βηθλεεμ

Του Αρχιμ. π. Χρυσοστόμου Συμεωνίδη, Εφημερίου Ι. Ν. Αγίου Δημητρίου Ψυρρή:

Για άλλη μια φορά και φέτος ο εορτολογικός κύκλος της αγίας μας Εκκλησίας μάς φέρνει προ της ιεράς και πανσεβάσμιας εορτής της κατά σάρκα γεννήσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Το συγκλονιστικό, όμως, αυτό γεγονός, ίσως το συγκλονιστικότερο μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, συνθλίβεται μέσα στην τύρβη της καθημερινότητας, μέσα στον αχαλίνωτο καταναλωτισμό και τον βαθύτατα εκκοσμικευμένο βίο μας.

Γι’ αυτό θα θέλαμε στο παρόν σημείωμα με πνεύμα μαθητείας στην παράδοση των πατέρων μας να σταθούμε σε ορισμένα κεφαλαιώδους σημασίας σημεία του κομβικού αυτού σταθμού της πίστης μας.

α) Η ενανθρώπηση του Κυρίου μας είναι έργο συνεργειακό, δηλ. δεν αποτελεί έργο ενός προσώπου, εν προκειμένω του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος.

Η θεία οικονομία, δηλ. κάθε ενέργεια του Θεού προς τον κόσμο, συνιστά αγαπητική κίνηση και των τριών τριαδικών προσώπων. “Ο Πατήρ δι’ Υιού εν ΑγίωΠνεύματι” αποκαθιστά την ενότητα των πάντων και καθιστά τα πάντα καινή κτίση.

Τούτο αποτελεί μία οριστική απάντηση σε κάθε σαβελλιανίζουσα και νεοσαβελλιανίζουσα αντίληψη για τον ρόλο και τη δράση του Θεού μέσα στην ιστορία.

β) Η ενσάρκωση του Χριστού είναι πράξη διδακτική. Πρόκειται για το ύψιστο μάθημα υπακοής και ταπείνωσης, ένα μάθημα συγκλονιστικά επίκαιρο στις μέρες μας.

Στον αντίποδα του επηρμένου και ναρκισσικού «εγώ» μας βρίσκεται ο σαρκί τεχθείς Κύριος, ο οποίος “εαυτόν εκένωσεν μορφήν δούλου λαβών…εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου” (Φιλιπ. 2, 7-8).

Όπως πολύ ορθά έχει επισημανθεί “o Υιός δεν επισκέφτηκε τον άνθρωπο εξ αποστάσεως…αλλά έγινε αληθινός άνθρωπος…μέχρι θανάτου.

Στα πρώτα ήδη χρόνια της ζωής του βίωσε την ξενιτειά ενός πολιτικού πρόσφυγα…Έζησε περιπλανώμενος και ανέστιος, δεχόμενος σαν σπίτι του όλους τους τόπους” (Θ. Παπαθανασίου, “Ο Θεός μου ο αλλοδαπός”, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2004, σσ. 45 – 46).

Ισχυρίζονται μερικοί: γιατί ο Χριστός έρχεται στη γη σ’ ένα άσημο μέρος, από μια άγνωστη μητέρα, ξένος μεταξύ ξένων;

Γιατί επιλέγει η έλευση και όλος ο επίγειος βίος του να σημαδευτεί από την αφάνεια και την ταπείνωση;

Γιατί δεν επέλεξε να έρθει ως ένας ένδοξος και ισχυρός βασιλιάς; Δεν ήταν σε θέση ο Θεός να διατάξει μια ολόκληρη στρατιά αγγέλων να ηχήσουν τις σάλπιγγες από τη μια άκρη του κόσμου έως την άλλη και να πέσουν όλοι οι άνθρωποι στα γόνατα από φόβο και τρόμο, αναγνωρίζοντας τον έναν και αληθινό Θεό, αντί να στείλει τον μονογενή Υιό Του; Η απάντηση σε όλα αυτά τα ευλογοφανή ερωτήματα είναι εξαιρετικά απλή.

