Με ένα τέταρτο μνημόνιο ισοδυναμεί στην πράξη η
δέσμευση που προτίθεται να αναλάβει η ελληνική κυβέρνηση για παράταση του δημοσιονομικού κόφτη και μάλιστα με την εξειδίκευση ότι σε περίπτωση αποκλίσεων θα εφαρμόζεται αυτόματη μείωση της έκπτωσης φόρου σε μισθωτούς-συνταξιούχους και αγρότες ή μείωση συντάξεων.
Αν αναλογιστεί κανείς ότι ο δημοσιονομικός στόχος για την επίτευξη του οποίου ετοιμάζεται να δεσμευτεί η κυβέρνηση, μεταφράζεται σε «παραγωγή» πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξεως των 7 δις. ευρώ σε ετήσια βάση, τότε γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι και μια μικρή απόκλιση της τάξεως της μιας ποσοστιαίας μονάδας, μπορεί να φέρει μέτρα δύο δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Τι σημαίνει δύο δις. ευρώ; Περίπου ένας νέος ΕΝΦΙΑ ή «ψαλίδισμα» της έκπτωσης φόρου από τα 1900 ευρώ που είναι σήμερα για τον εργένη, περίπου στα 1500 ευρώ. Ήτοι, άλλο ένα ετήσιο χαράτσι της τάξεως των 400 ευρώ για όλους τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Δεδομένου μάλιστα ότι ο στόχος του 3,5% δεν θα τεθεί για μόνο έναν χρόνο αλλά για τουλάχιστον μια 5ετία, οι Έλληνες φορολογούμενοι θα εξακολουθήσουν να ζουν τουλάχιστον μέχρι το 2024 με την αγωνία του τι θα λέει το δελτίο εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού. Η όποια απόκλιση, θα πληρώνεται με μια ακόμη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, είτε αυτή προέρχεται από την αύξηση των φόρων είτε από την περικοπή των συντάξεων.Η Παγκόσμια Τράπεζα, η οποία όπως και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει ζητήσει τη μείωση του αφορολογήτου, εκτιμά ότι μια περικοπή της φορολογικής έκπτωσης κατά 200 ευρώ, δηλαδή από τα 1900 ευρώ που είναι σήμερα στα 1700 ευρώ, μπορεί να αποφέρει περίπου ένα δις. ευρώ. Φυσικά, αυτά τα χρήματα δεν θα φτάσουν ποτέ εξ’ ολοκλήρου στο δημόσιο ταμείο καθώς μείωση του αφορολογήτου σημαίνει μείωση διαθέσιμου εισοδήματος, μείωση κατανάλωσης και λιγότερα έσοδα από ΦΠΑ και φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων. Άρα, απόκλιση ενός δις. ευρώ στο πρωτογενές πλεόνασμα, σημαίνει 400 ευρώ επιπλέον για κάθε οικογένεια μισθωτών στην οποία εργάζονται και οι δύο.
Οι πρώτες εκτιμήσεις για τον υπολογισμό της «προσωπικής διαφοράς» κάνει λόγο για ένα ποσό της τάξεως των 4 δις. ευρώ. Δηλαδή, οι σημερινοί συνταξιούχοι, εξακολουθούν και εισπράττουν τέσσερα δις. ευρώ τα οποία δεν θα εισέπρατταν αν εφαρμοζόταν και γι’ αυτούς ο νόμος Κατρούγκαλου. Τέσσερα δις. ευρώ, αντιστοιχούν περίπου στο 14% της ετήσιας συνταξιοδοτικής δαπάνης. Άρα, για να καλυφθεί μια δημοσιονομική απόκλιση της τάξεως των 2 δις. ευρώ μέσα από την περικοπή των αποδοχών των συνταξιούχων, θα πρέπει να γίνει οριζόντια μείωση της τάξεως του 10% τουλάχιστον. Και αυτό διότι η μείωση των αποδοχών από τις συντάξεις, πέρα από τη μείωση της κατανάλωσης θα οδηγήσει αυτόματα και σε μείωση των δημοσίων εσόδων από τη φορολογία εισοδήματος αλλά και την εισφορά αλληλεγγύης που επιβάλλεται στους συνταξιούχους.
Ο νέος κόφτης που θέλει να αποδεχτεί η κυβέρνηση, θα λειτουργεί στην πράξη περίπου όπως και ο υφιστάμενος με μοναδική διαφορά ότι σε περιπτώσεις αποκλίσεων, θα είναι πολύ «στοχευμένες» οι παρεμβάσεις που θα γίνονται. Υπενθυμίζεται ο μαθηματικός τύπος:
α) Εάν η απόκλιση είναι μικρότερη ή ίση με 0,25% του ΑΕΠ, δεν λαμβάνονται μέτρα προσαρμογής.
β) Εάν η απόκλιση είναι από 0,26% έως και 0,75% του ΑΕΠ, λαμβάνονται μέτρα προσαρμογής ύψους 0,5% του ΑΕΠ.
γ) Εάν η απόκλιση είναι από 0,76% έως και 1,25% του ΑΕΠ, λαμβάνονται μέτρα προσαρμογής ύψους 1% του ΑΕΠ.
δ) Εάν η απόκλιση είναι από 1,26% έως και 1,75% του ΑΕΠ, λαμβάνονται μέτρα προσαρμογής ύψους 1,5% του ΑΕΠ.
ε) Εάν η απόκλιση είναι από 1,76% έως και 2,25% του ΑΕΠ, λαμβάνονται μέτρα προσαρμογής ύψους 2% του ΑΕΠ.
Αυτός ο τύπος θεσπίστηκε με τη λογική των στόχων του 3ου μνημονίου. Σε περίπτωση παράτασης, είναι πιθανό να μπουν και άλλα κλιμάκια δεδομένου ότι κάθε χρόνο θα πρέπει να παράγεται πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ.
gazzetta