Είκοσι χρονών ήταν ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής, όταν το 1924 ξεκίνησε από τη περιοχή της Ξάνθης τη δύσκολη πορεία οργάνωσης του αγροτικού κόσμου της περιοχής του και στη συνέχεια πρωτοστάτησε και σε Πανελλήνιο επίπεδο, επηρεασμένος και γοητευμένος από τη προσωπικότητα του μεγάλο του δασκάλου (καθηγητή του στη Νομική) Αλέξανδρο Παπαναστασίου.

Ήταν η εποχή που τέθηκαν για πρώτη φορά οι βάσεις για τη θεσμική οργάνωση του αγροτικού κόσμου, που μέχρι εκείνη τη στιγμή αποτελούσαν μικρές-τοπικές  κινηματικές πρωτοβουλίες, οι οποίες είχαν ξεκινήσει λίγα χρόνια νωρίτερα από τη Θεσσαλία, τους κολίγους και τον Μαρίνο Αντύπα, στα χρόνια των εξεγέρσεων ενάντια στους τσιφλικάδες του Θεσσαλικού κάμπου.

Ήταν η εποχή που οι αγρότες κινητοποιήθηκαν και δημιούργησαν τις δικές τους άτυπες οργανώσεις. Έτσι, φτιάχτηκε στην Καρδίτσα, αρχικά, ο «Γεωργικός Σύλλογος» και στη συνέχεια ακολούθησε η δημιουργία αντίστοιχων συλλόγων στη Λάρισα και στα Τρίκαλα.

Όσο όμως τα τσιφλίκια συνέχισαν να βρίσκονται στη κατοχή των παλιών ιδιοκτητών τους, οι εξεγέρσεις ερχόταν η μια μετά την άλλη και σε πολλές περιπτώσεις δεν έλλειπαν και οι βιαιότητες. Και έτσι φτάσαμε μέχρι την ιστορική ημερομηνία της 6ης Μαρτίου του 1910 και στο πιο μαζικό συλλαλητήριο σε ολόκληρη τη Θεσσαλική γη, στη πόλη της Λάρισας.

Ήταν η μέρα όπου ο κάμπος βάφτηκε με το αίμα των κολίγων του Κιλελέρ, οι οποίοι είχαν επιβιβαστεί στο τρένο για να συμμετέχουν στο συλλαλητήριο και με εντολή του επικεφαλής των ευζώνων και των φαντάρων, μετά από παρακίνηση του διευθυντή των Θεσσαλικών σιδηροδρόμων, δόθηκε η διαταγή να πυροβολήσουν στο ψαχνό.

Ένα χρόνο μετά το Κιλελέρ κι αφού το αγροτικό κίνημα φούντωσε σε όλη την τότε ελεύθερη Ελλάδα, η Κυβέρνηση του Βενιζέλου δικαιώνει εν μέρει τα αιτήματα των αγροτών και αναθεωρεί μάλιστα και το σύνταγμα, απαλλοτριώνοντας ορισμένες από τις μεγάλες ιδιοκτησίες (τσιφλίκια). Το έργο θα ολοκληρωθεί αργότερα το 1923 από τη κυβέρνηση Πλαστήρα και με τη μεγάλη πίεση που υφίσταται εξαιτίας του προσφυγικού προβλήματος.

Η θεσμική οργάνωση λοιπόν των αγροτών με τη δημιουργία των πρώτων αγροτικών συλλόγων όπως περίπου τους γνωρίζουμε σήμερα, σαν καθαρά συνδικαλιστικές οργανώσεις των αγροτών με καταστατικό κλπ., δημιουργήθηκαν μετά τον εμφύλιο πόλεμο στην περίοδο 1955-1960,  ενώ το 1958 ιδρύθηκε η ΓΕΣΑΣΕ σαν δευτεροβάθμια οργάνωση.

Το 1983 ψηφίστηκε ο νόμος 1361/83 για τις αγροτικές συνδικαλιστικές οργανώσεις ο οποίος θεσμοθέτησε τις τρεις βαθμίδες στο αγροτικό συνδικαλιστικό κίνημα. Δηλαδή, τους Συλλόγους στα χωριά και στους δήμους σαν πρωτοβάθμιες οργανώσεις, τις Ομοσπονδίες στους νομούς σαν δευτεροβάθμιες και τη Συνομοσπονδία πανελλαδικά σαν τριτοβάθμια και ρύθμιζε τους κανόνες λειτουργίας τους.

Ο Νόμος αυτός, εκτός των άλλων, θεσμοθέτησε τη συμμετοχή του αγροτικού συνδικαλιστικού κινήματος με καθοριστικό λόγο σε ορισμένες αρμοδιότητες, που μέχρι τότε τις ασκούσαν οι Δημόσιες υπηρεσίες, όπως η έκδοση αδειών λαϊκής αγοράς στους παραγωγούς αγρότες, η βεβαίωση για την αγορά ΙΧ αγροτικού αυτοκινήτου κ.ά.

Η πορεία λοιπόν του αγροτικού κινήματος έχει να επιδείξει αξιόλογη δράση και ιστορικούς σταθμούς με διεκδικήσεις που στόχο είχαν πάντα να παραμερίσουν κάθε αδικία για τον κόσμο της Ελληνικής υπαίθρου.