Αν ο Θεός επέλεγε την οδό του μεγαλείου, της αίγλης και άρα του έμμεσου ψυχολογικού εκβιασμού, δηλ. αν ερχόταν ως κοσμοκράτορας του αιώνος τούτου, τότε θα αυτοαναιρούνταν, διότι θα καταργούσε την ελευθερία που ο ίδιος χάρισε απ’ αρχής στον άνθρωπο. Η πίστη τότε θα ήταν μονόδρομος και θα επιβαλλόταν καταναγκαστικά, θα έπαυε να είναι άθλημα και προσωπική αναμέτρηση.

γ) Η σάρκωση του Λόγου είναι πράξη κατάφασης της ιστορίας. Ο Χριστός δεν έρχεται για να απεγκλωβίσει τον άνθρωπο από την ιστορία και να τον λυτρώσει από τα δεινά της, αλλά για να μεταβάλλει την ιστορία σε χώρο σωτηρίας, δηλ. σε πεδίο κατατρόπωσης των συνεπειών της αμαρτίας.

Έχει μάλιστα μεγάλη σημασία ότι προσλαμβάνει τον όλον άνθρωπο, για να τον θεραπεύσει ολόκληρο και να τον διατηρήσει ακέραιο. Ό,τι δεν προσλαμβάνεται, παραμένει αιχμάλωτο της φθοράς και του θανάτου.

Ο πατερικός λόγος είναι κρυστάλλινος: “Το απρόσληπτον και αθεράπευτον ∙ ο δε ήνωται Θεώ, τούτο και σώζεται”.

Το ανθρώπινο σώμα και γενικότερα η ύλη καταξιώνονται και επανακτούν τη θέση που τους αξίζει ως κομμάτια της «καλής λίαν» δημιουργίας του Θεού.

Αυτό είναι ένα ισχυρό μήνυμα σε όσους αφελώς διακηρύττουν ότι δήθεν ο χριστιανισμός απαξιώνει το ανθρώπινο σώμα και την ύλη, αλλά και σε όσους εκ της εκκλησιαστικής κοινότητας, στο όνομα ενός «πνευματικού» χριστιανισμού, εχθρεύονται άμεσα ή έμμεσα το σώμα, χωρίς ίσως να συνειδητοποιούν ότι στην πραγματικότητα οι πνευματικές τους ρίζες βρίσκονται πλησιέστερα στον πλατωνισμό και πάντως όχι στον χριστιανισμό.

δ) Η ενανθρώπηση του Κυρίου μας, όμως, είναι και πράξη διαλογική. Δεν ενεργεί ο Θεός μονομερώς, δεν έχουμε να κάνουμε με έναν «θείο μονόλογο».

Έχουμε ένα γεγονός, στο οποίο απαντά αγαπητικά και ευχαριστιακά ολόκληρη η κτίση ∙ “έκαστον γάρ το υπό σου γενομένων κτισμάτων, την ευχαριστίαν σοι προσάγει ∙ οι Άγγελοι τον ύμνον, οι ουρανοί τον Αστέρα ∙ οι Μάγοι τα δώρα ∙ οι Ποιμένες το θαύμα ∙ η γη το σπήλαιον ∙ η έρημος την φάτνην ∙ ημείς δε Μητέρα Παρθένον”.

Ο Χριστός προσφέρεται ολόκληρος στον άνθρωπο, η πρόσκλησή του αφορά ολόκληρο τον άνθρωπο και ζητεί ολόκληρο τον άνθρωπο. Απομένει σε μας να αποδεχθούμε την θεία πρόσκληση με φιλότιμο, με πνευματική αρχοντιά και κυρίως ελεύθερα.

Γιατί πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η παντοδυναμία του Θεού έχει ένα “όριο”. Και αυτό δεν είναι άλλο από την ελευθερία του ανθρώπου, που αποτελεί συστατικό στοιχείο της ύπαρξής του.

iefimerida

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.