Μπορεί το βασικό στοιχείο του κυβερνητικού σχεδιασμού τους τελευταίους μήνες να ήταν το πώς θα κλείσει η αξιολόγηση και πώς μέσω διαπραγμάτευσης θα καμφθούν ορισμένες από τις υπερβολικές απαιτήσεις των δανειστών, ωστόσο οι προτεραιότητες τα τελευταία 24ωρα -μετά και την ψυχρολουσία στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ- φαίνεται πως έχουν αλλάξει άρδην.
Το Μαξίμου υπό την πίεση του χρόνου που εξαντλείται απειλητικά φέρνοντας τη χώρα όλο και πιο κοντά στις δανειακές απαιτήσεις του καλοκαιριού, οι οποίες δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν χωρίς να υπάρξει συμφωνία και απελευθέρωση κονδυλίων από την πλευρά των δανειστών, είναι πλέον έτοιμο να αποδεχθεί οποιοδήποτε deal, προκειμένου να εξέλθει από άλλη μια αδιέξοδη διαπραγμάτευση, στην οποία με δική του ευθύνη παγιδεύτηκε και αυτή τη φορά.
Υπό το φως των εξελίξεων, η βασική μέριμνα πλέον του κυβερνητικού επιτελείου είναι, πώς αυτή η συμφωνία μπορεί να επικοινωνηθεί με το μικρότερο δυνατό πολιτικό κόστος στους πολίτες.
Ωστόσο, ο βαρύς λογαριασμός που καλούνται να πληρώσουν και πάλι οι πολίτες, αλλά και η διάψευση των ελπίδων για ρύθμιση στο ζήτημα του χρέους, κάτι που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «αντίβαρο» στα μέτρα, καθιστούν ακόμη πιο δύσκολο το έργο αυτό.
Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν, επιστρατεύονται όλα τα πιθανά «όπλα» για την επικοινωνιακή αντεπίθεση, με τον ίδιο τον Αλ. Τσίπρα να αναλαμβάνει τον κεντρικό ρόλο στην προσπάθεια και να βγαίνει μπροστά. Εξαγγελίες για ανάπτυξη, υποσχέσεις για βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, δεσμεύσεις για αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης, ακόμη και σχέδια για… λίφτινγκ στο κυβερνητικό σχήμα, μέσω κάποιου ανασχηματισμού που θα μπορούσε να βγάλει από το κάδρο πρόσωπα που έχουν «κουράσει» την κοινή γνώμη, ή δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα, αποτελούν ορισμένες από τις κυβερνητικές προτεραιότητες.
Εν αρχή ην… οι βουλευτές
Προκειμένου να πειστούν οι πολίτες για τα «οφέλη» της συμφωνίας που πέτυχε η διαπραγματευτική ομάδα, θα πρέπει πρώτα να πεισθούν τα στελέχη και κυρίως οι βουλευτές του κόμματος, οι οποίοι και θα κληθούν να σηκώσουν το «βάρος» της υπερψήφισης των νέων αντιλαϊκών μέτρων. Το Μαξίμου ελπίζει πως το αργότερο μέχρι τα μέσα Μαΐου, τα επίμαχα νομοσχέδια μπορούν να έχουν έρθει στην Ολομέλεια προκειμένου να πάρουν το «πράσινο φως» από την κυβερνητική πλειοψηφία, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για ολοκλήρωση της συμφωνίας μέχρι το Eurogroup στις 22 του μήνα.
Και μπορεί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος να επαναλαμβάνει σχεδόν μονότονα πως η κοινοβουλευτική ομάδα είναι ενιαία και συμπαγής, ωστόσο η αλήθεια είναι πως ανησυχία στο Μαξίμου υπάρχει. Και αυτό όχι μόνο για το αν θα προκύψουν βουλευτές που θα καταψηφίσουν τη συμφωνία – κάτι που μάλλον είναι απίθανο, καθώς κανένας από τους 153 δεν πρόκειται να αναλάβει προσωπικά την ευθύνη ανατροπής, επί της ουσίας, της κυβέρνησης – όσο για το αν βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θα υπηρετήσουν επιτυχώς το δύσκολο έργο ενεργούς στήριξης της συμφωνίας και συνολικότερα των επιλογών του Μαξίμου. Για τον σκοπό αυτό, εντός των επόμενων ημερών αναμένεται να συγκληθεί η Κοινοβουλευτική Ομάδα υπό τον πρωθυπουργό, προκειμένου ο Αλ. Τσίπρας να ενημερώσει αναλυτικά για το περιεχόμενο της συμφωνίας και τα μέτρα που τη συνοδεύουν και να «εξηγήσει» στους βουλευτές του, τις αποφάσεις που έχει λάβει το κυβερνητικό επιτελείο. Με αυτό τον τρόπο εκτιμάται ότι μπορούν να αντιμετωπισθούν εγκαίρως οι οποίες διαφωνίες -κάτι το οποίο επιχειρήθηκε και σε επίπεδο κόμματος με τη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής- και οι ενδεχόμενες «γκρίνιες» να εκτονωθούν εντός των οργάνων, ώστε να μη μετατραπούν αργότερα σε διαρροές κατά τις κρίσιμες ψηφοφορίες.
