Η σχολική φοβία ή σχολική αποφυγή ή σχολική άρνηση εκδηλώνεται με έναν επίμονο και υπερβολικό φόβο του παιδιού να πάει σχολείο. Τα παιδιά, που έχουν σχολική φοβία προτιμούν συνήθως να μείνουν σπίτι μαζί με τον γονέα. Συχνά είναι ανασφαλή, ευαίσθητα, και δεν γνωρίζουν πώς να διαχειριστούν τα συναισθήματα τους. Το φαινόμενο της σχολικής φοβίας δεν είναι καινούριο και ούτε οι διαστάσεις του μπορούν να θεωρηθούν ιδιαίτερα ανησυχητικές . Ωστόσο, η τάση που καταγράφεται είναι ανοδική και οι ειδικοί της ψυχικής υγείας συμβουλεύουν τέτοιου τύπου διαταραχές να αντιμετωπίζονται εγκαίρως, ώστε να μην μετεξελίσσονται αργότερα σε μία δυσλειτουργική ενήλικη κοινωνική ζωή. Σήμερα, συνειδητοποιούμε όλο και περισσότερο  ότι η επίμονη άρνηση του παιδιού να μην πάει στο σχολείο , είναι μία πραγματική ψυχολογική διαταραχή και όχι ένα πρόβλημα απειθαρχίας επειδή απλά παριστάνει τον άρρωστο. Μερικά παιδιά που αρνούνται να πάνε σχολείο μπορεί ακόμα και στο βάθος να θέλουν πάρα πολύ να πάνε αλλά διαπιστώνουν ότι δεν μπορούν να το κάνουν πράξη. Αποτυπώνοντας αυτή την κατάσταση , οι ψυχολόγοι την έχουν ορίσει ως σχολική φοβία. Η φοβία είναι μία έντονη ανησυχία, ταραχή , που συνήθως στρέφεται προς κάποιο συγκεκριμένο ερέθισμα ή κατάσταση στο περιβάλλον. Έτσι, όταν λέμε πώς ένα παιδί έχει σχολική φοβία, υποδηλώνουμε κάποιον έντονο φόβο σχετικά με κάποιες πτυχές της σχολικής ζωής.Διαφορετικοί παράγοντες, συνυφασμένοι με την σχολική ζωή, μπορούν να προκαλέσουν στο παιδί φόβο και άγχος για λόγους αντικειμενικούς και δικαιολογημένους. Μερικές πηγές του παιδικού άγχους στο σχολείο είναι: το μέγεθος του σχολείου, οι καθημερινές ρουτίνες, το άγχος των εξετάσεων, οι ταραγμένες σχέσεις με τον δάσκαλο και τους συμμαθητές, οι εξωπραγματικές προσδοκίες και οι υπερβολικές πιέσεις των γονέων.


Αυτό, που χαρακτηρίζει τις αντιδράσεις φοβίας, είναι οτι η ένταση τους είναι δυσανάλογη μεγάλη σε σχέση με την πραγματική αγχογόνα κατάσταση. Το σχολειοφοβικό όμως παιδί, μπορεί στην πραγματικότητα να μην φοβάται τίποτα απ’όλα αυτά. Σε πολλές περιπτώσεις είναι ο φόβος να αποχωριστεί τη μητέρα του και όχι ότι υπάρχει στο σχολείο κάτι που τον ενοχλεί. Το φυσιολογικό άγχος αποχωρισμού εμφανίζεται συνήθως όταν το παιδί είναι περίπου 18 έως 24 μηνών. Τα παιδιά αυτής της ηλικίας μπορεί να προσκολλούνται στο γονιό, να κλαίνε και να έχουν εκρήξεις θυμού όταν αποχωρίζονται τον γονέα. Όμως κάποια παιδιά μεγαλύτερα, συνεχίζουν να δυσκολεύονται να φύγουν από το σπίτι. Οι γονείς αυτών των παιδιών μπορεί να προσέχουν και να τα αγαπάνε, αλλά ίσως είναι υπερπροστατευτικοί. Έτσι, κάποιοι μαθητές δεν έχουν αρκετή αυτοπεποίθηση και την ικανότητα να διαχειριστούν την σχολική ζωή. Το παιδί που εκδηλώνει τη σχολική φοβία βασανίζεται συνήθως από την έγνοια ότι πρέπει να αφήσει το σπιτικό περιβάλλον και όχι τόσο από ένα συγκεκριμένο φόβο στο σχολείο. Έτσι επικαλείται διάφορους λόγους για να παραμείνει στο σπίτι, λογικοφανείς δικαιολογίες όπως:

  • Αόριστα συμπτώματα, όπως στομαχόπονοι, πονοκέφαλοι, πόνος στο λαιμό, ναυτία ή ζάλη, διάρροια, ιδιοτροπίες στο φαγητό, νυχτερινούς εφιάλτες, ενούρηση κ.α.
  • Το παιδί έχει απουσιάσει πέντε ή περισσότερες μέρες από το σχολείο λόγων αυτών συμπτωμάτων, τα οποία εμφανίζονται κατά κύριο λόγο το πρωί.
  • Την ώρα που το παιδί πρέπει να πάει σχολείο παρουσιάζει συμπτώματα αντικοινωνικής συμπεριφοράς, όπως εκρήξεις θυμού, επιθετικότητα, υπερκινητικότητα, άρνηση να φάει.
  • Φόβος για το σκοτάδι ή να μείνει μόνο στο δωμάτιο.
  • Προσκόλληση σε κάποιον γονιό.
  • Επίμονη ανησυχία για την προσωπική του ασφάλεια ή για την ασφάλεια των άλλων.

