμενη «μακεδονική» γλώσσα είναι στην ουσία μία σερβο-βουλγαρική γλώσσα, μία τεχνικά εκσερβισμένη Βουλγαρική, η οποία επιβλήθηκε ως επίσημη γλώσσα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, όπως προαναφέρθηκε, ώστε να αποφευχθούν οι όποιες εκ νέου βουλγαρικές διεκδικήσεις στην περιοχή. Έτσι  μορφολογικά μοιάζει με τη Βουλγαρική και φωνητικά με την σερβική. Σε αυτήν λοιπόν την γλώσσα έδωσαν την παραπλανητική και ψευδώνυμη ονομασία «μακεδονική».

Συμπερασματικά, η δημιουργία και η καθιέρωση της λεγόμενης «μακεδονικής» γλώσσας ( την οποία είναι διατεθειμένη η σημερινή πολιτική ηγεσία της Ελλάδας να αναγνωρίσει) είναι απόρροια πολιτικής απόφασης-σχεδιασμών-συμφερόντων και όχι της φυσικής εξέλιξης και ανάγκης των ανθρώπων, δεν είναι ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ φυσικής εξέλιξης αιώνων, αλλά τεχνικής- χαλκευμένης επεξεργασίας. Το επίσημο αλφάβητο είναι το κυριλλικό και αποτελείται από τριάντα ένα (31) γράμματα. Το λεξιλόγιο είναι επιμειξία βουλγαρικών με πολλές σερβικές, τουρκικές, ελληνικές και αλβανικές λέξεις.

Ποια είναι όμως η ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ;

Η αρχαία μακεδονική γλώσσα  σύμφωνα όμως με μελέτες σπουδαίων γλωσσολόγων, ήταν ελληνική. Την αρχαία ελληνική γλώσσα συνιστούσαν πολλές διάλεκτοι, μία εκ των οποίων ήταν και η μακεδονική (με δωρικά και αιολικά στοιχειά).

Αρκετά  μετά την εκστρατεία του Αλέξανδρου, διαμορφώνεται η ελληνιστική κοινή. Η απλουστευμένη μορφή της αρχαίας ελληνικής, η οποία αποτέλεσε το γλωσσικό έρεισμα, επάνω στο οποίο στηρίχτηκε ο Χριστιανισμός και η αυτοκρατορία της Κωνσταντινουπόλεως.

Η μακεδονική δεν ήταν μια μη ελληνική γλώσσα, αλλά διάλεκτος της ελληνικής!

Συμπερασματικά, η γλώσσα των Μακεδόνων ήταν μια ξεχωριστή και ιδιαίτερη μορφή της ελληνικής που αντιστάθηκε στις εξωτερικές επιδράσεις και ήταν συντηρητική στην προφορά. Την μιλούσαν οι Μακεδόνες κατά την 1η χιλιετία π.Χ. μέχρι τον 4α π.Χ, όταν υποτάχτηκε σχεδόν ολοκληρωτικά στην πλημμυρίδα της κοινής ελληνικής, από την Αττική ελληνική διάλεκτο.

Πρόσφατα επιγραφικά ευρήματα ενισχύουν την άποψη ότι πρόκειται για βορειοδυτική ελληνική διάλεκτο που χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερη φωνολογία.

To 1986 βρέθηκε στην Πέλλα ένα από τα σημαντικότερα από γλωσσική άποψη κείμενα της μακεδονικής γης. Πρόκειται για ένα ταπεινό κείμενο, μολύβδινο έλασμα που βρέθηκε στην πρώτη νεκρόπολη της Πέλλας, μια ερωτική κατάρα (κατάδεσμος), αλλά αποτελεί μια από τις σπουδαιότερες άμεσες μαρτυρίες για την ελληνική διάλεκτο που μιλούσε ο μακεδονικός λαός στην πρωτεύουσα του βασιλείου του. Χρονολογείται γύρω στα 375-350 π.Χ. και δείχνει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η γλώσσα των Μακεδόνων αποτελούσε μια ξεχωριστή παραλλαγή των λεγόμενων βορειοδυτικών ελληνικών διαλέκτων(δωρικής – Αιολικής).Το κείμενο είναι μοναδικό, αφού κανένα άλλο παρόμοιο δεν έχει βρεθεί στην περιοχή της Μακεδονίας.

