Από τότε που βγήκε το συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο τονίζει ο θυμόσοφος λαός μας. Βέβαια σύμφωνα με τη διδασκαλία του Ευαγγελίου η αίτηση συγγνώμης είναι ενέργεια δηλωτική μετάνοιας και η μετάνοια είναι το διαρκώς αιτούμενο από τους ανθρώπους, που ως αδύναμοι ολισθαίνουν διαρκώς προς το κακό. Ασφαλώς ο λαός μας δεν έχει κατά νουν την ευαγγελική συγγνώμη, αλλά την άλλη, τη διπλωματική.
Αφορμή για τη σκέψη στάθηκε η αίτηση συγγνώμης από τον λαό μας του προέδρου της Γερμανίας κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στη χώρα μας. Πώς ερμηνεύεται η ενέργεια αυτή του Γερμανού προέδρου; Διερμήνευσε άραγε τα αισθήματα του γερμανικού λαού ή, έστω, της κυβερνήσεως της χώρας του; Ήταν έκφραση προσωπικής μόνο συμπάθειας προς τους απογόνους των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας ή ήταν απλά μια φθηνή κίνηση διπλωματικού ελιγμού; Θεωρούμε ως πλέον πιθανό το τελευταίο. Ως απόδειξη φέρουμε τη δήλωση αναρμοδιότητάς του στο θέμα των αποζημιώσεων. Ασφαλώς δεν είναι αυτός που θα αποφασίσει για τόσο σοβαρό και ακανθώδες θέμα, καθώς ο ρόλος του είναι διακοσμητικός, όπως και ο του δικού μας προέδρου, ο οποίος περιέργως αισθάνθηκε την ανάγκη κατά την υστάτη στιγμή του δημοσίου του βίου να αρθρώσει λόγο εθνοπρεπή και ελληνοπρεπή. Ειλικρινής συγγνώμη είναι αυτή που συνοδεύεται από επανόρθωση της αδικίας.
Η Γερμανία υπήρξε ο κύριος εκπρόσωπος της φραγκικής Δύσης κατά τον 20ο αιώνα. Αν και ηττημένη και παντελώς κατεστραμμένη μετά από τους δύο μεγάλους πολέμους, που η ίδια προκάλεσε επιδιώκοντας το μεγαλείο της, σήμερα είναι η ηγέτιδα δύναμη της Ευρώπης και επιβάλλει την πολιτική της στις λοιπές χώρες της ηπείρου έχοντας ως μόνο, πλην ασθενή πλέον αντίπαλο, την άλλοτε κραταιά βρετανική αυτοκρατορία. Είναι εκ πρώτης όψεως αξιοθαύμαστη αυτή η ικανότητα του γερμανικού λαού και δεν είναι λίγοι οι αναλυτές, ακόμη και δικοί μας, που πλέκουν το εγκώμιο της γερμανικής μηχανής. Πολύ ορθός ο όρος, καθώς δεν πρόκειται για σύνολο προσώπων, αλλά ρομπότ, τα οποία έμαθαν να υπακούουν τυφλά σε άνωθεν εντολές και να τις εκτελούν χωρίς να συγκρούονται με την ανύπαρκτη συνείδησή τους! Ας εξετάσουμε τα γεγονότα σε βάθος και με ψυχραιμία.
Ο παγγερμανισμός υπήρξε ιδεολογία, η οποία ανδρώθηκε κατά τον 19ο αιώνα, τότε που τα γερμανικά κράτη κατάφεραν να ενοποιηθούν. Σε συνδυασμό με την ακόμη κραταιά αυτοκρατορία των Αψβούργων έφεραν τα γερμανικά φύλα στο επίκεντρο της ισχύος στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Όταν ασχολούμαστε με κάποιον ισχυρό λαό, συνηθίζουμε να προβάλλουμε τις αρετές του. Ο Γερμανικός λαός έχει όντως αρκετές αρετές: Είναι στο έπακρο νομοταγής και πειθαρχικός σε ακραίο βαθμό. Όνειρό του είναι το μεγαλείο της χώρας του και η προκοπή του ως λαού. Γνωρίζει ότι αυτά επιτυγχάνονται με τη συνοχή και την άκρα εργατικότητα. Δεν είναι λίγοι ακόμη και στη χώρα μας που θαυμάζουν τους Γερμανούς και δεν διστάζουν να εκδηλώσουν τον θαυμασμό τους αυτόν τονίζοντας ότι, αφού δεν είμαστε σε θέση να κυβερνηθούμε, ας έρθουν να μας κυβερνήσουν οι Γερμανοί, εκδηλώνοντας ανακούφιση με τη νέα, οικονομική αυτή τη φορά, κατοχή της χώρας!
