ΕΥΧΕΣ σε ΟΛΟΥΣ

Φέτος στην επέτειο για τα 200 χρόνια από το 1821, παρά τις αντίξοες λόγω της πανδημίας συνθήκες, έγιναν αρκετές εκδηλώσεις, γράφτηκαν πολλά άρθρα, δημοσιεύτηκαν πολλές μελέτες και βιβλία, οργανώθηκαν σχετικές εκθέσεις και παραστάσεις και γενικά υπήρξαν και πολλές γόνιμες συζητήσεις αλλά και άγονες αντιπαραθέσεις επί του θέματος.

Τα βασικά ερωτήματα που τίθενται σε όποιον θέλει να κατανοήσει τον τιτάνιο αγώνα των Ελλήνων για την εθνική τους ελευθερία πρώτα και για την κοινωνική δικαιοσύνη κατά τη διάρκεια της Επανάστασης είναι τι ήταν αυτό που κράτησε άσβεστο στην ψυχή τους τον πόθο για την ελευθερία και πώς τελικά ύστερα από τον δεκάχρονο αγώνα κέρδισαν(;) την ελευθερία τους, έστω στη νότια Ελλάδα. Εδώ οι απόψεις διίστανται και συνήθως δημιουργούνται δύο αντιτιθέμενα στρατόπεδα φιλοανατολικά ή φυλοδυτικά. Οι πρώτοι υπερτονίζουν τον ρόλο του Έθνους και της Θρησκείας, ενώ οι δεύτεροι τον ρόλο των δυτικών Δυνάμεων και του δυτικού πολιτισμού εν γένει. Η αλήθεια όμως, κατά τη γνώμη μου,  βρίσκεται στην σύνθεση αυτών των απόψεων.

Ας προσεγγίσουμε το πρώτο ερώτημα: Τι ήταν αυτό που κράτησε στην ψυχή των Ελλήνων άσβεστο τον πόθο για την ελευθερία;  Παρά τα παιδομαζώματα και τους εξισλαμισμούς των Οθωμανών σε πεδινές κυρίως περιοχές λίγα χρόνια μετά την υποδούλωση, οι Έλληνες δεν αποδέχτηκαν τον ραγιαδισμό και αντέδρασαν με τους κλεφταρματωλούς στις ορεινές διαβάσεις σκορπίζοντας τον τρόμο στους κατακτητές. Στην υποστήριξή τους αλλά και στην πνευματική επαγρύπνηση του ελληνικού λαού πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξε και η Εκκλησία με τα μοναστήρια, η οποία έπρεπε να ισορροπήσει ανάμεσα στην Πύλη και στην εμψύχωση του ποιμνίου της με την ενδυνάμωση της χριστιανικής πίστης. Οι Δάσκαλοι του Γένους Ρήγας Βελνστινλής, Κοσμάς ο Αιτωλός, Αδαμάντιος Κοραής αλλά και εν γένει ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός συνέβαλαν τα μέγιστα στην αφύπνιση του Γένους, καθώς το συνέδεσαν με την αρχαιοελληνική παράδοση και τα δημοκρατικά ιδεώδη που επιβίωναν ακόμη στις Τοπικές Κοινότητες  αλλά και με την μετακένωση επαναστατικών ιδεών από την Ευρώπη. Έτσι το φρόνημα των Ελλήνων παρέμενε αδούλωτο και όταν κατάλαβαν ότι « δεν είναι ειν’ εύκολες οι θύρες σαν η χρεία τες κουρταλή » αποφάσισαν να συνεχίσουν τον αγώνα μόνοι τους.

