Δεν ξέρω αν ό,τι αφήνουμε πίσω, το εξωραϊζουμε τελικά και βλέπουμε μόνο τα καλά του. Το βρίσκουμε νομίζω πάντα χαρισματικό. Και πονεμένα κομμάτια ακόμα της ζωής και της ψυχής μας στις αναμνήσεις μας φαντάζουν νόστιμα, με μια γλυκιά πίκρα, που δεν θέλουμε να πάψει να χρωματίζει το παρελθόν μας. Σ΄αυτό το παρελθόν, με τα ωραία μοτίβα, αλλά και τα γκρίζα και τα μωβ, μας γύρισε η συνάντηση που είχαμε, πενήντα χρόνια μετά, όλων όσοι αποφοιτήσαμε το 1966. Ήταν όμορφα εκείνα τα χρόνια της μαθητικής μας ζωής, που με τη μπλε ποδιά και το κοντό καλτσάκι — δεν επιτρεπόταν το καλσόν και η μακριά κάλτσα — κι όταν ακόμα έτσουζε ο παγωμένος χιονιάς, με μια τσάντα αρκετά βαριά στο χέρι, μαζευόμασταν στην αυλή του σχολείου και περιμέναμε να χτυπήσει το κουδούνι, να κάνουμε την πρωινή προσευχή και να μπούμε στις τάξεις. Στη διάρκεια αυτής της προσμονής και στα διαλείμματα χωριζόμασταν οι μαθητές και οι μαθήτριες — ως την τετάρτη Γυμνασίου το σχολείο ήταν μικτό — σε πηγαδάκια πηγαδάκια. Άλλη παρέα σχηματίζονταν από αγόρια και κορίτσια, άλλη, όπως και η δική μου, την αποτελούσαν αυστηρά μόνο κορίτσια. Κάτω από το παράθυρο απάγκιαζαν οι μαθήτριες που κρατούσαν διαρκώς το βιβλίο, για να κάνουν την τελευταία επανάληψη στο μάθημα της επόμενης ώρας. Ήταν η ομάδα των επιμελών μαθητριών. Στο άλλο τετραγωνάκι, επίσης κάτω — από το άλλο όμως — παράθυρο στοιχειοθετούνταν οι κατηγορίες για καθηγητές από μαθήτριες και μαθητές, που είχαν παράπονα για τις αδικίες και τις διακρίσεις τους, και οι οποίες δεν ήταν καθόλου λίγες. Αξιόποινες και ασύγγνωστες σίγουρα… Στον κυρίως αύλειο χώρο έκοβαν βόλτες πάνω κάτω και μαθήτριες και μαθητές μεγάλων τάξεων, που τους απασχολούσε και το έτερο φύλο και που τους ξέφευγε και καμιά πονηρή ματιά προς τα κει, ενώ δεν έλειπαν και οι πονηρότερες συμμαθήτριες που τα παρακολουθούσαν κι έρχονταν και ενημέρωναν και τους άλλους για τα φλερτ της μέρας ή και του τρέχοντος έτους. Ο ίδιος πολυχρωματισμός υπήρχε και μέσα στην αίθουσα. Η τάξη μας χαρακτηρίστηκε από τις πιο ζωηρές, αλλά και τις πιο ζωντανές που πέρασαν από το σχολείο. Οι καθηγητές είχαν απαυδήσει μαζί μας. Όταν καινούργιος καθηγητής έμπαινε στην τάξη, κυριαρχούσε απόλυτη σιγή. Ήταν η ώρα που ζυγίζαμε τον καθηγητή. Πώς μας μιλούσε, πώς μας κοίταζε, πόσο γερά νεύρα είχε να τα βγάλει πέρα μαζί μας, πώς μας συστηνόταν, τι απαιτούσε… Ποια γνωριμία τέλος πάντων μας έδινε. Αλλά αυτό ήταν…Από τη δεύτερη ώρα και μετά έμπαιναν τα νεύρα του σε δοκιμασία. Τι ωριαίες αποβολές.., τι προσβολές.., τι προσαγωγές στο Γυμνασιάρχη.., τι συνοδεία του καθηγητή από το Διευθυντή στην τάξη, για να μας ελέγξει ή να μας συμβουλέψει.., τι απειλές με τον κατάλογο.. Δεν έπιανε τίποτε. Και δεν το κάναμε αυτό εσκεμμένα και κακόβουλα. Απλά έτσι μας ερχόταν. Γι΄αυτό