Ας εξετάσουμε όμως μήπως τα γνωρίσματα που καταγράψαμε επιδέχονται και διαφορετική ερμηνεία. Κατ’ αρχήν το ιδεολόγημα του εθνικού μεγαλείου καλλιεργεί νοσηρό φρόνημα υπεροχής έναντι των άλλων λαών. Αυτό κατά τον 19ο αιώνα ήταν γνώρισμα όλων των λαών της Δύσης, της μήτρας των φυλετικών διακρίσεων. Ασφαλώς το σύνθημα «Κυβέρνα Βρετανία» δεν διέφερε πολύ από το «Η Γερμανία υπεράνω όλων» και οι μέθοδοι των κυριάρχων προς δυνάστευση των λαών δεν διέφεραν ουσιωδώς. Ασφαλώς όμως η Γερμανία κατέχει τα πρωτεία της βαρβαρότητας με τα φρικτά εγκλήματα που διέπραξε ο λαός της και όχι μόνο ο Χίτλερ και οι περί αυτόν θιασώτες του «εθνικοσοσιαλισμού». Το υποστηρίζει αυτό διαυγέστατα ο Καμύ γράφοντας: «Όταν o΄Αγγλος δημόσιος κατήγορος παρατηρεί ότι από το “Μάιν Κάμπφ” ο δρόμος οδηγούσε ολόισια στους θαλάμους αερίων του Μαϊντάνεκ, θίγει το ουσιαστικό θέμα της δίκης, δηλαδή την ιστορική ευθύνη του δυτικού μηδενισμού, που όμως ήταν το μόνο που δεν συζητήθηκε στη Νυρεμβέργη, για ευνόητους λόγους. Δεν μπορείς να διεξαγάγεις μια δίκη διακηρύσσοντας τη γενική ενοχή ενός πολιτισμού. Δίκασαν μόνο τις πιο κραυγαλέες στην επιφάνεια του πλανήτη πράξεις».
Στους πολέμους δεν υπήρξαν λαοί νικητές και ηττημένοι, παρά μόνο κατεστραμμένοι. Κερδισμένοι ήσαν μόνον οι τραπεζίτες, οι οποίοι, μέσω των κυβερνήσεων, που ήλεγχαν και ελέγχουν, επέβαλλαν πολιτική οικονομικής στήριξης των Γερμανών, ώστε να αποκτήσουν τη θηριώδη πολεμική μηχανή με τον Χίτλερ και να δημιουργήσουν το οικονομικό «θαύμα» του σήμερα. Όλοι γνώριζαν ότι τραπεζικό χρήμα εισέρρεε από τις ΗΠΑ στην κεντρική τράπεζα της Γερμανίας επί Χίτλερ. Όλοι συγκατένευσαν στο να μη γίνει έρευνα σε βάθος για τα καταληστευθέντα από τους Γερμανούς από τις κατακτηθείσες χώρες. Η Δύση ήθελε την ηττημένη Γερμανία σύμμαχό της κατά τη διάρκεια του «ψυχρού» πολέμου. Και ενώ εμάς, λόγω του διαχρονικού ελαττώματος της διχόνοιας, μας έριξαν στη δίνη του εμφυλίου πολέμου, στη συνέχεια μας απαγόρευσαν να διεκδικήσουμε ο,τιδήποτε. Όχι μόνο πολεμικές αποζημιώσεις και εξόφληση κατοχικού δανείου, αλλά ούτε Κύπρο και Βόρεια Ήπειρο. Εμείς στις πατρογονικές κακίες της φυλής μας προσθέσαμε μία ακόμη: Την υποτέλεια.
Πρέπει να το καταλάβουμε: Δεν χαράζει πολιτική η «κακή» Μέρκελ. Αρχιεπιστάτης (μπουλντόγκ) του αθλίου συστήματος των τραπεζιτών είναι. Και ποιόν άραγε θα μπορούσαν να επιλέξουν, για να εφαρμόσει καλύτερα το σχέδιό τους της οικονομικής εξαθλίωσης των μέχρι τώρα προνομιούχων λαών; Οι Γερμανοί δεν έχουν αλλάξει διόλου. Αισθάνονται ασφαλώς εκ νέου την ικανοποίηση, που έχουν θέσει κάτω από τη μπότα τους όλους τους άλλους της Ευρώπης, όμως θα αισθάνονταν μεγαλύτερη την ευχαρίστηση αν, αντί να μας αποκαλούν απλώς γουρούνια, πρόσθεταν στα πάμπολλα μνημεία των θυμάτων τους άλλα τόσα και ακόμη περισσότερα. Όχι, λοιπόν, και να μας αποζημιώσουν!
Οι λοιποί, από τους «πλανητάρχες» των ΗΠΑ ως τους ξεφτιλισμένους παρακμιακούς Γάλλους συντάσσονται με τους αδιόρθωτους Γερμανούς, καθώς και αυτοί είναι αδιόρθωτοι. Παραβλέπουν την επικράτηση δυνάμεων του ολοκληρωτισμού στην Ουκρανία, οι οποίες δεν κρύβουν τα αισθήματά τους ακόμη και κατά των Εβραίων. Όμως οι σιωνιστές άλλη εντολή δίνουν στους υποτακτικούς τους: Προέχει η πολεμική κατά της Ρωσίας, όλα τα άλλα έπονται. Έτσι σύμπασα η Δύση, μηδέ της «μικρής αλλά τίμιας χώρας μας» εξαιρουμένης, προκαλεί την «Αρκούδα» και ετοιμάζει με τα τύμπανά της νέο πόλεμο.
Οι θρησκευτικοί ηγέτες, περιθωριακοί πλέον διαδραματίζουν ρόλους κομπάρσων, καθώς από καιρό έχουν απομακρυνθεί από τον ευαγγελικό λόγο. Συγγνώμη δεν είχε ζητήσει και ο πάπας κατά την προ ολίγων ετών επίσκεψή του στη χώρα μας; Τώρα συνδαυλίζει, κατά πάγια τακτική του, τα πράγματα στην Ουκρανία! Και οι ποιμένες της ορθόδοξης Ουκρανίας πώς επέτρεψαν να υποκατασταθεί στις καρδιές των πιστών ο Χριστός από το μηδενιστικό κτήνος; Μήπως το ερώτημα έχει αποδέκτες και κάποιους ποιμενάρχες της Εκκλησίας μας;
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»