Ήταν ξημερώματα μιας αλλιώτικης μέρας, όταν η μάνα έκλεισε τα μάτια του παιδιού της, που ξεψυχούσε στα χέρια της.
Πάλεψε μήνες με τη νόσο του καρκίνου.
Το παλικάρι της ήταν μόλις είκοσι χρονών.
Την είδα να κλαίει εκείνη τη μέρα με αυτοσυγκράτηση.
Σ΄αυτά όμως που μας εξομολογήθηκε ύστερα έβλεπες τη μαρτυρική της πορεία μέχρι να φτάσει έως εδώ.
Όταν οι γιατροί, μας είπε, παρόλη την ψυχολογική τους στήριξη, μου είπαν ότι του μένει μόνο έξι μηνών ζωή, το μυαλό μου θόλωσε.
Έτρεμα σύγκορμη.
Όλα σκοτείνιασαν γύρω μου.
Αυθόρμητα γονάτισα μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, που ήταν κρεμασμένη στον τοίχο του γραφείου του γιατρού.
Τι της ψιθύρισα με αναφιλητά δε θυμάμαι.
Από εκείνη την ώρα όμως ένιωσα να μου φορτώνει ο Θεός ένα βαρύ σταυρό.
Το βαρύτερο που θα γινόταν.
Τα πόδια μου τρίκλιζαν, όταν ξεκίνησα για το σπίτι.
Κι άρχισα, αφότου έφτασα, να παίζω θέατρο.
Στο δωμάτιο σπάραζα στο κλάμα.
Και μπροστά στο γιο μου έκανα τον αισιόδοξο.
Υπήρχαν στιγμές τρελές που μου΄ρχόταν να πάρω τους δρόμους, τα βουνά.
Να τσιρίξω, να φωνάξω.
Κατέληγα όμως πάντα γονατιστή μπροστά στο εικονοστάσι.
Σ΄Εκείνη, που ήξερε από πόνο..
Που μάτωσαν και τα δικά της σπλάχνα, όταν είδε το μοναχογιό της να υψώνεται μεταξύ ουρανού και γης σ΄ένα πανύψηλο σταυρό.
Δεν ξέρω, αλλά σίγουρα στην Παναγία το χρωστώ ότι σήμερα ξεπροβόδισα το παιδί μου για την αιωνιότητα μ΄αυτήν την αυτοσυγκράτηση.
Με χαρμολύπη.
Με βαθύ γλυκό πόνο.
Και με μια αγαλλίαση, γιατί αξιοποίησα και το τελευταίο λεπτό αυτής της ολιγόμηνης περιπέτειας της υγείας του.
Απομνημόνευσα και τη μισή του λέξη.
Έφυγε με την προσευχή: Χριστέ μου, η μητέρα μου μ΄έφερε ως σε Σένα…
Μ΄αφήνει πια ολοκληρωτικά σε Σένα…
Κι ύστερα γυρίζοντας σε μένα με μισοσβησμένα λόγια ψιθυρίζει:
Μανούλα μου, σ΄ευχαριστώ, γιατί ένιωθα την ανάσα σου αδιάλειπτα να με ενισχύει ως εδώ…
Θέλω να να σε βρω μπροστά μου κι εκεί που πάω…
Στον Παράδεισό μου…
Στο Χριστό μου…
Μαζί μου κι εκεί, μαμά…
Κι έσβησε.
Κι η αγάπη της τον συντροφεύει πράγματι με τα γλυκά δάκρυα τής προσευχής της και στον Παράδεισο.
Με αφορμή αυτό το περιστατικό ανασύρθηκαν στη μνήμη μου κι άλλα παρεμφερή.
Με πολλή συνοχή μνημονεύουμε εδώ το μακαριστό γέροντα π.Αυγουστίνο Καντιώτη, που σε δύσκολη περίοδο της ζωής του, κατά την οποία δοκιμαζόταν σκληρά και διέτρεχε τον κίνδυνο από εχθρούς του σταυρού και του ευαγγελίου να τον κλείσουν ως τρελό σε ψυχιατρείο — επειδή είχε την παρρησία και το σθένος να ελέγχει την αμαρτία όπου κι αν φώλιαζε — κρατούσε στον κόρφο του ένα γράμμα της δασκάλας μητέρας του Σοφίας που του έγραφε:
”Παιδί μου Αυγουστίνε, στη ζωή σου θα μείνεις πολλές φορές μόνος. Αλλά να ξέρεις πως δεν θα είσαι μόνος. Ιδιαίτερα εκείνες τις ώρες θα είναι μαζί σου ο Θεός…”.
