Η Άννα Ευθυμίου, βουλευτής Α΄ Θεσσαλονίκης, πραγματοποίησε διαδικτυακή σύσκεψη με τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών Θεόδωρο Σκυλακάκη αρμόδιο για τη δημοσιονομική πολιτική, σε συνέχεια των παρεμβάσεων της για το θέμα της ακρίβειας που πλήττει νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Η βουλευτής αναφερόμενη στο ζήτημα της ακρίβειας, έθεσε στο τραπέζι μία σειρά προτάσεων, προκειμένου να εξετασθούν στα δεδομένα που επιτρέπει ο δημοσιονομικός χώρος, μεταφέροντας τα συμπεράσματα των επαφών της τόσο με παραγωγικούς φορείς όσο και με πολίτες.
Ειδικότερα, πρότεινε τη μείωση του Φ.Π.Α σε βασικά είδη διατροφής, στα οποία και παρατηρείται ραγδαία αύξηση τιμών το τελευταίο διάστημα.
«Θεωρώ κομβική την ενίσχυση του εισοδήματος των πολιτών σε μόνιμη βάση και ως βουλευτής το έχω υπερθεματίσει πολλές φορές. Προς την κατεύθυνση αυτή είναι θετική η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών 1 + 3 μονάδες, καθώς και η περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ που πρόσφατα ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός.»
Στο πλαίσιο αυτό, η κα. Ευθυμίου έθεσε το κρίσιμο ζήτημα της ενίσχυσης των συνταξιούχων και ιδιαίτερα των χαμηλοσυνταξιούχων. Όπως ανέφερε: «Είναι ανάγκη, εφόσον το επιτρέψει ο δημοσιονομικός χώρος, να προτεραιοποιηθεί η θέσπιση ενός μόνιμου μηχανισμού στήριξης των χαμηλοσυνταξιούχων ως αντιστάθμισμα της περικοπής του ΕΚΑΣ από την τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης, είναι αναγκαία η αναζήτηση με νομοθετική παρέμβαση τρόπων στήριξης των συνταξιούχων που έχουν υποστεί στις συντάξεις τους την προσωπική διαφορά του Ν. Κατρούγκαλου, ώστε να αποκατασταθεί η τρομερή αυτή αδικία, που συρρίκνωσε τη μεσαία τάξη των συνταξιούχων.»
Παράλληλα, υπερθεμάτισε την ανάγκη η αύξηση του κατώτατου μισθού που εξαγγέλθηκε τον Οκτώβριο να είναι γενναία. Συγκεκριμένα, τονίζει ότι: «ως η πρώτη κυβερνητική βουλευτής που είχα θέσει την ανάγκη για την αύξηση του κατωτάτου μισθού από το καλοκαίρι, θεωρώ πολύ σημαντική την υλοποίησή της. Ωστόσο, από την επαγγελματική μου εμπειρία ως δικηγόρος με εξειδίκευση στο εργατικό δίκαιο και την επιστημονική μου κατάρτιση πιστεύω ότι αφενός η αύξηση του κατώτατου μισθού θα πρέπει να είναι γενναία και αφετέρου να εξετασθεί η επίσπευση για τον καθορισμό του στα συντομότερα χρονικά πλαίσια, ώστε να εφαρμοστεί νωρίτερα από τον προσεχή Μάιο, δεδομένου ότι το κύμα ακρίβειας κρατά περισσότερο από τις αρχικές εκτιμήσεις. Ως αντιστάθμισμα για τις επιχειρήσεις θα ήταν επωφελές να συνοδευτεί είτε με φορολογικά κίνητρα είτε με περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για όσες απασχολούν αμειβόμενους με τον κατώτατο με πλήρη απασχόληση και για όσες θα μετατρέψουν τις συμβάσεις από συγκεκριμένο ποσοστό εργαζόμενών τους από μερική σε πλήρη απασχόληση. Και τούτο, διότι η αύξηση του κατώτατου μισθού απορροφάται από την αγορά και συνεισφέρει στην κατανάλωση και επομένως ενισχύει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επιπρόσθετα, οι επιχειρήσεις θα βοηθηθούν με τη μείωση του μη μισθοδοτικού κόστους και, παράλληλα, θα ενισχυθεί και η πλήρης απασχόληση.»
Με τον κ. Σκυλακάκη πραγματοποιήθηκε ένας γόνιμος και ουσιαστικός διάλογος, από τον οποίο προέκυψε ότι ο Αν. Υπουργός θα εκτιμήσει τις προτάσεις της μέσα στα περιθώρια που επιτρέπουν τα υπάρχοντα δημοσιονομικά δεδομένα.