Δεν είσαι ικανοποιημένος από την εταιρεία κινητής ή σταθερής τηλεφωνίας και θέλεις να αλλάξεις πάροχο; Τώρα, η έκδοση του «διαζυγίου» είναι πολύ εύκολο, ενώ οι συμβάσεις που θα πρέπει να υπογράψετε με τον νέο σας πάροχο γίνονται πιο ξεκάθαρες και με λιγότερα ψιλά γράμματα.
Το σημαντικότερο νέο στοιχείο που εισάγει ο αναθεωρημένος κανονισμός της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), είναι η κατάργηση του τέλους διακοπής, της χρηματικής «τιμωρίας» δηλαδή, που μπορούσε στο παρελθόν να επιβάλει η τηλεπικοινωνιακή εταιρεία στον καταναλωτή, όταν εκείνος επέλεγε να διακόψει μια σύνδεση καρτοκινητής ή μια σύμβαση αορίστου χρόνου. Η εταιρεία απαγορεύεται επίσης να επιβάλει τέλος ανανέωσης για σύμβαση ορισμένου χρόνου σε συνδρομητή της που είχε σύμβαση αορίστου χρόνου και επειδή αυτό ακούγεται λίγο μπερδεμένο ας δούμε ένα παράδειγμα: Εστω πως ένας συνδρομητής είχε 24μηνο συμβόλαιο με μια εταιρεία κινητής τηλεφωνίας, το οποίο έχει λήξει και δεν έχει ανανεωθεί. Ο συνδρομητής θεωρείται στη φάση αυτή πως έχει συμβόλαιο αορίστου χρόνου, το οποίο μπορεί να διακόψει ανά πάσα στιγμή ή να το αντικαταστήσει με ένα νέο συμβόλαιο ορισμένου χρόνου (συνήθως 18 ή 24 μηνών). Αν επιχειρήσει τη δεύτερη λύση (του νέου συμβολαίου δηλαδή) η εταιρεία δεν θα μπορεί να του επιβάλει κάποιας μορφής τέλος. Επίσης, αν αποφασίσει να διακόψει τη συνεργασία του με την εταιρεία, η τελευταία δεν μπορεί να του επιβάλει τέλος αποσύνδεσης.
Αν έχετε συμβόλαιο σε ισχύ, τα περιθώρια ευελιξίας είναι βεβαίως πιο μειωμένα αλλά και εκεί η ΕΕΤΤ έχει χαλαρώσει λίγο τους περιορισμούς. Αναλυτικά:
Ήδη εδώ και αρκετό καιρό ο καταναλωτής μπορεί να διακόψει χωρίς κυρώσεις τη σύμβασή του, αν η εταιρεία αυξήσει το πάγιο του προγράμματος ή μειώσει τον χρόνο ομιλίας ή τον όγκο δεδομένων που περιλαμβάνεται σε αυτό. Το διάστημα στο οποίο ο καταναλωτής μπορεί να κάνει τη συγκεκριμένη καταγγελία σύμβασης (τη διακοπή του συμβολαίου δηλαδή) ορίζεται πλέον στους 2 μήνες, αν λαμβάνει λογαριασμό σε μηνιαία βάση ή στους 3 μήνες αν λαμβάνει λογαριασμό ανά δίμηνο.
Αυτό που είναι πολύ σημαντικό εδώ είναι ότι ο συνδρομητής θα πρέπει να εξοφλήσει τυχόν οφειλές που είχαν προκύψει από την επιδότηση συσκευών ή άλλου εξοπλισμού που είχε λάβει από τον πάροχο.
Με την αναθεώρηση του κανονισμού η ΕΕΤΤ προσπαθεί να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα των υπερβολικών χρεώσεων που προκύπτουν στην κινητή τηλεφωνία είτε εξαιτίας αβλεψίας του συνδρομητή ή λόγω μιας κακόβουλης ενέργειας (συνηθέστερα, μέσω κακόβουλου λογισμικού ή μέσω υπηρεσιών μηνυμάτων υψηλής χρέωσης). Εκτός της ενημέρωσης που στέλνει η εταιρεία με SMS στον συνδρομητή για τη συμπλήρωση του 80% του χρόνου ομιλίας, του όγκου δεδομένων ή των SMS που περιλαμβάνονται στο εκάστοτε πακέτο ή συμβόλαιο, άλλο ένα μήνυμα θα τον ενημερώνει σχετικά όταν εξαντλεί το σύνολο του όγκου και αυτομάτως θα τίθεται φραγή στη χρήση των δεδομένων.
