«Αλλοι ερωτεύονται, εγώ έμεινα χωρίς φίλο». Η Παριζιάνα Αν Μπερλάν, 35 ετών και στέλεχος επιχείρησης, έγραψε βιβλίο και διηγείται τα πέντε χρόνια μοναξιάς που έζησε, δίνοντας οδηγίες επιβίωσης.
«Όταν μένεις εργένης, μετά από χρόνια σχέσης, πιστεύεις ότι αυτό δεν θα κρατήσει πολύ. Πιστεύεις ότι είναι μια μετάβαση…Στην αρχή έχεις ένα αίσθημα ευφορίας. Αλλά κάποια μέρα νιώθεις αποπνικτικά. Θέλεις να ξαναγυρίσεις στη ζωή που είχες πριν», γράφει.
Τα πέντε χρόνια μοναχικής ζωής η Αν Μπερλάν τα βρήκε «ούτε ελαφριά, ούτε απολαυστικά, ούτε πνευματικά». Τα βρήκε απλώς «πέντε χρόνια κουπί», αλλά και «πέντε απαραίτητα χρόνια».
Το βιβλίο της λέγεται Celibadtrip και αποκαλύπτει το δράμα της γενιάς της. Συγκρίνει την εργένικη ζωή με μια αφιλόξενη ζούγκλα όπου αναπτύσσονται δύο τύποι ανθρώπων, τα θύματα και οι κυνηγοί.
«Υπάρχουν άτομα που δεν περιμένουν τίποτα, και άτομα που τα περιμένουν όλα. Υπάρχουν οι κυνικοί, που αναζητούν εμπειρίες και οι ρομαντικοί που αναζητούν την αγάπη. Αλλά οι εργένηδες του ιδίου τύπου δεν συναντώνται ποτέ. Υπάρχει μια μόνιμη παρεξήγηση στο να συναντηθούν. Αυτή η αφιλόξενη ζούγκλα είναι πιο ορατή στο Παρίσι, όπου οι άνθρωποι είναι πιο κυνικοί, πιο απαισιόδοξοι και γενικά πιο αμυντικοί. Στην επαρχία πιστεύω ότι υπάρχει λιγότερη επιλογή, επομένως λιγότεροι πειρασμοί και κατά συνέπεια περισσότερη απλότητα και αισιοδοξία.
Οι εργένισσες γίνονται γρήγορα δημιουργήματα της νύχτας και φλερτάρουν περισσότερο με τα πάρτι και το αλκοόλ.
Τα υπερβολικά πάρτι και το υπερβολικό αλκοόλ είναι ένα σύμπτωμα κατάρρευσης του εργένη που αναζητά έντονες εμπειρίες στην παρούσα στιγμή.
Για μια εργένισσα, οι άντρες μεταξύ 27 και 37 ετών είναι «η χαμένη γενιά». Οι μισοί είναι σε σχέση, οι άλλοι μισοί έχουν εγκαταλείψει την ιδέα να βρουν τον έρωτα. Μεταξύ 30 και 40 οι άντρες έχουν συχνά μια δουλειά, έναν καλό μισθό, αγοράζουν αυτοκίνητο ή ένα ωραίο ρολόι, αρχίζουν να είναι «κάποιοι». Σε αυτή την ηλικία ο «άλλος» δεν είναι η λύση.
Για τις γυναίκες τα πράγματα είναι διαφορετικά, εξαιτίας του βιολογικού ρολογιού. Μετά από κάποια ηλικία, όλοι τις επαναφέρουν στην τάξη, εξαιτίας της κοινωνικής πίεσης για παιδιά.
Υπάρχουν δύο περίοδοι στην εργένικη ζωή: η εργένικη ζωή και η μαύρη εργένικη ζωή. Η δεύτερη είναι η πιο σκοτεινή περίοδος της ερωτικής μοναξιάς, η απόλυτη απόγνωση, εκεί που δεν περιμένεις πλέον τίποτα. Όλα σου φταίνε, η Γη η ίδια σου φταίει, δεν εμπιστεύεσαι κανέναν και βρίσκεσαι δύο εκατοστά από την αυτοκτονία. Πρόκειται για μια διαμονή στην Κόλαση, εκεί όπου λες ότι ο έρωτας δεν υπάρχει, ότι τα ζευγάρια είναι μια υπερτιμημένη έννοια, ότι ο καθένας γεννιέται και πεθαίνει μόνος. Οι ιδέες στο κεφάλι, εκείνη την περίοδο, είναι τόσο μαύρες που το μόνο που μπορεί να σου συμβεί είναι να προχωρήσεις μπροστά! Μετά την περίοδο της μαύρης εργένικης ζωής, μπορείς να ξαναβγείς στην επιφάνεια.
Τι θα έλεγα σε όλους τους δυστυχισμένους εργένηδες;
Καταρχήν, θα τους έλεγα ότι βρίσκουμε το κατάλληλο πρόσωπο όταν είμαστε ικανοποιημένοι στη ζωή μας, όταν δεν παίζουμε ρόλους, όταν δεν υπακούουμε σε ηλίθιους κανόνες. Είναι δύσκολο να είσαι ο εαυτός σου. Αλλά για να έχεις μια σχέση με διάρκεια δεν μπορείς να ξεκινάς με ψέμματα.
Αυτό που θα έλεγα επίσης στους εργένηδες είναι ότι η εργένικη ζωή μπορεί να είναι και μια συγκλονιστική περίοδος, εκεί που ανακαλύπτεις τον εαυτό σου και τον χτίζεις. Μια περίοδος όπου ο «άλλος» δεν αποτελεί λύση. Η εργένικη ζωή είναι επίσης το μέσον για να ξαναεπενδύσεις στον έρωτα. Στον έρωτα που κάνει τη ζωή πιο γλυκιά, αυτό είναι όλο”.
iefimerida