Τσάι από τα βουνά της Ξάνθης και της Ροδόπης στο ποτήρι Αμερικάνων και Ευρωπαίων
Μια ακόμη επένδυση σε ένα εξαιρετικό προϊόν της ελληνικής γης έρχεται να αναστατώσει και να αναδιαμορφώσει την ελληνική αγορά, ειδικά όταν η εμπειρία είναι πολυετής και το όνομα στοχευμένο.
Η εταιρεία tuvunu Α.Ε. είναι το τελευταίο επιχειρηματικό εγχείρημα του Δημήτρη Πολιτόπουλου, ιδρυτή της Ζυθοποιίας Μακεδονίας Θράκης, που παράγει τη γνωστή μπύρα Βεργίνα και συνιστά κίνηση ματ σε μια εποχή που ο καταναλωτής ψάχνει καινούρια προϊόντα που θα του κεντρίσουν το ενδιαφέρον.
Πρόκειται για μια ξεχωριστή εταιρεία, η οποία παράγει και εμφιαλώνει το τσάι tuvunu στις εγκαταστάσεις του ζυθοποιείου Μακεδονίας Θράκης. «Σκεφτόμασταν με τον Δημήτρη τι άλλο μη αλκοολούχο ποτό θα μπορούσαμε να παράξουμε στις εγκαταστάσεις του ζυθοποιείου και διαπιστώσαμε πώς το Νο 2 πιο δημοφιλές ρόφημα μετά το νερό ήταν το τσάι», αναφέρει ο Γενικός Διευθυντής της tuvunu Α.Ε. Δημήτρης Κρις.
Για την παρασκευή ακολουθείται σχεδόν η ίδια διαδικασία με εκείνη της ζυθοποίησης. Είτε βράσεις κριθάρι είτε τσάι είναι ένα και το αυτό. «Η διαδικασία είναι ίδια μ’ αυτή που κάνει καθένας από εμάς σπίτι του, απλώς εμείς το κάνουμε σε μεγαλύτερη κλίμακα. Βράζουμε το φυτό, στύβουμε τα λεμόνια και προσθέτουμε στα καζάνια το μέλι και ακατέργαστη μαύρη ζάχαρη».
Το tuvunu βγήκε επίσημα στην ελληνική αγορά το Φεβρουάριο του 2012 και μη έχοντας συμπληρώσει ούτε καν ένα χρόνο κυκλοφορίας, η παραγωγή του αυξάνεται με καλπάζοντες ρυθμούς. Αμερική, Αυστραλία, Ιαπωνία, Σουηδία, Γαλλία, Κύπρος, Βουλγαρία και Αγγλία ευφραίνουν τον ουρανίσκο τους με ελληνικά βότανα. Η επιτυχημένη συνταγή έχει οδηγήσει δε τους Γερμανούς επιχειρηματίες να στέλνουν καθημερινά αιτήματα για να γνωρίσουν το προϊόν και να το εντάξουν στον κατάλογό των γερμανικών εστιατορίων και μπαρ.
«Δεχόμαστε σε καθημερινή βάση κλήσεις και e-mail από διάφορες χώρες του εξωτερικού. Είμαστε όμως προσεκτικοί στις κινήσεις μας γιατί ψάχνουμε συνεργάτες που να μπορούν να καταλάβουν το προϊόν και τις δυνατότητές του». Εντός Ελλάδας υπάρχει στενή συνεργασία με τελικά σημεία πώλησης και καταστήματα που υιοθετούν τις ίδιες αξίες με αυτές που πρεσβεύει το καινοτόμο προϊόν.
«Καθημερινά ανοίγουν καινούρια σημεία πώλησης. Πηγαίνουμε πολύ καλά, χωρίς να έχουμε προβεί σε κάποιου είδους διαφημιστική εκστρατεία. Το προϊόν θα έλεγα ότι αποκτά και μια cult φιλοσοφία. Θυμίζει το κυνήγι του χαμένου θησαυρού. Όταν οι πελάτες το βρίσκουν, ενθουσιάζονται και μας στέλνουν ενθαρρυντικά μηνύματα», τονίζει ο κ. Κρις εκφράζοντας με αυτόν τον τρόπο την ικανοποίησή του για τις καθημερινές θυσίες που δεν πηγαίνουν χαμένες.
Η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την επιλογή του ονόματος θυμίζει λίγο πολύ λαχειοφόρο κλήρωση, καθώς μέσα σε μια κληρωτίδα-μπολ ήταν τοποθετημένα δεκάδες χαρτάκια με πιθανά ονόματα. «Πριν καταλήξουμε στο brand προσέξαμε πολύ ώστε η μετάφραση του ονόματος σε άλλες γλώσσες να μην σήμαινε τίποτα κακό. Το TUVUNU είναι εύηχο, περιγραφικό και μαθαίνει ταυτόχρονα τους ξένους ελληνικά. Αντιλαμβάνονται πώς αποκαλούμε στην Ελλάδα το τσάι».
Τι είναι αυτό που διαφοροποιεί το tuvunu από τα υπόλοιπα αφεψήματα που κυκλοφορούν στην αγορά; Μπορεί κανείς να το καταναλώσει σε κρύα μορφή για να δροσιστεί κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, αλλά και σε ζεστή έκδοση κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Επιπλέον, πολλά κεντρικά ξενοδοχεία και μπαρ σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη το χρησιμοποιούν ως βάση για κοκτέιλ που κόβουν την ανάσα! Η εταιρεία έχει να υπερηφανεύεται και για το νέο μέλος που μπήκε στην οικογένειά της πριν από δύο εβδομάδες. Το tuvunu Free έρχεται να καλύψει την κατηγορία των καταναλωτών που θέλουν ένα άγλυκο προϊόν, είτε για λόγους υγείας, είτε για λόγους γεύσης.
Η εταιρεία έχει να διανύσει πολλά χιλιόμετρα ακόμα με δεδομένο ότι το ελληνικό τσάι αν και είναι από τα πιο διαδεδομένα και ωφέλιμα ροφήματα, δυστυχώς στο εξωτερικό δεν είναι ευρέως γνωστό όπως το κινεζικό και το αγγλικό. «Στο εξωτερικό οι χώρες που είναι εξοικειωμένες με το προϊόν είναι κατά κύριο λόγο τα σλαβικά κράτη, η Ρωσία και η Βουλγαρία».
Ο κ. Κρις προσδοκά πάντως σε υπερδιπλασιασμό των σημείων πώλησης και της παραγόμενης ποσότητας για διανομή εντός και εκτός Ελλάδος με την έλευση της νέας χρονιάς. «Ο κόσμος φεύγει από τα παραδοσιακά αναψυκτικά με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη και συντηρητικά. Πιστεύω ότι εμφανιστήκαμε την κατάλληλη στιγμή στην αγορά». Κατά τη γνώμη του απαραίτητη προϋπόθεση για να πάνε ακόμα καλύτερα τα πράγματα για τη νεοσύστατη εταιρεία είναι το Δημόσιο να διασφαλίσει υγιείς συνθήκες ανταγωνισμού στα ράφια, κάτι που θα επιτρέψει την ανάπτυξη πολλών εταιρειών του κλάδου.