Η κυβέρνηση επιδιώκει και το κλείδωμα των επιτοκίων στα σημερινά επίπεδα
Την επιμήκυνση των δανείων ως και 70 χρόνια, τη μετατροπή των επιτοκίων από κυμαινόμενα σε σταθερά, τη διεύρυνση της περιόδου χάριτος και τη χρηματοδότηση της χώρας από τις αγορές περιλαμβάνει το κυβερνητικό σχέδιο για τη ρύθμιση του χρέους.
Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαμάς και η ελληνική αποστολή ανέπτυξαν για ακόμη μία φορά τις θέσεις και τα επιχειρήματα της χώρας για το χρέος κατά τη συνάντηση με την Ανγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο την περασμένη εβδομάδα. Ωστόσο η γερμανίδα καγκελάριος έκανε σαφές ότι για να ξεκινήσει η συζήτηση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η τρέχουσα αξιολόγηση της τρόικας. «Ευελπιστούμε τον Νοέμβριο να έχει τελειώσει το review, ώστε να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση για το χρέος» λένε από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, αναγνωρίζοντας ωστόσο τον μεγάλο βαθμό δυσκολίας που χαρακτηρίζει την αξιολόγηση λόγω του όγκου των μεταρρυθμίσεων και των προαπαιτούμενων δράσεων που πρέπει να υλοποιηθούν.
Το κυβερνητικό σχέδιο για τη ρύθμιση του χρέους προβλέπει επιμήκυνση των διμερών διακρατικών δανείων και των δανείων του ESM ως και 70 χρόνια, ώστε οι λήξεις να μεταφερθούν στην ουσία στο διηνεκές. Παράλληλα επιδιώκει το κλείδωμα των επιτοκίων, π.χ. για 15 χρόνια, στα σημερινά χαμηλά επίπεδα. Επιπλέον, η κυβέρνηση βάζει στο τραπέζι το ενδεχόμενο να υπάρξει περίοδος χάριτος, δηλαδή να μην πληρώνουμε τόκους για κάποια χρόνια και η πληρωμή τους να μεταφερθεί στο μέλλον, ύστερα από π.χ. 50 χρόνια. Στόχος όλων αυτών των κινήσεων είναι αφενός να μειωθεί το κόστος εξυπηρέτησης και αφετέρου το χρέος να παραμείνει αμετάβλητο τα επόμενα 10-15 χρόνια, όταν στο μεταξύ το ΑΕΠ θα έχει αυξηθεί, και έτσι ο λόγος χρέος προς ΑΕΠ να υποχωρήσει σε βιώσιμα επίπεδα.
Αν και Βερολίνο και Βρυξέλλες δεν δείχνουν να βιάζονται για την επίτευξη συμφωνίας, ορισμένοι εκτιμούν ότι κάτι πρέπει να γίνει πριν από το τέλος του έτους. «Η συμμετοχή των Ευρωπαίων στο πρόγραμμα λήγει και το ΔΝΤ δεν μπορεί να συνεχίσει μόνο του» λένε. Οπως εξηγούν πηγές που είναι σε θέση να γνωρίζουν το πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις του Ταμείου στην Ουάσιγκτον, «ως τώρα το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου έδινε το ΟΚ για την εκταμίευση των δόσεων επειδή η ΕΕ είχε αναλάβει την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού. Ωστόσο, με την ΕΕ εκτός προγράμματος, η συμμετοχή του ΔΝΤ πρακτικά είναι αδύνατη αν δεν υπάρξει λύση για το χρέος» αναφέρουν.
Πάντως στις εκτιμήσεις Βρυξελλών και ΔΝΤ περί χρηματοδοτικού κενού η ελληνική πλευρά απαντά ότι η χώρα είναι χρηματοδοτήσιμη και είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες της από τις αγορές. «Χρηματοδοτικό πλάνο υπάρχει» λένε στην κυβέρνηση. Αρκεί, προσθέτουν, «να πειστούν οι Ευρωπαίοι ότι μπορούμε να βρούμε τα λεφτά».
Και η Ευρώπη δεν είναι ένα ενιαίο πράγμα. Εκτός από το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες υπάρχει και η ΕΚΤ, η οποία «παίζει το δικό της παιχνίδι». Από την 1η Μαρτίου 2015 η ΕΚΤ θα σταματήσει να κάνει δεκτές τις κρατικές εγγυήσεις ως ενέχυρο για την άντληση ρευστότητας. Πράγμα που σημαίνει ότι οι ελληνικές τράπεζες θα κληθούν να αναχρηματοδοτήσουν περί τα 15-20 δισ. ευρώ. Το θέμα έθεσε ο κ. Σαμαράς στη γερμανίδα καγκελάριο, ζητώντας να παραταθεί το σημερινό καθεστώς ώστε να διευκολυνθεί το κυβερνητικό σχέδιο για χρηματοδότηση της χώρας από τις αγορές.
Η ΕΚΤ, η οποία εξελίσσεται σε εργαλείο ελέγχου της Ελλάδας, κρατά επίσης κλειστά τα χαρτιά της και σε ό,τι αφορά τα stress tests και τις κεφαλαιακές ανάγκες που θα κληθούν να καλύψουν οι ελληνικές τράπεζες. Θεωρεί ότι όσο δεν υπάρχουν σημάδια ισχυρής ανάκαμψης της οικονομίας τα «κόκκινα» δάνεια μπορεί να συνεχίσουν να αυξάνονται και οι τράπεζες να χρειαστούν πρόσθετα κεφάλαια. Για τον λόγο αυτόν η κυβέρνηση δεν υπολογίζει τα κεφάλαια του ΤΧΣ στη ρύθμιση του χρέους. Παράλληλα ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι υπενθύμισε την περασμένη εβδομάδα ότι «οι αγορές δεν είναι πάντα ευνοϊκές».
Ακόμη μία πηγή αβεβαιότητας για τους Ευρωπαίους είναι ο πολιτικός κίνδυνος που συνδέεται με τις προεδρικές εκλογές. Για τον λόγο αυτόν, εκτιμούν ορισμένες πηγές, θα επιχειρήσουν να εμπλέξουν τον ΣΥΡΙΖΑ στη συζήτηση για το χρέος, εντείνοντας τις πιέσεις να συμπράξει στις διαπραγματεύσεις. Συνδέουν μάλιστα με αυτό τη συνάντηση των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργου Σταθάκη και Γιάννη Δραγασάκη με τον πρώην σύμβουλο της ΕΚΤ και νυν υφυπουργό της κυβέρνησης Μέρκελ Γεργκ Ασμουσεν, μετά την οποία η αξιωματική αντιπολίτευση εγκατέλειψε τη ρητορική περί «κουρέματος».