Κατά τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες είχαμε εισβολή στην Ευρώπη κατά κύματα πλήθους βαρβαρικών λαών από την Ανατολή. Η ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία, σφριγηλή, άντεξε στην πίεση αυτών σε αντίθεση προς τη δυτική, η οποία υπετάγη. Αργότερα ήλθε η ώρα να υποταγεί και η ελληνική πλέον αυτοκρατορία στους έσχατους βαρβάρους, τους Οθωμανούς. Αυτή είναι, τονίζουμε συνήθως, η μοίρα των αυτοκρατοριών. Την ακμή διαδέχεται η παρακμή και η κατάρρευση. Σε περιόδους παρακμής λίγοι είναι εκείνοι που αισθάνονται την κρίση που ταλανίζει την κοινωνία τους, η οποία βρίσκεται εγγύς στην κατάρρευση. Οι πολλοί «απολαμβάνουν» τα αγαθά της ευμάρειας και της ειρήνης πιστεύοντας ότι τίποτε δεν είναι δυνατόν να διαταράξει τον μεστό απολαύσεων βίο. Το βλέπουμε αυτό στη βιβλική σκηνή της κατασκευής της κιβωτού από τον Νώε. Το βλέπουμε και στην απάθεια των κατοίκων της Κωνσταντινούπολης στην προτροπή του μοναχού Ιωσήφ Βρυεννίου να ληφθούν μέτρα λίγες δεκαετίες πριν από την άλωσή της.Ο ποιητής μας Καβάφης στο ποίημά του «Περιμένοντας τους βαρβάρους» παρουσιάζει διαφορετική σκηνή. Τα πάντα νεκρώνονται στην πόλη, που περιμένει τους βαρβάρους, καθώς οι πάντες έχουν συναίσθηση του ξεπεσμού της. Όλοι περιμένουν τους βαρβάρους με ενδόμυχη ελπίδα: Μήπως αυτοί καταφέρουν να κάνουν την πόλη να ορθοποδήσει. Και απογοητεύονται καθώς βραδιάζει και βάρβαροι δεν φαίνονται. Και το χειρότερο για τους πολίτες την παρακμής είναι ότι φθάνει η είδηση πως βάρβαροι πια δεν υπάρχουν. Και κλείνει ο Καβάφης με τους στίχους:Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους; Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις. Ο αμερικανικός κινηματογράφος επί δεκαετίες παρουσίαζε ταινίες, στις οποίες ο λευκός κατακτητής θριάμβευε επί των «βαρβάρων» Ινδιάνων, τους οποίους τελικά εξολόθρευσε και καρπώθηκε τη γη τους. Πρόσφατα η αντιμετώπιση του θέματος έλαβε διαφορετική τροπή. Στη θαυμάσια ταινία «χορεύοντας με τους λύκους», ο θεατής συνειδητοποιεί πλήρως ποιοι υπήρξαν βάρβαροι και ποιοι πολιτισμένοι. Ένα κείμενο που διεδόθη ευρέως από οικολογικές οργανώσεις, στο οποίο παρουσιάζεται η απάντηση του Σιάτλ, αρχηγού φυλής Ινδιάνων, προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Φραγκλίνο Πιρς, στην πρόταση αυτού να πωλήσουν την εύφορη γη περί τον Μισισιπή και να μετακινηθούν δυτικότερα (1855), τσακίζει την αλαζονεία των «πολιτισμένων» χλωμών προσώπων, οι οποίοι ακόμη και σήμερα δεν έχουν την αίσθηση των δεινών, που επέφεραν στην επιφάνεια του πλανήτη τόσο στο ανθρωπογενές, όσο και στο φυσικό περιβάλλον. Σε σκηνή της ταινίας ο λευκός αξιωματικός, πρόδρομος-κατάσκοπος στη Δύση, ο οποίος αιχμαλωτίζεται από Ινδιάνους και εντάσσεται (παραδόξως) στην κοινωνία τους, αντί να επιχειρήσει να δραπετεύσει και να καταστεί «ήρωας», συζητά με τον αρχηγό της φυλής. Του ζητά αυτός πληροφορίες για τους λευκούς, τον αριθμό τους και τις προθέσεις τους. Είχαν γνωρίσει τους λευκούς και οι πρόγονοί τους, όταν οι Ισπανοί είχαν επιχειρήσει να εισβάλουν στη χώρα τους. Ζήτησε μάλιστα και παρουσίασαν ένα κράνος κατακτητού, κονκισταντόρ επί το ελληνικότερο, λάφυρο μάχης «υπέρ πάτρης». Ο φύλαρχος δεν περίμενε τους βαρβάρους ως λυτρωτές. Η κοινωνία του ήταν καλά οργανωμένη και ζούσε με πλήρη αρμονία προς το φυσικό περιβάλλον. Αγωνιούσε για τον όλεθρο που θα προκαλούσαν στη φυλή του, όπως και προκάλεσαν τελικά τα αμέτρητα πλήθη «χριστιανών» βαρβάρων.