Βουλευτές σε εγρήγορση
Πάγια τακτική των κυβερνήσεων, ιδίως σε δύσκολες περιόδους, είναι ο ανασχηματισμός -ή έστω η απειλή του, μέσω διαρροών και σεναρίων- προκειμένου αφενός να κρατά σε… εγρήγορση τους βουλευτές και αφετέρου να στείλει μέσω αυτού, μήνυμα αλλαγής σελίδας και ανανέωσης στην κοινωνία.
Σε κάθε περίπτωση και παρότι από το Μαξίμου επιμένουν πως μοναδική μέριμνα αυτή την ώρα είναι η ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης ώστε να κλείσει η συμφωνία, ωστόσο αποτελεί κοινό μυστικό ότι εδώ και καιρό, το έργο και η αποτελεσματικότητα όλων των υπουργών έχει μπει -έστω και αθόρυβα- στο μικροσκόπιο. Σκοπός είναι, αφού ολοκληρωθεί το παζάρι με τους δανειστές, να μετατοπιστεί το κέντρο βάρους στα καθ’ ημάς και μέσω του ανασχηματισμού, αρχικά να κλείσει οριστικά η όποια συζήτηση περί πρόωρων εκλογών και παράλληλα να δοθεί νέα δυναμική στο κυβερνητικό σχήμα.
Το μόνο σίγουρο είναι πως άπαντες εντός ΣΥΡΙΖΑ μιλούν για ανασχηματισμό. Γι’ αυτό και δεν ξάφνιασε σχεδόν κανέναν η απάντηση που έδωσε προ ημερών ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος Ν. Ξυδάκης λέγοντας ότι θα τον «έβλεπε με καλό μάτι έναν ανασχηματισμό, στον βαθμό που θα υπηρετούσε τη σθεναρή μεταρρυθμιστική πορεία». Πρόσθεσε δε πως χρειάζονται υπουργεία ευέλικτα και γρήγορα, αλλά και ένα πολύ καλά συγκροτημένο πρωθυπουργικό γραφείο το οποίο να συντονίζει αυτή την προσπάθεια, παρέμβαση που από πολλούς ερμηνεύτηκε και ως μήνυμα προς την ηγεσία, για βελτίωση της επαφής που υπάρχει με τα στελέχη και τη βάση του ΣΥΡΙΖΑ.
Αν και κανείς δεν γνωρίζει ούτε τον χρόνο, ούτε το εύρος των αλλαγών, αφού αυτό αποτελεί παραδοσιακά αποκλειστικό προνόμιο του πρωθυπουργού, ωστόσο πολλά κυβερνητικά στελέχη τον τοποθετούν εντός του καλοκαιριού και κάνουν λόγο για διορθωτικές παρεμβάσεις στην κατεύθυνση της προώθησης της ανάπτυξης, των μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων. Κάποιοι μάλιστα χρησιμοποιούν και τον όρο «χειρουργικός ανασχηματισμός» προκειμένου να περιγράψουν τις στοχευμένες αλλαγές που προωθούνται.
Εσωκομματικές ισορροπίες
Σημαντικό ρόλο στις τελικές αποφάσεις του πρωθυπουργού για τον ανασχηματισμό είναι σίγουρο ότι θα παίξει και η τήρηση των λεγόμενων εσωκομματικών ισορροπιών.
Στο πλαίσιο αυτό είναι σίγουρο ότι ο Αλ. Τσίπρας θα επιχειρήσει για ακόμη μια φορά, να υπάρξει επαρκής εκπροσώπηση από όλες τις βασικές τάσεις και ομάδες στο εσωτερικό του κόμματος, ενώ δεν αποκλείεται να δώσει «ευκαιρίες» και σε νέα πρόσωπα των οποίων η καθημερινή παρουσία και στήριξη του κυβερνητικού έργου, έχει αξιολογηθεί θετικά.
Ισορροπίες εξάλλου πρέπει να τηρηθούν -για ακόμη μια φορά- και σε ό,τι αφορά την εκπροσώπηση του κυβερνητικού εταίρου, δηλαδή των ΑΝΕΛ.
Πέρα από τον Π. Καμμένο, ο οποίος θεωρείται αμετακίνητος στο υπουργείο Άμυνας, είναι σίγουρο ότι οι βουλευτές των ΑΝΕΛ θα διατηρήσουν τον αριθμό υπουργικών θώκων που έχουν και σήμερα, έστω και αν χρειαστεί να υπάρξουν αλλαγές σε ορισμένα πρόσωπα.