λέμε ότι το έργο του εκπαιδευτικού είναι μεν ωραίο ως λειτούργημα, αλλά και ψυχοφθόρο πολύ. Μόνο ένας φιλόλογος τελικά κατάφερε να μας επιβληθεί. Ψηλός, επιβλητικός και μόνο από το παράστημά του, με το ”σκασμός” που έλεγε παγώναμε και ξεχνούσαμε ο καθένας τι ήθελε να πει με το διπλανό του. Κι όμως κι αυτόν κατάφερε ένας συμμαθητής μας να του ξεφύγει. Ήταν αδύνατος στα αρχαία. Δεν τα συμπαθούσε καθόλου. Ιδιαίτερα, όταν ήταν να επεξεργαστεί άγνωστο αρχαίο κείμενο. Ο φιλόλογος πάλι δεν τον άφηνε σε εφησυχασμό. Τον σήκωνε σίγουρα μια, αλλά και δυο φορές την εβδομάδα στον πίνακα, όταν είχαμε άγνωστο θέμα. Έτσι κι αυτή τη φορά, που μας έμεινε στη μνήμη,ο φιλόλογος τον σήκωσε στον πίνακα τον Π… κι άρχισε να του υπαγορεύει το άγνωστο κείμενο, ενώ αυτός βημάτιζε πάνω κάτω μέσα στην τάξη. Ο Π..άρχισε κι αυτός να γράφει, αλλά μόλις ο καθηγητής έκανε προς τα κάτω και γύριζε την πλάτη, έβγαζε έναν σουγιά, έπαιρνε επίτηδες φοβιστική όψη που την τόνιζε το ύψος και το πάχος του, γύριζε προς τον καθηγητή κι έκανε απειλητικές κινήσεις, που έδειχναν ότι τελικά ο φιλόλογος δε θα τη γλιτώσει… Όταν γύριζε ο καθηγητής προς τον πίνακα είτε γιατί έφτανε στο τέρμα της αίθουσας είτε γιατί έτσι του ερχόταν και γύριζε στα μισά του διαδρόμου απότομα, ο Π… είχε τέτοιον αυτοματισμό, που ο καθηγητής τον έβρισκε να γράφει στον πίνακα ή τουλάχιστον να κάνει πως γράφει και το σουγιά να τον έχει κρύψει. Και μόνο, όταν άκουγε τα ξεφυσήματα γέλιου από τη μύτη των μαθητών ο καθηγητής, πονηρευόταν ότι κάτι συνέβαινε και κατέβαζε τον Π…από τον πίνακα στο θρανίο του. Έτσι γλίτωνε από το μαρτύριο του πίνακα ο Π… Ωραία κομμάτια της γυμνασιακής ζωής, που δημιουργούσαν διαλείμματα ευχάριστα στις εντάσεις και χωρίς ανάσα ξερή μάθηση.
Λυπηθήκαμε όμως και αναπολήσαμε με νοσταλγία στη συνάντησή μας αυτή αγαπημένες μορφές, συμμαθητές και καθηγητές μας, — ανάμεσά τους και το φιλόλογό μας αυτόν — που έφυγαν από τη ζωή και μας εγκατέλειψαν νωρίς — ο Θεός γνωρίζει γιατί –, αλλά μας άφησαν πίσω το γέλιο τους, το χιούμορ και το ευχάριστο του χαρακτήρα τους.
Ας τους έχει καλά ο Κύριος στους ουρανούς μαζί Του.
Μακάρι κάποτε να γινόταν να ξανανταμώναμε…
Ωραίο ήταν και το στιγμιότυπο, όταν ο καθηγητής αντιλαμβανόταν — στα μαθηματικά ιδιαίτερα ή στα αρχαία και την ιστορία — , αλλά πολύ αργά, ότι ένας μαθητής αντέγραψε από το μπροστινό του ή αντάλλαξε κόλλα με το διπλανό του.
Και μάλιστα όταν ο μαθητής υπερασπιζόταν το δικαίωμα της κόλλας να πάρει το βαθμό που της άξιζε κι ο καθηγητής δε μπορούσε να κάνει διαφορετικά, γιατί και οι κανόνες (του Υπουργείου; του σχολείου;) συνηγορούσαν σ΄αυτό.
Αυτή η αλληλεγγύη μεταξύ των μαθητών θεωρείται δεδομένη μέχρι σήμερα.
Είναι άραγε καταδικαστέα ηθικά ή όχι…
Τη χαιρόμασταν πάντως είτε ως δότες είτε ως αντιγραφείς.
