Το σωματικό λίπος μπορεί να είναι επιζήμιο για την υγεία σε υψηλά επίπεδα, αλλά μία νέα μελέτη αποκαλύπτει ότι δρα αντιμικροβιακά, προστατεύοντάς μας από τις επιθέσεις των βακτηρίων έπειτα από κάθε τραυματισμό.
Την εκπληκτική αυτή ανακάλυψη έκανε ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής τον δρα Ρίτσαρντ Γκάλο, καθηγητή και διευθυντή του Τμήματος Δερματολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Ντιέγκο (UCSD).
Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, όταν υπάρξει δερματικός τραυματισμός, τα υποδόρια λιπώδη κύτταρα παράγουν μόρια που λέγονται αντιμικροβιακά πεπτίδια και απωθούν τα βακτήρια και άλλους παθογόνους μικροοργανισμούς.
«Έως τώρα πιστεύαμε ότι μόλις συμβεί ο τραυματισμός, ενεργοποιούνται ορισμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος που βρίσκονται στο αίμα (λέγονται ουδετερόφιλα και μακροφάγα), για να αποτρέψουν την εισβολή βακτηρίων σε αυτό και έτσι την σηψαιμία», δήλωσε ο δρ Γκάλο.
«Ωστόσο τα κύτταρα αυτά χρειάζονται χρόνο για να φτάσουν στο τραύμα και έως ότου συμβεί αυτό, τον προστατευτικό ρόλο επιτελούν τα λιπώδη κύτταρα – κάτι που αγνοούσαμε παντελώς έως σήμερα».
Ο δρ Γκάλο και οι συνεργάτες του βασίζουν τα ευρήματά σας σε πειράματα στο εργαστήριο.
Όπως γράφουν στην επιθεώρηση «Science», μέσα σε λίγες ώρες από την έκθεση ομάδας ποντικιών στο βακτήριο χρυσίζων σταφυλόκοκκος, αυξανόταν σημαντικά ο αριθμός και το μέγεθος των λιπωδών κυττάρων στο σημείο ενός τεχνητού μικροτραυματισμού.
Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι τα λιπώδη κύτταρα παρήγαγαν υψηλά επίπεδα ενός αντιμικροβιακού πεπτιδίου που λέγεται καθελισιντίνη και είναι γνωστό ότι σκοτώνει βακτήρια και άλλους παθογόνους μικροοργανισμούς.
Ο προστατευτικός ρόλος του πεπτιδίου αυτού επιβεβαιώθηκε σε άλλα ποντίκια, τα οποία είτε δεν διέθεταν λιπώδη κύτταρα είτε αυτά δεν παρήγαγαν επαρκείς ποσότητες καθελισιντίνης: τα ζώα αυτά εκδήλωναν πιο συχνές και πιο σοβαρές λοιμώξεις έπειτα από τραυματισμούς.
Περαιτέρω έρευνες έδειξαν ότι και τα ανθρώπινα λιποκύτταρα παράγουν καθελισιντίνη, γεγονός που υποδηλώνει ότι η ανοσοποιητική αντίδραση σε περίπτωση τραυματισμού είναι η ίδια σε ανθρώπους και τρωκτικά.