Σε αυτή την περίπτωση ο συνδρομητής θα πρέπει να ενημερώσει πως συναινεί στην άρση της προσωρινής φραγής. Σε ένα υποθετικό παράδειγμα, αν ο συνδρομητής έχει πρόγραμμα με 1 GB δεδομένων και εξαντλήσει τα 800 ΜΒ, θα λαμβάνει ένα πρώτο SMS όπως ήδη ισχύει δηλαδή. Οταν φτάσει στο 1 GB χρήσης, αυτομάτως θα τίθεται φραγή από την εταιρεία την οποία θα μπορεί να άρει ο συνδρομητής στέλνοντας ένα σχετικό ενημερωτικό SMS. Με τον τρόπο αυτό θα δηλώνει πως έχει λάβει γνώση της κατάστασης και πως συναινεί στην υπέρβαση της κίνησης δεδομένων (με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τη χρέωσή του στο τέλος του μήνα).
Αναγνωρίζοντας επίσης πως ουδείς δίνει σημασία στα ψιλά γράμματα των συμβάσεων, η ΕΕΤΤ υποχρεώνει τους παρόχους να αναφέρουν ρητά, ευδιάκριτα και με σαφήνεια στην πρώτη σελίδα της σύμβασης τις παρεχόμενες υπηρεσίες, την τελική τιμή χρέωσης, αναλυτικές πληροφορίες για την επιδότηση και τη σχετική απόσβεσή της και το τέλος -τη χρηματική ποινή δηλαδή- που θα καταβάλει ο συνδρομητής κατά τη διακοπή του συμβολαίου.
Ευκολότερη φορητότητα λιγότερο παζάρι
Αυτές όμως δεν είναι οι μόνες αλλαγές που έχει εισάγει φέτος η ΕΕΤΤ στην τηλεπικοινωνιακή καθημερινότητα. Από τις αρχές του καλοκαιριού τέθηκαν σε εφαρμογή νέοι κανόνες, με τους οποίους η φορητότητα δεν μπορεί να χρησιμοποιείται με την ευκολία του παρελθόντος από τους καταναλωτές για να παζαρέψουν καλύτερους όρους με την τηλεπικοινωνιακή τους εταιρεία.
Συγκεκριμένα, εξακολουθεί να ισχύει το διάστημα των 14 ημερών για υπαναχώρηση, δηλαδή για ακύρωση της μεταφοράς της σύνδεσης σε άλλη τηλεπικοινωνιακή εταιρείας. Όμως αυτό στην πράξη σημαίνει πως η αίτηση για τη φορητότητα προωθείται από τον νέο πάροχο στον υφιστάμενο μετά την παρέλευση αυτών των 14 ημερών. Αν ο πελάτης είναι αποφασισμένος να κάνει τη μεταφορά πρέπει να το δηλώσει ρητώς και, όπως σημειώνει η ΕΕΤΤ “έχει τη δυνατότητα, μέχρι την ενεργοποίηση της υπηρεσίας σε νέα εταιρεία και εφόσον δεν έχει παρέλθει η προθεσμία των 14 ημερών, να υποβάλει αίτηση ακύρωσης”. Το λεπτό σημείο εδώ είναι ο χρόνος ενεργοποίησης, που στην περίπτωση της κινητής τηλεφωνίας είναι μόλις 6 ώρες. Ένα άλλο λεπτό σημείο είναι πως αυτή η υπαναχώρηση δεν ισχύει αν ο συνδρομητής έχει καταθέσει αίτημα φορητότητας σε κατάστημα. Υπολογίζεται πως κάθε χρόνο περίπου ένα εκατ. αριθμοί σταθερών και κινητών συνδέσεων “μετακομίζουν” σε άλλο δίκτυο.