Η τάση συγκέντρωσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος συνεχίσθηκε το 2016, όπως προκύπτει από την έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για τις χρηματοπιστωτικές δομές (Report on financial structures).
Συγκεκριμένα, το ποσοστό του ενεργητικού των πέντε μεγαλύτερων πιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας αυξήθηκε στο 97% από 95% το 2015 και 70% το 2008. Το ποσοστό αυτό ήταν το υψηλότερο πέρυσι μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, όπου ο μέσος όρος ανήλθε στο 48%, ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν στη Γερμανία (31%) και το Λουξεμβούργο (28%).
Ο τραπεζικός τομέας έτεινε να γίνεται πιο συγκεντρωμένος στις χώρες που διέρχονται βαθειές διαδικασίες αναδιάρθρωσης, «όπως στην Ελλάδα και την Ισπανία, αλλά και σε κάποιες μικρότερες οικονομίες, όπως της Μάλτας και της Λιθουανίας», αναφέρει η έκθεση.
Το 2016 στην Ελλάδα λειτουργούσαν 18 πιστωτικά ιδρύματα
Το 2016 λειτουργούσαν στην Ελλάδα 18 πιστωτικά ιδρύματα, όσα και το 2015, ενώ το 2008 ο αριθμός τους ήταν διπλάσιος. Ο αριθμός των ξένων τραπεζικών καταστημάτων (foreign branches) στην Ελλάδα μειώθηκε πέρυσι σε 20 από 22 το 2015 και 30 το 2008.
Η μεγαλύτερη μείωση του αριθμού των πιστωτικών ιδρυμάτων σε σχέση με το 2008 έχει σημειωθεί στην Ολλανδία, την Ελλάδα, την Κύπρο και την Ισπανία. Πέρυσι, αντιστοιχούσαν 4.624 κάτοικοι σε κάθε τραπεζικό κατάστημα στην Ελλάδα έναντι 4.249 το 2015 και 2.704 το 2008.
Στην Ευρωζώνη, αντιστοιχούσαν 2.278 κάτοικοι ανά τραπεζικό κατάστημα, δηλαδή ο αριθμός των καταστημάτων σε σχέση με τον πληθυσμό είναι περίπου διπλάσιος από της Ελλάδας.
Μείωση του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών
Το ενεργητικό των ελληνικών τραπεζών μειώθηκε πέρυσι στα 295 δισ. ευρώ ή 1,7 φορές το ΑΕΠ της χώρας από 344 δισ. ευρώ το 2015 (2 φορές το ΑΕΠ) και 358 δισ. ευρώ το 2008 (1,5 φορές το ΑΕΠ).
Η μείωση του ενεργητικού στην Ελλάδα το 2016 ήταν η μεγαλύτερη που σημειώθηκε στην Ευρωζώνη (13,9%), ενώ σημαντική μείωση σημειώθηκε και στην Αυστρία (10,5%), την Ιρλανδία (8,9%), την Κύπρο (8%), τη Λετονία (7,9%) και την Πορτογαλία (5,3%).
Κερδοφορία σε Ελλάδα και Ευρωζώνη
Η κερδοφορία του τραπεζικού τομέα της Ευρωζώνης, όπως μετράται από τη μέση απόδοση σε σχέση με το ενεργητικό (ROA) και σε σχέση με τα ίδια κεφάλαια (ROE), παρέμεινε σταθερή το 2016. «Οι μεγαλύτερες αυξήσεις στους συντελεστές κερδοφορίας σημειώθηκαν σε σχετικά μικρά τραπεζικά συστήματα (Κύπρος, Ελλάδα, Φινλανδία, Σλοβενία και Βαλτικές Χώρες).
Αντίθετα, η κερδοφορία του ιταλικού και του πορτογαλικού τραπεζικού συστήματος μειώθηκε από τα ήδη χαμηλά επίπεδα του προηγούμενου έτους», σημειώνει η έκθεση. «Τα λειτουργικά κέρδη αυξήθηκαν στους περισσότερους τραπεζικούς τομείς της Ευρωζώνης το 2016.
Η Ελλάδα, η Λετονία και η Λιθουανία σημείωσαν τις μεγαλύτερες αυξήσεις, ενώ τα λειτουργικά κέρδη μειώθηκαν στην Κύπρο, την Εσθονία, την Ιταλία και την Αυστρία», αναφέρει η έκθεση.
Στην Ευρωζώνη το 2016 έκλεισαν 6.939 τραπεζικά καταστήματα
Ο αριθμός των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Ευρωζώνη μειώθηκε κατά 25% από το 2008 έως το 2016. Σε μη ενοποιημένη βάση, ο αριθμός των τραπεζών στο τέλος του 2016 ανερχόταν σε 5.073 από 5.474 στο τέλος του 2015, ενώ στη διάρκεια της περσινής χρονιάς έκλεισαν 6.939 τραπεζικά καταστήματα.
Το συνολικό ενεργητικό των εγχώριων τραπεζών της Ευρωζώνης ανήλθε σε 24,2 τρισ. ευρώ στο τέλος του 2016, καταγράφοντας μείωση 0,5% σε σχέση με το 2015 και 14% έναντι του 2008. Οι συνολικές χορηγήσεις δανείων από τις τράπεζες αυξήθηκαν 1%, ενώ το ποσοστό των ομολόγων στο συνολικό ενεργητικό τους συνέχισε να μειώνεται, λόγω της μειωμένης διακράτησης κρατικών ομολόγων σε πολλές χώρες της Ευρωζώνης μετά την κρίση και του συνεχιζόμενου από την ΕΚΤ προγράμματος αγορών τίτλων.
Αυξημένος ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας
Από την πλευρά του παθητικού, ενισχύθηκε η τάση μεγαλύτερης χρηματοδότησης των τραπεζών από τις καταθέσεις, το μέσο ποσοστό των οποίων στο συνολικό παθητικό αυξήθηκε κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες στο 52%. Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών της Ευρωζώνης συνέχισαν να αυξάνονται, χάρη κυρίως σε αυξήσεις κεφαλαίων που έκαναν. Ο μέσος δείκτης κεφαλαίων (CET1) διαμορφώθηκε στο 15,4% το 2016 από 14,5% το 2015.
ΑΠΕ-ΜΠΕ