Δεδομένη επίσης την εποχή εκείνη ήταν και η υπερβολική αυστηρότητα και του σχολείου με τους κανόνες του και των καθηγητών του.
Καθώς γυρνάμε πίσω και μελετούμε και το σημερινό σχολείο, που είναι ομολογουμένως σε παρακμή, βλέπουμε ότι η αδιάκριτη πολλές φορές εκείνη αυστηρότητα γέννησε το άλλο άκρο, τη σημερινή χαλαρότητα και την αποδιοργάνωση των σχολείων.
Μαζί και με άλλα αίτια βέβαια.
Τότε ο γονιός έλεγε στο δάσκαλο: ”Δάσκαλε, σου τον παραδίνω κι αν χρειάζεται βάρα τον με τη βέργα”.
Σήμερα ο γονιός λέει: ”Κοίτα, δάσκαλε, μη μ΄αγγίξεις το παιδί”.
Βέβαια το συμπέρασμα είναι ότι το σωστό βρίσκεται πάντα στη μέση.
Θυμάμαι προσωπικά πάντα ένα άδικο χαστούκι που έφαγα από καθηγητή, που δεν τον είχα σε κανένα μάθημα, επειδή στεκόμουν έξω από την πόρτα του γραφείου των καθηγητών — απ΄όπου αυτός έβγαινε –, γιατί δεν είχα προλάβει να χτυπήσω την πόρτα, πηγαίνοντας να τακτοποιήσω κάποια εκκρεμότητα με το απουσιολόγιο.
Ένιωσα να με πνίγει το δίκιο, η ντροπή και η αγανάκτηση μαζί εκείνη την ώρα, αλλά πού, πώς και σε ποιον να διαμαρτυρηθείς…
Ή λυπήθηκα άλλη μέρα τη συμμαθήτριά μου, η οποία από φυσικού της είχε πολύ μαύρο μαλλί και η καθηγήτρια, επειδή νόμισε ότι το βάφει, την άρπαξε από τα μαλλιά και της ταρακονούσε το κεφάλι κάνοντάς της και παρατήρηση με προσβλητικά λόγια.
Χώρια που διευθύντριες άρπαζαν μαθήτριες από τα περιποιημένα σε κομμωτήριο μαλλιά για την παρέλαση και μπροστά σ΄όλο το σχολείο τις οδηγούσαν κάτω από τις βρύσες και τους τα έσιαζαν, νομίζοντας ότι έτσι θα ταπείνωναν το ζωηρό και ανυπότακτο χαρακτήρα τους, ενώ μ΄αυτόν τον τρόπο γιγάντωναν το αντιδραστικό φρόνημά τους.
Τα ζωηρά παιδιά και από την πείρα μου ως εκπαιδευτικού πιστεύω ότι βγαίνουν τα καλύτερα άτομα, αρκεί ο δάσκαλος να πιστέψει σ΄αυτά και να τα αγαπήσει.
Να δείξει ανοχή και κατανόηση και να ψάξει τις καταβολές και το οικογενειακό τους περιβάλλον.
Πολλές φορές φταίνε αποκλειστικά αυτά τα δύο.
Αλλά και η Πολιτεία να δώσει χρόνο και ευκαιρίες, ώστε ο εκπαιδευτικός να γνωρίσει σε βάθος και να ασχοληθεί με την ψυχολογία και τα προβλήματα του παιδιού.
Και σίγουρα και μια επιμόρφωση σχετική.
Να είναι έτσι και άρτιος παιδαγωγός και ψυχολόγος ο καθηγητής.
Ο φιλόλογος ιδιαίτερα.
Εδώ να σημειώσουμε ότι η αψυχολόγητη, σκληρή και άδικη συμπεριφορά του καθηγητή δημιουργούσε και ανάλογα αντίποινα από τους μαθητές.
Εκείνοι που δεν τον άντεχαν άλλο οργάνωναν συλλογική αντίδραση, πολύ ταπεινωτική για τον καθηγητή.
Ή του έστηναν καρτέρι και τον ξυλοκοπούσαν ή παραμόνευαν την ώρα που θα έβγαινε από το σχολείο για το σπίτι του και, αφού από πιο πριν είχαν εφοδιάσει αρκετούς από το τμήμα με σφυρίχτρες, συντόνιζαν το σφύριγμα με το βηματισμό του καθηγητή κι ήταν έτσι σαν να βάδιζε ρυθμικά αναγκαστικά ο καθηγητής, ο οποίος δε μπορούσε να απαλλαγεί απ΄αυτό.