Με τη βεβαιότητα του απρόσβλητου, λόγω της ισχύος και της ανωτερότητας του πολιτισμού, ζούσαν ως πρόσφατα οι λαοί της Ευρώπης, υπνωτισμένοι από πλάνους και δημαγωγούς πολιτικούς, οι οποίοι εγγυούνταν την ασφάλεια των πολιτών των χωρών τους. Είχαν γνωρίσει πολλούς «βαρβάρους», ως αποικιοκράτες, και είχαν τη βεβαιότητα της κατωτερότητάς τους και της αδυναμίας τους. Όταν, επί τέλους, αποφάσισαν, για οικονομικούς λόγους, να προσφέρουν την ανεξαρτησία στις πρώην αποικίες, τις οποίες εκμεταλλεύονται ασύστολα ακόμη και σήμερα μέσω δοτών κυβερνήσεων, τις οποίες δεσμεύουν με συμβάσεις, γνωστές ως της «μπανανίας», δέχθηκαν τους πρώην δούλους, της φεουδαρχικής αποικιοκρατίας, ως εργάτες υπό εκμετάλλευση, στα πλαίσια του «προοδευτικού» αστικού καπιταλισμού! Ήσαν βέβαιοι ότι η πολιτιστική τους ανωτερότητα θα οδηγούσε σε αφομοίωση τους απόκληρους το αργότερο κατά την τρίτη γενιά. Συνέχισαν να λεηλατούν τις πρώην αποικίες, να προκαλούν τοπικούς πολέμους, για τα συμφέροντά τους, και να μην παραδίδουν την εξουσία σε μη αρεστές κυβερνήσεις. Και μετά από κάθε συμφορά, που προκαλούσαν, άνοιγαν φιλεύσπλαχνα τα σύνορα να δεχθούν τους συμφοριασμένους καταστρώνοντας και σχέδια για την εγκατάστασή τους. Βέβαια συνέχιζαν να τους θεωρούν βάρβαρους, πλην όμως για λόγους αβροφροσύνης δεν επέτρεπαν στους οπαδούς του εθνοφυλετισμού να διαδίδουν τις θεωρίες τους, οι οποίες έχουν καταρριφθεί από την επιστημονική έρευνα. Και οι «βάρβαροι», σε κίνηση επιβίωσης ή ωθούμενοι από σκοτεινά κέντρα, κατέφθασαν κατά εκατοντάδες χιλιάδες. Ώσπου αντιλήφθηκαν οι θιασώτες των πολυπολιτισμικών κοινωνιών ότι διέπραξαν σφάλμα στις εκτιμήσεις τους! Και έλαβαν την απόφαση να κλείσουν τα ευρωπαϊκά σύνορα στα Σκόπια, αφήνοντας τη θλιβερή για το κατάντημα χώρα μας εκτός Ευρώπης στο έλεος των «βαρβάρων». Βέβαια δεν μας εγκατέλειψαν ακριβώς. Υπέγραψαν συμφωνία με τη γείτονα Τουρκία, της οποίας τη συμβολή στον ευρωπαϊκό πολιτισμό εκθείασε πρωθυπουργός μας, ώστε αυτή, με το αζημίωτο, να ελέγχει τη ροή προσφύγων προς τη χώρα μας. Αλλά πριν «αλέκτωρ φωνήσαι», ο πρόεδρος της ευρωπαϊκής επιτροπής δήλωσε ότι η συμφωνία κινδυνεύει με ακύρωση. Η Ευρώπη ζει υπό διαρκή τρόμο μετά τα τελευταία τρομοκρατικά κτυπήματα στη Γερμανία, τα οποία έδειξαν ότι κανένας μηχανισμός δεν μπορεί να εξουδετερώσει άνθρωπο αποφασισμένο να θυσιάσει τη ζωή του. Και θα καταφθάνουν διαρκώς και άλλοι βάρβαροι, για τους δυτικούς, τους «πολιτισμένους», οι οποίοι έχουν υπερβεί κάθε όριο βαρβαρότητας όλων των εποχών. Και κάποιοι από αυτούς θα φέρουν ως μόνο εφόδιο απύθμενο μίσος κατά των ολετήρων των χωρών τους. Και θα σπέρνουν τον θάνατο, με συνέπεια η ζωή μας να καταστεί κόλαση. Όμως φωνή νηφάλια για αλλαγή της πολιτικής των ευρωπαϊκών χωρών δεν ακούγεται. Απεναντίας νομοθετούνται νέα μέτρα για την αντιμετώπιση της εντός των τειχών πλέον τρομοκρατίας, αφού οι διαβεβαιώσεις περί ασφαλούς βίου πείθουν μόνο τους αφελείς. Άραγε πόσο ακόμη θα συνυπάρξουν με μεμονωμένες αντιπαραθέσεις τρομοκρατικής φύσεως οι ποικίλοι νεοβάρβαροι; Μήπως είμαστε εγγύς στην γενικευμένη σύρραξη; Ή μήπως κάποτε οι βιώνοντες την έσχατη κατάπτωση αξιών και ηθών Ευρωπαίοι υποταχθούν πλήρως στους αριθμητικά υπέρτερους εξ Ανατολών «βαρβάρους», οι οποίοι, στη θέση των δημαγωγών «συγκλητικών», θα νομοθετήσουν υπέρ της καθιερώσεως της σαρίας; Αναλογιζόμαστε ότι μόνο η ορθόδοξη πίστη, που σήμερα χλευάζεται, θα μπορέσει να στηρίξει τους Ευρωπαίους, που θα θελήσουν να αντισταθούν, οδηγούμενοι ακόμη και στο μαρτύριο, στην ισλαμική λαίλαπα;
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»