Το Α΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 873/2016 απόφασή του έκρινε ότι το επίδομα τρίτου παιδιού μπορούν να το λαμβάνουν οι μητέρες οι οποίες είναι μεν υπήκοοι κράτους εκτός ΕΕ, όπως είναι η Μολδαβία, αλλά όμως τα παιδιά τους είχαν υπηκοότητα κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως είναι η Ρουμανία.
Διευκρινίζεται ότι η χορήγηση του επιδόματος τρίτου παιδιού διακόπηκε το 2012 με το νόμο 4093/2012, αλλά η απόφαση του Α΄ Τμήματος του ΣτΕ, κατ΄ αρχάς, θα αποτελέσει πιλότο για τις παρόμοιες εκκρεμείς δίκες και κατά δεύτερον το όλο ζήτημα -λόγω μείζονος σπουδαιότητας- παραπέμφθηκε από την 5μελή στην 7μελή σύνθεση του ίδιου Τμήματος για οριστική κρίση.
Ειδικότερα, Μολδαβή υπήκοος και κάτοχος δελτίου διαμονής μέλους οικογένειας πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παντρεμένη με υπήκοο Ρουμανίας ο οποίος ήταν κάτοχος άδειας διαμονής στην Ελλάδα, ως πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εργαζόταν στη χώρα μας, μόλις γέννησε το τρίτο παιδί της, ζήτησε από τον ΟΓΑ την χορήγηση του επιδόματος τρίτου παιδιού. Και τα τρία παιδιά της Μολδαβής μητέρας είχαν γεννηθεί στην Αθήνα.
Ο ΟΓΑ απέρριψε το αίτημα χορήγησης του επιδόματος, επικαλούμενος ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησής του, αφού η μητέρα ήταν υπήκοος τρίτου κράτους και τα τρία τέκνα της δεν έχουν Ελληνική υπηκοότητα. Κατόπιν αυτών, η μητέρα, προσέφυγε στα δικαστήρια.
Το ΣτΕ στην εν λόγω απόφασή του, αναφέρει ότι σύμφωνα με την Συνθήκη Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαγορεύεται κάθε διάκριση λόγω ιθαγένειας και πολίτης της Ένωσης είναι κάθε πρόσωπο που έχει την υπηκοότητα ενός κράτους μέλους, ενώ σε άλλο σημείο αναφέρει ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων συνεπάγεται κατάργηση κάθε διάκρισης λόγω ιθαγένειας μεταξύ των κρατών μελών, όσον αφορά την απασχόληση, την αμοιβή και τους άλλους όρους εργασίας.
Ακόμη, αναφέρει το ΣτΕ, ότι η Ρουμανία εντάχθηκε στην Ε.Ε. από την 1η Ιανουαρίου 2007 και οι Ρουμάνοι πολίτες θεωρούνται «άμεσα ως υπήκοοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι δε σύζυγοι και τα τέκνα αυτών, εάν μεν είναι υπήκοοι τρίτων κρατών, αντιμετωπίζονται ως αλλοδαποί μέλη οικογένειας πολίτη της Ε.Ε., ενώ αν είναι Ρουμάνοι αντιμετωπίζονται άμεσα ως υπήκοοι της Ε.Ε.».
Επίσης, αναφέρει ότι σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε., «κοινωνικά πλεονεκτήματα και οικογενειακές παροχές πρέπει να χορηγούνται στην οικογένεια νομίμως διαμένοντος και εργαζομένου στην Ελλάδα πολίτη της Ε.Ε., ακόμα και αν η κατ΄ αρχήν «δικαιούχος» των επιδομάτων αυτών μητέρα της οικογένειας είναι υπήκοος τρίτου κράτους, εφόσον τυχόν άρνηση χορήγηση των παροχών αυτών, θέτει σε δυσμενέστερη θέση τα πιο πάνω μέλη της οικογένειας που είναι πολίτες της Ένωσης σε σχέση με τα μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη, αποτελούμενη από παιδιά που έχουν την ελληνική υπηκοότητα».
Παράλληλα, αναφέρει η δικαστική απόφαση, ότι δικαιούχος του επιδόματος τρίτου παιδιού είναι η μητέρα, η οποία είναι Ελληνίδα ή πολίτης της Ε.Ε., άλλως πολίτης τρίτου κράτους με παιδιά Ελληνικής υπηκοότητας.
Τελικά, το Α΄ Τμήμα έκρινε ότι «οι διατάξεις των νόμων 1892/1990, 3454/2006 και 3631/2008 που απέκλειαν την χορήγηση του επιδόματος τρίτου παιδιού στην μητέρα υπήκοο τρίτου κράτους μέλους που έχει παιδιά υπηκοότητας κράτους μέλους της Ε.Ε., αντίκεινται στις διατάξεις του δικαίου της Ε.Ε. και είναι ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες για το λόγο αυτό».
iefimerida