Άλλαζε το βήμα, άλλαζε και η σφυρίχτρα.
Αν γύριζε ο καθηγητής πορεία να επιστρέψει στο σχολείο, άλλαζαν και οι μαθητές.
Έτσι συνοδευόμενος από το ρυθμικό τόνο της σφυρίχτρας ήταν υποχρεωμένος να περάσει και από κεντρικό δρόμο, οπότε καταλαβαίνουμε το διασυρμό του.
Κι όλα αυτά τα σοφίζονταν εκδικητικά παιδιά που τα έπαιζαν όλα για όλα.
Στην εποχή μας οι δάσκαλοι είχαν επίσης και την απαίτηση όλοι οι μαθητές να έχουν την ίδια επίδοση.
Πράγμα αδύνατον.
Υπάρχουν οι αριστούχοι μαθητές και οι μαθητές που δεν αριστεύουν στα γράμματα, αλλά στα πρακτικά επαγγέλματα.
Η κοινωνία έχει ανάγκη από όλους και όλους πρέπει να τους επιβραβεύει.
Όπως και η Πολιτεία.
Σήμερα το σχολείο είναι πιο κοντά σ΄αυτήν την αλήθεια.
Μας ξένισε ωστόσο το σχόλιο ότι ο Υπουργός μας δαιμονοποιεί τους άριστους μαθητές και ευνοεί τους μέτριους.
Θα ήταν άδικο πολύ, αν αληθεύει.
Κι όλα αυτά, καθώς με την προχθεσινή συνάντηση με τους συμμαθητές μας γυρίσαμε πενήντα χρόνια πίσω.
Μισόν αιώνα.
Αυθόρμητα,όταν θυμάμαι τα μαθητικά μου χρόνια, μου βγαίνει η σκέψη για τους δασκάλους μας ότι όντως αναλώνονταν να μας μάθουν γράμματα, ενώ το σχολείο μας φαντάζει στην ψυχή μου ως ένα σχολείο πετυχημένο, που έδωσε σε 110 μαθητές εφόδια, ώστε να βρουν άμεσα δουλειά και να είναι πολλοί καταξιωμένοι επιστήμονες και επαγγελματίες.
Κι όλοι οι συμμαθητές μας με καλή σταδιοδρομία και ευσυνειδησία.
Σήμερα η ελληνική Παιδεία παράγει αγχωμένους στο έπακρο μαθητές και αγράμματους σε μεγάλο ποσοστό,αγράμματους και επιστήμονες,πολλούς ασυνείδητους και φιλοχρήματους επαγγελματίες, και απόφοιτους από τα πανεπιστήμια με πτυχία πολλά χωρίς αντίκρυσμα.
Τι φταίει;….ας το δουν οι Υπουργοί μας.
Κλείνουμε με τα λόγια του Γυμνασιάρχη μας την τελευταία μέρα στο σχολείο, στην έκτη Γυμνασίου:
”Παιδιά, σας ξεπροβοδούμε με τα λόγια ενός σοφού: ‘Τότε μόνο θα ευτυχήσετε στη ζωή, αν βρείτε το κλειδί να μετατρέπετε όλες τις θλίψεις σε χαρά, γιατί το μεγαλύτερο μέρος της ζωής είναι θλίψη’.”
Όταν τα θυμηθήκαμε και τα μνημονεύσαμε αυτά τα λόγια προχθές στη συνάντηση, τα αποδεχτήκαμε όλοι, γιατί αυτό το διαπιστώσαμε προσωπικά ο καθένας μας στη διάρκεια των πενήντα χρόνων.
Το 1966 οι περισσότεροι ούτε που είχαμε δώσει σημασία στα λόγια αυτά του Γυμνασιάρχη μας.
Πολλοί απ΄αυτούς που ήμασταν στη συνάντηση, απ΄ό,τι καταθέσαμε ο ένας στον άλλο, το κλειδί αυτό το βρήκαμε στο πρόσωπο του Χριστού και της Εκκλησίας Του.
Το ευχόμαστε για όλους, γιατί όντως ο Κύριός μας είναι εγγύηση της αληθινής ευτυχίας.
Μακάρι στην άλλη μας συνάντηση να μη διαφωνεί κανείς γι΄αυτό και να είναι κι αυτό εγγύηση ότι δεν θα χωρίσουμε ποτέ.
Μαζί και στην αιωνιότητα.
Αμήν
Ζιώγα Κατερίνα
Εκπαιδευτικός
loading…