Κατά τη περίοδο της 7ετούς δικτατορίας πολλά στελέχη διώχθηκαν, ενώ στις ηγεσίες των οργάνων διορίζονται συνεργάτες των χουντικών, ποδηγετώντας ουσιαστικά το κίνημα, ενώ οι δυναμική των διεκδικήσεων μπαίνει στο ψυγείο.

Κι ενώ περίμενε κανείς ότι μετά τη μεταπολίτευση ο αγροτικός κόσμος ενωμένος θα είχε την ευκαιρία ενός νέου ξεκινήματος, το αγροτικό κίνημα αποκλίνει από τους στόχους του και το διεκδικητικό πλαίσιο που όφειλε να έχει και παράλληλα το συνεταιριστικό κίνημα αναλαμβάνει (μέγα λάθος) κατά κάποιο τρόπο συνδικαλιστικό ρόλο.

Η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή σε όλους μας, με τον εκφυλισμό της ΓΕΣΑΣΕ η οποία παρέσυρε αρκετές ομοσπονδίες και αγροτικούς συλλόγους στην αδράνεια, να λειτουργούν πλέον τυπικά (σφραγίδες) και όχι ουσιαστικά, ενώ έρχεται και η διάσπαση με δημιουργία και δεύτερης τριτοβάθμιας οργάνωσης, της ΣΥΔΑΣΕ η οποία λειτούργησε περισσότερο σαν κυβερνητική παράταξη και λιγότερο σαν μαζική οργάνωση των αγροτών.

Οι διχαστικές αυτές τάσεις επηρέασαν αρνητικά όχι μόνο το αγροτικό κίνημα, αλλά επέδρασαν στην ίδια τη ζωή της υπαίθρου και των χωριών συγκεκριμένα, με τα ξεχωριστά καφενεία και εν τέλει στην αποδιάρθρωση του κοινωνικού ιστού της κατ επέκταση της παραγωγικότητας στην ύπαιθρο.

Ευκαιρία για ανασύνταξη

Σήμερα υπάρχει η ίδια ανάγκη, όσο και στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, για ένα ενιαίο αγροτικό συνδικαλιστικό κίνημα, ελεύθερο και ακηδεμόνευτο που θα εκφράζει όλους τους τομείς της αγροτικής οικονομίας και όλους τους αγρότες από τον Έβρο μέχρι τη Κρήτη, γιατί τα προβλήματα είναι πολλά και γιατί επιτέλους ήρθε η ώρα να υπάρξουν πολιτικές ανάταξης και επανεκκίνησης της αγροτικής οικονομίας. Και αυτό δε πρόκειται να γίνει μόνο από τον αρμόδιο Υπουργό και ούτε από μερικούς πεφωτισμένους συνεργάτες του. Αυτό θα γίνει μόνο με τη συμμετοχή όλου του αγροτικού κόσμου.

Οι κινηματικές πρωτοβουλίες που εκφράστηκαν ακόμη από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, με τη δημιουργία των γνωστών «μπλόκων», ήταν χρήσιμες και αναγκαίες σε κάποιο βαθμό, για τη συσπείρωση του αγροτικού κόσμου, όταν το οργανωμένο συνδικαλιστικό κίνημα παρέπαιε από τις παθογένειές του. Το κίνημα αυτό όμως έμεινε στάσιμο, διασπασμένο και κατευθυνόμενο από πολιτικές σκοπιμότητες, μόνο να μας θυμίζει κάθε χειμώνα την ύπαρξή του, εκτρέποντας τους αγρότες από τα πραγματικά προβλήματα του χώρου. Δε θέλησε ποτέ να απαιτήσει τη θεσμική οργάνωση που έχουν οι συνδικαλιστικές ενώσεις άλλων κοινωνικών ομάδων και τη μαζικότητα που θα πρέπει να έχουν τα κινήματα. (σε κάθε περίπτωση όλα τα «κινήματα» αποκτούν θεσμική οντότητα και αποκτούν χαρακτήρα «κοινωνικών κατακτήσεων»)

Όσο παρεξηγημένες και αρνητικά φορτισμένες είναι οι έννοιες του «αγροτικού συνδικαλισμού» και του «συνεργατισμού» η ενιαία και θεσμική πλέον οργάνωση των αγροτών είναι σήμερα περισσότερο από αναγκαία.

Με το σχέδιο νόμου λοιπόν που έδωσε αυτές τις μέρες το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) στη δημοσιότητα, για διαβούλευση, αυτό ακριβώς επιδιώκεται.

Αποτελεί πλέον μονόδρομο η οργάνωση των αγροτών, η δημιουργία ενιαίας αγροτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης σε Πανελλαδικό επίπεδο, πλάι και όταν χρειάζεται απέναντι στη πολιτεία, καθώς και η εκπροσώπηση στα Ευρωπαικά και διεθνή όργανα.

Αν και η πρωτοβουλία έρχεται «από τα πάνω», οι κοινωνικές ομάδες της Ελληνικής υπαίθρου και ο αγροτικός κόσμος έχουν το πρώτο λόγο. Να πάρουν τις τύχες στα χέρια τους και να συνδιαμορφώνουν οι ίδιοι τις συνθήκες και τις δράσεις τους, και όταν χρειάζεται μαζί με τα θεσμικά όργανα της πολιτείας, όπως ακριβώς γίνεται και στις πλέον προηγμένες χώρες.

Αγροτικός συνδικαλισμός και άλλες διατάξεις

ΚΩΣΤΑΣ ΜΙΜΙΚΟΣ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.