Καραμπόλες και μετακινήσεις – Ποιοι παραμένουν, ποιοι παίρνουν πίστωση χρόνου
Κρίσιμο παράγοντα από τον οποίο και θα εξαρτηθούν πολλά αναφορικά με τον σχεδιαζόμενο ανασχηματισμό, αποτελεί κατά κοινή παραδοχή η «τύχη» του Ευκλ. Τσακαλώτου και τούτο γιατί η παραμονή του ή μη στο υπουργείο Οικονομικών αναμένεται να προκαλέσει σειρά από «καραμπόλες», καθιστώντας αναγκαίες μια σειρά άλλων μετακινήσεων ή ακόμη και απομακρύνσεων προσώπων που σήμερα βρίσκονται στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Οι οριστικές αποφάσεις για το μέλλον του κ. Τσακαλώτου θα ληφθούν, όπως είναι φυσικό, μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, αφού όλο το τελευταίο διάστημα που οι διαπραγματεύσεις βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη, ουδείς μπορούσε να διανοηθεί αλλαγές στο οικονομικό επιτελείο.
Σε περίπτωση που Μαξίμου και Ευκλ. Τσακαλώτος αποφασίσουν από κοινού να αφήσει το τιμόνι του υπουργείου -είτε αποχωρώντας οριστικά από το κυβερνητικό σχήμα, ώστε να αφοσιωθεί περισσότερο στο ρόλο του εντός του κόμματος, με δεδομένο ότι έστω και τυπικά συνεχίζει να ηγείται της ομάδας των «53», είτε αναβαθμιζόμενος ακόμη και σε θέση αντιπροέδρου- τότε είναι σίγουρο ότι θα υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στην οδό Νίκης. Ως επικρατέστερα ονόματα για αντικαταστάτες του κ. Τσακαλώτου φέρονται τόσο ο αναπληρωτής υπουργός Γ. Χουλιαράκης, όσο και ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Δ. Λιάκος.
Σύμφωνα με πληροφορίες στον πρωθυπουργό έχουν φτάσει «μηνύματα» -και από την πλευρά των δανειστών- για αλλαγές στα λεγόμενα παραγωγικά υπουργεία, καθώς έχουν εντοπισθεί καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις.
Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, υπουργοί που αυτή τη στιγμή έχουν ανοιχτά μέτωπα, όπως συμβαίνει με τον υπουργό Οικονομίας Δ. Παπαδημητρίου που χειρίζεται τα ζητήματα της ανάπτυξης και το θέμα των κόκκινων δανείων, αλλά και του Γ. Σταθάκη που έχει το βάρος των ενεργειακών, δεν θεωρείται πιθανό να αντικατασταθούν.
Το ίδιο συμβαίνει και με μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου για τα οποία υπάρχει θετική αξιολόγηση όπως συμβαίνει με τον αναπληρωτή υπουργό Αλ. Χαρίτση, που έχει αναλάβει μεταξύ άλλων και τη διαχείριση του ΕΣΠΑ.
Εκτός οποιασδήποτε συζήτησης περί μετακίνησης θεωρείται ότι βρίσκονται και οι στενοί συνεργάτες του κ. Τσίπρα, όπως ο Δ. Τζανακόπουλος, ο Ν. Παππάς, η Όλγα Γεροβασίλη, ο Χρ. Βερναρδάκης, αλλά και ο Χρ. Σπίρτζης, παρά το γεγονός ότι έχει βρεθεί στο στόχαστρο έντονης κριτικής για τους χειρισμούς του.
Στην «κόκκινη» γραμμή
Σε κόκκινη γραμμή από την άλλη βρίσκονται υπουργοί που διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια που αφορούν την καθημερινότητα του πολίτη, όπως ο Ν. Τόσκας στο Προστασίας του Πολίτη ή ο Γ. Μουζάλας στο Μεταναστευτικής Πολιτικής, πρόσωπα που παρότι χαίρουν της προσωπικής στήριξης του κ. Τσίπρα, έχουν προκαλέσει κατ’ επανάληψη γκρίνια με τις επιλογές τους στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος. Ειδική περίπτωση φαίνεται ότι αποτελεί ο Π. Σκουρλέτης στο υπουργείο Εσωτερικών.
Ο υπουργός έχει ήδη ανοίξει μια βεντάλια από σημαντικά θέματα όπως οι ριζικές αλλαγές στον «Καλλικράτη», αλλά και οι μονιμοποιήσεις συμβασιούχων, γεγονός που, εμμέσως πλην σαφώς, δείχνει ότι έχει λάβει κάποιες διαβεβαιώσεις για παραμονή του στο συγκεκριμένο πόστο. Ωστόσο η στάση του εντός κόμματος, η ευθεία αμφισβήτηση βασικών κυβερνητικών επιλογών και η φημολογία ότι θα μπορούσε να ηγηθεί της εσωκομματικής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, τον έχουν βάλει στο «μικροσκόπιο» του Μαξίμου, καθιστώντας την παραμονή του στο κυβερνητικό σχήμα αβέβαιη για μια ακόμη φορά, με τις τελικές αποφάσεις να παραπέμπονται για την τελευταία στιγμή, όπως συνέβη και στον προηγούμενο ανασχηματισμό.