Πλην αυτής της επιγραφής όλες οι υπόλοιπες που έχουν ανακαλυφθεί μέχρι σήμερα στη Μακεδονία είναι γραμμένες στην αττική ελληνική που ήταν και η επίσημη γλώσσα του βασιλείου των Μακεδόνων. Η ελληνική από ότι φαίνεται ήταν η μόνη γραπτή γλώσσα της Μακεδονίας.
Πάντως δεν υπάρχει σε κανένα κείμενο αναφορά σε χρήση μεταφραστών ανάμεσα σε Μακεδόνες και τους υπόλοιπους Έλληνες.
Επίσης να προσθέσω ότι οι Πέρσες αποκαλούσαν τους Μακεδόνες YAUNA TAKABARA -‘Γιαουνα Τακαμπαρα’ που θα πει Έλληνες (Ίωνες) με καπέλα.
Ο Αριστοτέλης ανέλαβε την ενίσχυση της Ελληνικής παιδείας των Μακεδόνων και πέρασε πάρα πολλά χρόνια στην Μακεδονία. Ο Ευριπίδης αφιέρωσε την τραγωδία Αρχέλαος στην Μακεδονία, κάτι το οποίο δεν υπήρχε περίπτωση να κάνει κάποιος Έλληνας τραγικός σε “ξένους”. Μάλιστα, προβάλλει στην τραγωδία αυτή τον Μακεδόνα βασιλιά ως σύμβολο ομονοίας των Ελλήνων. Ο Ευριπίδης δεν συνέθεσε απλώς τραγωδίες αλλά ανέβασε κιόλας στην Μακεδονία πράγμα που σημαίνει κοινό με πλήρη γνώση της ελληνικής, και στις δυο εκφράσεις, Αττική-Δωρική.  Στην Ιφιγένεια εν αυλίδι, τραγωδία που ανέβασε ο Ευριπίδης στην Μακεδονία αναφέρει ότι είναι φυσικό οι Έλληνες να εξουσιάζουν βαρβάρους, επειδή έχουν ελεύθερο φρόνημα, ενώ οι άλλοι φρόνημα δούλου(στ.1399-1440)κάτι το οποίο, αν αισθάνονταν Σλάβοι και όχι Έλληνες οι Μακεδόνες, δεν υπήρχε περίπτωση να το ανεχτούν.

Όταν η εφαρμοσμένη πολιτική παραγκωνίζει σκόπιμα την ιστορική αλήθεια και την επιστημονική πραγματικότητα, όταν χαλκεύει και παραχαράζει το παρελθόν ενός Έθνους, ενός Λαού του οποίου η ιστορία του χάνεται στα βάθη των Χιλιετιών  τότε θα έχουμε όχι θετικά αποτελέσματα.

Βιβλιογραφία

  • Γρ. Τσιριγκάς, Άνω Μακεδονία, Εκδ. Μπαρμπουνάκη.
  • Otto Abel, Ιστορία της Μακεδονίας, Εκδ. Καραβία, Δ. Ν. – Αναστατικές Εκδόσεις..
  • Όμηρος, Ιλιάδα, Εκδ. Γκοβόστη.
  • Στράβων, Γεωγραφικά, Εκδ. Πάπυρος.
  • Άρθρο Γεώργιου Νεκτάριου Λόη, Ph.D. Ιστορικός – Σλαβολόγος
  • G.L. Hammond – G.T Griffith: Ιστορία της Μακεδονίας, εκδ. Μαλλιάρης.
  • Koneski, Makedonskata literatura i makedonskiot literaturi jazik, predavanje drzano na skopskiot naroden univerzitet, Skoplje 1945. 4 Γεώρ. Νεκ. Λόης, «Υποχρεωτικές οι αλλαγές στο Σύνταγμα των Σκοπίων», ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΟΣ, αρ. φυλ. 547, Πάτρα, 20 Ιανουαρίου 2018

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.