Η 17η Ιανουαρίου, ημέρα που η εκκλησία μας τιμά την εορτή του Αγίου Αντωνίου, ήταν και η ημέρα που ο νεομάρτυρας Γεώργιος, σε ηλικία 30 ετών, το 1838, βρήκε μαρτυρικό θάνατο σε αγχόνη, η οποία στήθηκε μπροστά στην τότε πολυσύχναστη πλατεία των Ιωαννίνων, «Κουρμανιό», που βρίσκεται απέναντι από τη μεγάλη πύλη του Κάστρου και η οποία φέρει σήμερα το όνομα του νεομάρτυρα.
Τη μνήμη του νεομάρτυρα Γεώργιου, «των εν Ιωαννίνοις μαρτυρήσαντος», τιμά και κάθε χρόνο, με τη δέουσα λαμπρότητα η γενέτειρά του ο Άγιος Γεώργιος Γρεβενών (Τσούρχλι), χωριό το οποίο πήρε το 1927, προς τιμήν του Αγίου, το όνομά του.
Στη σύντομη ζωή του, ο νεομάρτυρας Γεώργιος, ο οποίος υπήρξε ένα από τα τελευταία θύματα του παιδομαζώματος, σε ηλικία 12 χρονών, κατάφερε να διατηρήσει άσβεστη μέσα του τη χριστιανική πίστη, για την οποία και μαρτύρησε, παρά το γεγονός ότι το τουρκογιαννιώτικο περιβάλλον τον θεωρούσε Τούρκο και τον προσέλαβε στον τουρκικό στρατό ως ιπποκόμο, με το όνομα «Γκιαούρ Χασάν».
Ο νεομάρτυρας Γεώργιος, που ήταν σεμνός στους τρόπους του, φορούσε πάντα την πατροπαράδοτη μακριά φουστανέλα του χωριού του και κεντητό γιλέκο, με το οποίο μάλιστα απεικονίζεται και στις εικόνες.
Η νέα φάση της ζωής του αρχίζει τον Οκτώβριο του 1836, όταν αποφασίζει να αρραβωνιαστεί και στη συνέχεια να παντρευτεί την ημέρα της εορτής του Αγίου Δημητρίου μια Χριστιανή Γιαννιώτισσα, την Ελένη με την οποία αποκτούν τον Δεκέμβριο του 1837 ένα γιο, που τον βαπτίζει, τηρώντας τη χριστιανική παράδοση την 7η Ιανουαρίου 1838 χαρίζοντάς του το όνομα Ιωάννης.
Όλα αυτά, όπως ήταν φυσικό προκάλεσαν τη δίωξή του και στη συνέχεια το μαρτυρικό του θάνατο, καθώς παρά τα βασανιστήρια των Τούρκων, για να απαρνηθεί τη χριστιανική πίστη, ο ίδιος με θάρρος ομολογούσε ότι «ουδέποτε υπήρξε Τούρκος, αλλ’ αείποτε Χριστιανός», ακόμη και όταν έφθασε η ώρα του απαγχονισμού του, την οποία αντιμετώπισε νηφαλιότητα και γενναιότητα.
Χαρακτηρίστηκα είναι και τα τελευταία του λόγια όταν οι Τούρκοι βασανιστές του τον ρώτησαν «τι είσαι σύ;», πριν τραβήξουν την αγχόνη. Τότε ο νεομάρτυρας Γεώργιος που ζήτησε να του λύσουν τα χέρια, έκανε το σταυρό του και απάντησε: «Χριστιανός είμαι και Χριστιανός θα αποθάνω, προσκυνώ τον Χριστόν μου και την Δέσποινά μου Θεοτόκον» και απευθυνόμενος στους Χριστιανούς που βρίσκονταν εκεί τους είπε: «Συγχωρέσατέ μοι, αδελφοί και ο Θεός συγχωρέσει σας».
Το σώμα του Αγίου παρέμεινε κρεμασμένο στην αγχόνη για τρεις ημέρες χωρίς όμως να αλλοιωθεί, γεγονός που και οι ίδιοι οι Τούρκοι στη συνέχεια παραδέχτηκαν την αγιότητά του και έδωσαν την άδεια να ενταφιαστεί με τις μεγαλύτερες τιμές.
Ο νεομάρτυρας Γεώργιος αναγνωρίστηκε επίσημα ως Άγιος, στις 19 Σεπτεμβρίου του 1839, από την Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως υπό τον Πατριάρχη Γρηγόριο και από έντεκα συνοδικούς επισκόπους, ενώ ήδη από το θάνατό του είχε γίνει αποδεκτός για την αγιότητά του από τους χριστιανούς της περιοχής και μάλιστα, σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, ακόμη και από πολλούς μουσουλμάνους που ζούσαν την εποχή εκείνη στα Ιωάννινα.
Για το νεομάρτυρα Γεώργιο γράφτηκαν πολλές βιογραφίες και Ακολουθίες, ανάμεσά τους και αυτή του μοναχού Γεράσιμου Μικρογιαννίτη, η οποία αναφέρει μεταξύ των άλλων:
«Ούτως ο περιφανής νεομάρτυς του Χριστού, Γεώργιος, υιός υπήρξεν γονέων ευσεβών και εναρέτων, Κωνσταντίνου και Βασίλως, εκ τινός χωρίου, της επαρχίας Γρεβενών ορμωμένων, ονομαζομένου κοινώς «Τσούρχλι» νυν δε Άγιος Γεώργιος, ανθρώπων ενδεών και ποριζομένων τα προς το ζειν, δια γεωργίας, οίτινες γεννήσαντες τον Γεώργιον και εν ευσεβεία αναθρέψαντες, ουκ ηδυνήθησαν δι’ απορίαν εκπαιδεύσαι αυτόν. Άπειρος δε γραμμάτων ως εκ τούτου διαμείνας και απορφανισθείς των γονέων αυτού, εν νεαρά ηλικία, διέμενε προς καιρόν υπό τους αδελφούς. Τηνικαύτα μεταβάς εις Ιωάννινα, επορίζετο τα προς το ζειν υπομίσθιος, απλώς υπάρχων τον τρόπον και σεμνός τοις ήθεσι και πράος, και μη απολειπόμενος του θαυμάζειν εις τον οίκον Κυρίου εν ταις ευκαιρίας αυτού».
Η πρώτη εικόνα του Αγίου φιλοτεχνήθηκε στις 30 Ιανουαρίου του 1838, λίγες μόνο ημέρες από το μαρτυρικό του θάνατο, μετά από παραγγελία του ιερομόναχου Χρύσανθου Λαϊνά, ο οποίος φέρεται ως ο πνευματικός του καθοδηγητής. Στην εικόνα αυτή ο Άγιος εικονίζεται με την παραδοσιακή του στολή, κρατώντας στο δεξί του χέρι ένα σταυρό και στο αριστερό ένα κλωνάρι φοίνικα και ειλητάριο με την επίκληση : «Μη χωρίσεις με της δόξης των μαρτύρων σου, γλυκύτατε Ιησού, ότι τέτρωμαι της σης αγάπης εγώ, αλλά ενίσχυσόν με διά το μέγα σου έλεος, Χριστέ».