Ας δούμε τώρα πάλι συνοπτικά το δεύτερο ερώτημα: Πώς κέρδισαν την ελευθερία τους οι Έλληνες; Καταλυτικό ρόλο στην απελευθέρωση έπαιξε η Φιλική Εταιρία που οργάνωσε τον Αγώνα και στην οποία συμμετείχαν αγωνιστές από όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας (έμποροι και πλοιοκτήτες, κλεφταρματωλοί, κλήρος, διανοούμενοι ) και τα δύο πρώτα χρόνια που η ευρωπαϊκή διπλωματία ήταν αντίθετη με την Επανάσταση, όλοι αυτοί με τους άγνωστους και ανώνυμους αγωνιστές του απλού λαού συνέβαλαν με τους θυσιαστικούς αγώνες τους στην εδραίωση της επανάστασης στη Ρούμελη και στον Μοριά. Τότε αναδείχτηκαν μεγάλοι ηγέτες ο Κολοκοτρώνης, ο Ανδρούτσος, ο Δημήτριος Υψηλάντης και με τις μεγάλες νίκες  τους κατόρθωσαν να αλλάξουν τη στάση της ευρωπαϊκής διπλωματίας όχι από ευσπλαχνία – αυτά δεν υπάρχουν στη πολιτική – αλλά για ίδιον όφελος, αφού ένα μικρό ελληνικό κράτος που θα αντιμαχόταν την αδύναμη οθωμανική αυτοκρατορία τους εξυπηρετούσε καλύτερα. Σε αυτό συνετέλεσε και το φιλελληνικό κίνημα που είχε αναπτυχθεί στην Ευρώπη ιδιαίτερα μετά την αποδυνάμωση της επανάστασης μετά τους οδυνηρούς εμφύλιους πολέμους (1824 – 1825), την πτώση του Μεσολογγίου (1826) και τον θάνατο του Γεωργίου Καραϊσκάκη στο Φάληρο (1827). Στη συνέχεια καθοριστικό ρόλο για την ανεξαρτησία έπαιξε ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας που γνώριζε καλά την ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή και κατόρθωσε  ύστερα σκληρές διαπραγματεύσεις να μετατρέψει την αυτονομία σε ανεξαρτησία και να επεκτείνει λίγο τη συνοριακή γραμμή.

Ο ελληνικός λαός σίγουρα κέρδισε με το σπαθί του και πότισε με το αίμα του την ελευθερία αλλά και όλοι οι άλλοι παράγοντες που αναφέραμε ευνόησαν τη δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους που έγινε Βασίλειον της Ελλάδος υπό την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων με βασιλιά τον Βαυαρό Όθωνα. Έκτοτε οι Μεγάλες Δυνάμεις καθόριζαν την τύχη του μικρού κρατιδίου και σε κάθε κρίση παραχωρούσαν και ένα κομμάτι εδαφών για να διευθετήσουν τις διαφορές και να εξευμενίσουν τους Έλληνες χωρίς όμως να πικράνουν και τους Οθωμανούς. Έτσι παραχώρησαν πρώτα τα Επτάνησα (1864), αποπέμποντας  τον Όθωνα, ύστερα την Θεσσαλία (1881) και τέλος με τους Βαλκανικούς πολέμους και πάλι όμως με τις γενναίες μάχες των Ελλήνων απελευθερώθηκαν η Ήπειρος, η Μακεδονία (1912-1913). Στην Μικρασία όμως, παρόλο που ενθάρρυναν την επίθεση του ελληνικού στρατού κατά του Κεμάλ, φάνηκε ο πολιτικός κυνισμός τους, καθώς συναίνεσαν στην μικρασιατική καταστροφή και στην ανταλλαγή των πληθυσμών, δίνοντας βέβαια και οι Έλληνες πολιτικοί της εποχής λαβή με τα δικά τους λάθη και τις εμφύλιες έριδες.

Σήμερα διακόσια χρόνια μετά τι πρέπει να κρατήσουμε από τον ηρωικό αγώνα των προγόνων μας για την ελευθερία, αλλά και από όλους τους εθνικούς αγώνες που ακολούθησαν;  Η ελληνική επανάσταση του 1821 αποτελεί ένα κοσμοϊστορικό γεγονός που προκάλεσε ένα βαθύ ρήγμα στην οθωμανική αυτοκρατορία και ανάγκασε τις ευρωπαϊκές δυνάμεις και αλλάξουν την πολιτική τους και να ευνοήσουν τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Οι Έλληνες ενωμένοι στην αρχή πέτυχαν σημαντικά αποτελέσματα, συγκίνησαν και παρακίνησαν τους Ευρωπαίους στον αγώνα και τις θυσίες τους. Αυτή η ενότητα στα εθνικά θέματα είναι και σήμερα το ζητούμενο, γιατί η διχόνοια και φιλαρχία και τότε έβλαψε με τους εμφύλιους πολέμους και τη δολοφονία του Καποδίστρια, αλλά σήμερα, αν ενσκήψει θα είναι επιβλαβής. Ίσως και πάλι σήμερα σε μια κρίσιμη στιγμή να βρεθούμε μόνοι μας, κάτι απευχόμαστε και να χρειαστούν νέοι αγώνες και θυσίες για την αλλαγή της διπλωματίας η οποία τώρα φαίνεται να είναι (;) με το μέρος μας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.