Και ενόσω βέβαια αγωνιζόταν για να γνωρίσουν οι άνθρωποι το Θεό.
Το διάβαζε με δέος και πολλή συγκίνηση.
Για να αντλήσει δύναμη και παρηγοριά.
Γιατί ένιωθε μόνος πολύ μόνος εκείνες τις ώρες.
Και γιατί δεν τον έφτανε καμιά άλλη αγάπη στην ψηλή εκεί έπαλξη του αγώνα και του χρέους.
Τα ψηλά και αγέρωχα δέντρα είναι εκτεθειμένα περισσότερο στους κεραυνούς.
Και τα ριπίζουν μανιασμένοι ώρες ώρες οι άνεμοι.
Γι΄αυτό και έχουν τόση ανάγκη από ένα ισχυρό αντιστύλι.
Σαν την αγάπη της μάνας.
Ιδιαίτερα αναφέρουμε και τη συγκίνηση που μας προκάλεσε κι ο Σεβασμιότατος μητροπολίτης μας Δαυίδ, όταν τον ακούσαμε να ζητάει από όλους μας να του αναπληρώσουμε — βέβαια μας τα έλεγε για να τον νιώσουμε και πολύ δικό μας συγχρόνως — με τη δική μας αγάπη την αγάπη των γονιών του.
Και ιδιαίτερα της μητέρας του.
”Στο δικό μας δρόμο χρειάζεται τόσο η αγάπη της μάνας”, τόνισε σε ομιλία του.
Ήταν μια αληθινή εξομολόγηση από μια αληθινή ψυχή.
Κι όλα αυτά γιατί και η αγάπη της μάνας είναι αληθινή.
Ακριβή.
Ειλικρινής κι ανυστερόβουλη.
Κι ανεπιτήδευτη.
Όταν θα πάψει να υπάρχει, θα πάψει να υπάρχει και η ζωή μέσα μας.
Γιατί θα μετατραπεί ο πλανήτης μας σε κόλαση.
Λάθος να θέλουμε ή να θέλουν τα νέα παιδιά να αποκλείουν από τον όποιο τρόπο ζωής τους την αγάπη της μάνας ιδιαίτερα.
Είτε κλείνοντάς της το στόμα είτε υποχρεώνοντάς την να περιοριστεί μόνο στο ρόλο της νταντάς για τα εγγόνια της΄
Όντας λάθος βέβαια και της ίδιας να διεκδικεί την αποκλειστική αγάπη του παιδιού της εφόρου ζωής του.
Όταν θα χρειαστεί να φτιάξει τη δική του φωλιά, η μάνα θα χρειαστεί να πλαταίνει την αγάπη της.
Να αγκαλιάσει και το νέο πρόσωπο σαν μια προέκταση του παιδιού της.
Και ειλικρινά, όχι επιτηδευμένα.
Βέβαια τότε αρχίζει ένας νέος ανήφορος για τη μητέρα.
Να εμπιστευθεί το παιδί της σε μια άλλη αποκλειστικότερη αγάπη.
Του ή της συζύγου.
Καλείται να θυσιάσει ό,τι εγωιστικό κατάλοιπο υπάρχει ακόμα στην αγάπη της.
Να φτάσει στον τέλειο εξαγνισμό και κορύφωση αυτού του ιερού συναισθήματος.
Και κάποτε κάποτε, όταν δεν τη βοηθούν τα δεύτερα πρόσωπα, αυτό γίνεται δυσβάστακτος σταυρός για τη μάνα.
Πικρό ποτήρι.
Και τότε στην καρδιά της ξεσπά θαλασσοταραχή.
Πολύ τρικυμισμένες ώρες…
Κι όμως κι αυτό αγωνίζεται να το προσπερνά ως πραγματική ηρωίδα.
Χωρίς κατάρες και υστερίες.
Μόνο με την υπομονή και τη συγγνώμη.
Και με την κρυφή ευχή και επιθυμία: παιδί μου, εσένα μόνο να μη βλέπω να πονάς…
Να γιατί η μορφή της είναι ακριβό φυλαχτό για όλους μας.
Και παντοτινό.
Γιατί ταυτίζεται με μοναδική στο είδος της αγάπη.
Που αντέχει στο χρόνο και στη δοκιμασία.
Και περνάει έτσι στην αιωνιότητα.
Γι΄αυτό…
Ζιώγα Κατερίνα
Εκπαιδευτικός