Συνήθως τα συμπτώματα, που έχουν αναφερθεί αρχίζουν στο νηπιαγωγείο ή στην Α΄ τάξη του δημοτικού, αν και κάποιες φορές ενδέχεται να εμφανιστούν και στο Γυμνάσιο. Η πιο συχνή εμφάνιση σημειώνεται στην Β΄ τάξη του Δημοτικού σχολείου. Ένα αίτιο θα μπορούσε να είναι ότι τα παιδιά, που για κάποιο λόγο επιθυμούν να παραμείνουν προσκολλημένα στην οικογένεια, ενώ δεν αρμόζει στην ηλικία τους, αλλά σε μικρότερη ηλικία π.χ. νηπιακή ηλικία (πιθανή εκδήλωση ζήλιας λόγω νέου μωρού). Επιπλέον, όταν η οικογένεια δεν έχει αναπτύξει κοινωνικότητα, περνάνε συναφή μηνύματα και στο παιδί. Ακόμα, ίσως λόγω πολλαπλών αρνητικών εμπειριών του παιδιού στο σχολείο (π.χ. απορριπτικός δάσκαλος, κακές σχέσεις με συνομήλικους). Τέλος, μπορεί να πυροδοτηθεί από ψυχοπιεστικά γεγονότα στην οικογένεια : ασθένεια, θάνατος, διαζύγιο σε συνάρτηση με το πώς οι γονείς αντιμετωπίζουν τα θέματα αυτά.Στις περισσότερες περιπτώσεις η σχολική άρνηση κρατάει για λίγο, ειδικά αν ο γονέας επιμένει στην παρουσία του παιδιού στο σχολείο. Παρόλ’αυτα, αν το πρόβλημα παραμείνει, είναι απαραίτητο να αντιμετωπιστεί νωρίς ώστε να υποχωρήσουν οι φόβοι του παιδιού. Είναι ουσιαστικό να αναγνωριστεί το πρόβλημα από τους γονείς, να ανακαλύψουν τις αιτίες για τη δυσκολία του παιδιού και να συνεργαστούν με το προσωπικό του σχολείο για να την απαλύνουν. Αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα η σχολική φοβία μπορεί να επιβαρύνει τη σχολική επίδοση του παιδιού, τις σχέσεις με τους συνομήλικους του, την ποιότητα της δουλειάς του και ενδεχομένως να οδηγήσει σε άγχος, κρίσεις πανικού ή άλλα ψυχολογικά προβλήματα.Τι θα μπορούσαν να κάνουν οι γονείς;

  • Ακούστε το παιδί σας. Μιλήστε μαζί του για να καταλάβετε τι είναι αυτό που το δυσκολεύει.
  • Επικοινωνήστε με το δάσκαλο και κάποιον ψυχολόγο για τις ανησυχίες σας και ζητήστε την άποψη του.
  • Κάντε αλλαγές ώστε να βοηθήσετε το παιδί να προσαρμοστεί στο σχολείο.
  • Βοηθήστε το παιδί σας να ξεπεράσει το φόβο του, αυξάνοντας βαθμιαία την έκθεση του σε αυτό.
  • Μην επιτρέπεται τις ευχάριστες δραστηριότητες, που συνηθίζει στο σπίτι, όταν δεν πηγαίνει στο σχολείο.
  • Διοργανώστε μέρες παιχνιδιού με τους συμμαθητές του για να ενθαρρύνετε τις φιλίες του.
  • Συμμετέχετε σε δραστηριότητες, που σχετίζονται με το σχολείο.
  • Ενθαρρύνετε το παιδί σας, μιλώντας του με θετικά σχόλια για το σχολείο.
  • Ενισχύστε την αυτοπεποίθηση του παιδιού, τονίζοντας τα δυνατά του σημεία και δίνοντας του ευκαιρίες να αριστεύσει.
  • Εφόσον υπάρχουν οικογενειακά προβλήματα διαχειριστείτε τα, ίσως και με την βοήθεια ειδικού αν χρειάζεται.
  • Ζητήστε από τον δάσκαλο να είναι ενθαρρυντικός και θετικός προς το παιδί.

Η επαφή και η συνεργασία των γονιών, του δασκάλου, του ίδιου του παιδιού και ακόμα ενός ειδικού, θα μπορούσαν να συμβάλουν στην μετακύλιση του προβλήματος από το παιδί, ως ταμπέλα και θα οδηγήσουν στην εξισορρόπηση των σχέσεων. Πλέον έχοντας εντοπίσει την ρίζα του προβλήματος, συμβάλουν όλοι μαζί στην αντιμετώπιση του, λειτουργώντας αρμονικά και συνειδητά. Το παιδί βγάζει από τους μικρούς ώμους του το βάρους του προβλήματος και το δουλεύει με την βοήθεια όλων με στόχο την εξάλειψη των δυσκολιών.

Για το Κέντρο Πρόληψης

*Πετρέντζιου Φρόσω  ψυχολόγος

 


Βιβλιογραφία

  1. Κυπραίου Δ. Παναγιώτα, www.psychotherapeia.net.gr
  2. Μασούρα Κατερίνα, www.e-psychology.gr
  3. Martin Herbert, «Ψυχολογικά προβλήματα παιδικής ηλικίας»,1998, Αθήνα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.