Η αύξηση των φορολογικών εσόδων στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα των υψηλών φορολογικών συντελεστών είναι ιδιαιτέρως επιβαρυντική για την οικονομία, ιδίως εάν ληφθεί υπόψη ότι το μέγεθος της παραοικονομίας είναι επίσης από τα υψηλότερα.
Την επισήμανση αυτή κάνουν οι αναλυτές της Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο για την πορεία της οικονομίας, τονίζοντας ότι αφενός, η διεύρυνση της χρήσεως του ηλεκτρονικού χρήματος συμπιέζει την παραοικονομία. Αφετέρου, οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές συνιστούν αντικίνητρο για τη βελτίωση της φορολογικής συμμορφώσεως.
Πρόσφατη μελέτη έχει υποστηρίξει ότι, η αύξηση των φορολογικών συντελεστών έχει μεγαλύτερο υφεσιακό αντίκτυπο όσο υψηλότερη είναι η παραοικονομία.
Συνεπώς, τονίζεται στο δελτίο της τράπεζας, η δημοσιονομική πολιτική μείωσης των φόρων αν συνδυαστεί με τον περιορισμό της παραοικονομίας θα έχει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα για την οικονομία, στην πορεία προς την οικονομική ανάπτυξη.
Η επένδυση επομένως στην ανάπτυξη υποδομών για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του φοροεισπρακτικού και ελεγκτικού μηχανισμού συνιστά την πιο σημαντική μεταρρύθμιση για τη χώρα, αφού αποτελεί το μόνο ασφαλή δρόμο για οικονομική ανάπτυξη με ταυτόχρονη δημοσιονομική ισορροπία.
Αναφορικά με το πρωτογενές πλεόνασμα επισημαίνονται τα εξής: Η πορεία Εκτελέσεως του Προϋπολογισμού, δείχνει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβερνήσεως το 2017 θα υπερβεί, για δεύτερο συνεχές έτος,τον στόχο που έχει τεθεί στην Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκολύνσεως.
Ειδικότερα,σύμφωνα με την Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού,το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται ότι θα φθάσει το 2,44% του ΑΕΠ το 2017, έναντι στόχου 1,75%. Η ανωτέρω εξέλιξη αναμένεται να προκύψειως το συνδυαστικό αποτέλεσμα της πορείας των αυξημένων εσόδων από τις εισφορές κοινωνικής ασφαλίσεως και την έμμεση φορολογία και των μειωμένων εσόδων από την άμεση φορολογία.
Ειδικότερα: Η αναμενόμενη υπέρβαση των στόχων συνδέεται κατά κύριο λόγο με τη βελτίωση του αποτελέσματοςτων Οργανισμών Κοινωνικής Ασφαλίσεως, μέσω δύο πηγών.
Πρώτον μέσω, των αυξημένων εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές καθώς αυξήθηκε τόσο η απασχόληση όσο και το ίδιο το ύψος των εισφορών, και δεύτερον, μέσωτης μειωμένης δαπάνης για συντάξεις.
Αντιθέτως, το αναμενόμενο αποτέλεσμα του κρατικού προϋπολογισμού για το 2017 παρουσιάζει τάσεις επιδεινώσεως.
Τούτο οφείλεται σε δύο κυρίως παράγοντες:
(α) την υποχώρηση των εσόδων από το φόρο εισοδήματος και τις υψηλότερες επιστροφές φόρων λόγω της μειώσεως των δηλωθέντων εισοδημάτων, ιδιαίτερα των ελευθέρων επαγγελματιών και των αγροτών και
(β) την ενίσχυση των δαπανών, λόγω της διανομής κοινωνικού μερίσματος.
Ωστόσο, το αρνητικό αυτό αποτέλεσμα στον Κρατικό Προϋπολογισμό αμβλύνεται το 2017 σε σημαντικό βαθμό, όπως και το 2016, από την αύξηση των εσόδων από την έμμεση φορολογία και κυρίως τον φόρο προστιθέμενης αξίας ως αποτέλεσμα της διευρυμένης χρήσεως των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών και του συνεπαγόμενου περιορισμού των παραοικονομικών δραστηριοτήτων.
Η μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή που επετεύχθη την τελευταία επταετία, και κυρίως η υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων κατά τα δύο τελευταία έτη, βελτιώνει την αξιοπιστία της χώρας και βοηθά στη συγκράτηση του δημοσίου χρέους.
Ωστόσο, η υπέρβαση αυτή σε συνδυασμό με το φοροκεντρικό μείγμα της δημοσιονομικής προσαρμογής συγκρατεί την αναπτυξιακή δυναμική με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται η φοροδοτική ικανότητα, καταλήγει η ανάλυση της Alpha Bank.