1.Ο Χιλιασμός (Β΄μέρος) Κρατώ στα χέρια μου το βιβλίο – πηγή για το Χιλιασμό, που αναφέραμε στο προηγούμενο άρθρο. Είναι η πιο εμπεριστατωμένη μελέτη απ΄όσα μέχρι τώρα έχουμε προσωπικά εξετάσει σχετικά με τα περί των μαρτύρων του Ιεχωβά. Επειδή όμως στη στήλη μας αυτή δε μπορούν να δοθούν όλες οι μαρτυρίες και οι δοξασίες των Χιλιαστών, όποιος θέλει κάτι περισσότερο γι΄αυτό το θέμα ας αναζητήσει το σχετικό βοήθημα. Εμείς επιλέγουμε ορισμένες ενότητές του, που αναιρούν πλάνες των μαρτύρων του Ιεχωβά, οι οποίες γι΄αυτούς είναι θεμελιακά δόγματα, ενώ ανατρέπονται εύκολα και από τη Γραφή — που επικαλούνται κατά κόρον — και από την απλή λογική.Ένα από τα θεμελιακά πιστεύω τους είναι το όνομα του Θεού.”Στο Εβραϊκό πρωτότυπο της Παλαιάς Διαθήκης ο Θεός κατονομάζεται με διάφορα εβραϊκά ονόματα. Κανένα όμως από αυτά δεν είναι όνομα στην κυριολεξία. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά απολυτοποιούν το πιο σύνηθες από αυτά, το Γιαχβέ, και διδάσκουν ότι αν δεν λατρεύουμε το Θεό με το όνομα ”Γιαχβέ”, (Ιεχωβά είναι μεταγενέστερη από τα κείμενα της Κ.Δ προφορά — εξ ου και το όνομά τους), δεν ανήκουμε ”σ΄εκείνους που ξεχωρίζει ο Θεός, δια να αποτελέσουν λαόν δια το όνομά του και κατά συνέπεια δεν πρόκειται να σωθούμε”. ”Θα καταφαγωθεί – γράφουν – η σαρξ εκείνων που δεν ήθελαν να μάθουν ότι ο ζων και αληθινός Θεός λέγεται Ιεχωβά. Θα διαλυθούν, ενώ θα στέκουν στα πόδια των”.Με ιδιαίτερη καύχηση τονίζουν ότι το όνομα αυτό είναι γραμμένο σχεδόν επτά χιλιάδες φορές στο εβραϊκό πρωτότυπο της Π.Διαθήκης. Δυστυχώς όμως γι΄αυτούς δεν αναφέρεται ούτε μια φορά στην Καινή Διαθήκη, που είναι γραμμένη από τους αποστόλους στα ελληνικά, και που δίνει άλλα, ελληνικά ονόματα στο Θεό. Στο ελληνικό κείμενο ωστόσο, που σήμερα χρησιμοποιεί ο απλός Χιλιαστής, έχει προστεθεί το όνομα ”Ιεχωβά” και δικαιολογείται η αντικατάσταση αυτή με το ότι λείπει το όνομα αυτό από το γνήσιο ελληνικό κείμενο, ”επειδή το έσβησαν οι παπάδες”.Για το λόγο αυτό εμείς οι Ορθόδοξοι δεν αρνούμαστε το εβραϊκό όνομα ”Γιαχβέ”, αλλά διαπιστώνουμε – όπως η ίδια η Γραφή δείχνει – ότι η χρήση του περιορίζεται στον εβραϊκό λαό της Π.Δ. Στην π.Χ εποχή ο Θεός είχε φανερή επαφή με τους Εβραίους και ήταν πολύ φυσικό να χρησιμοποιεί εβραϊκά ονόματα, για να γνωρίσει σ΄αυτούς τον εαυτό Του. Αν ο λαός Του στην π.Χ εποχή ήταν άλλος, π.χ οι Έλληνες, θα χρησιμοποιούσε ασφαλώς ελληνικά ονόματα κι όχι το ”Γιαχβέ”, πράγμα ακριβώς που συνέβηκε στην εποχή της Κ.Δ, οπότε ο Θεός απευθύνεται σε όλα τα έθνη, δίνοντας ελληνικά ονόματα στον εαυτό Του.Με βάση αυτά οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κατάντησαν ονοματολάτρες, εξαρτώντας τη σωτηρία του ανθρώπου από το αν αυτός λατρεύει το Θεό με το όνομα ”. (συνεχίζεται)———————————————————————————————————————————————————— ……………………………………………. 2. Από την επικαιρότητα ……………………….. Για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου και στη σκέψη της πείνας της Κατοχής, που ακολούθησε μετά τον πόλεμο του 1940, αφιερώνουμε δύο κείμενα από σχετικά άρθρα προηγούμενων ετών. Το πρώτο έχει αποσπάσματα από δυο γράμματα του άρθρου ”Κοντά στο τζάκι”, τα οποία γράμματα έστειλε από το Αλβανικό μέτωπο κάποιος Έλληνας δάσκαλος στρατιώτης στους γονείς του και στη γυναίκα του . Το δεύτερο κείμενο έχει αποσπάσματα από την αφήγηση μιας εγγονής για τον παππού της από τα χρόνια της Κατοχής (αρθ. Στιγμιότυπα από την Κατοχή…) Είναι τα εξής:”Πολυσέβαστοί μου γονείς”Μόλις ύστερα από τόσες μέρες προέλασης των στρατευμάτων μας…βρίσκω το χρόνο να γράψω το γράμμα αυτό. Με δυσκολία μπορώ να κρατήσω το μολύβι στο χέρι μου, γιατί το κρύο είναι τσουχτερό, το χιόνι πέφτει ασταμάτητα και ο βοριάς μαζί με τα βόλια του εχθρού μάς θερίζουν. Τα πόδια μου δεν τα αισθάνομαι. Έχω βδομάδες να βγάλω τις αρβύλες. Κοιμόμαστε λίγο πάνω στα χιόνια, με τη χλαίνη και μια κουβέρτα γεμάτη ψείρες, οι οποίες δεν μας αφήνουν να χαρούμε ούτε κι αυτόν το λίγο ύπνο. Βρισκόμαστε διαρκώς σε ετοιμότητα. Το χιόνι είναι ίσα με το μπόι μας. Νομίζουμε ώρες ώρες πως είναι σκληρότερος αυτός ο εχθρός από τον πραγματικό. Όμως δόξα να΄χει ο Θεός. Νιώθουμε ανάλαφροι, χαρούμενοι, λες και γιορτάζουμε. Όλα τα παιδιά εδώ αισθανόμαστε αδέρφια. Παιδιά της Μεγαλόχαρης, της πατρίδας, δικά σας.Κάτω από τα γιλέκα μας έχουμε όλοι τα σταυρουδάκια που μας δώσατε να μας συντροφεύουν. Έχουμε κι έναν ιερέα που συμπορεύεται μαζί μας στο μέτωπο. Όποτε σταθμεύουμε, έρχεται κάνει Λειτουργίες. Μας συγκινεί η παρουσία του. Μας ενισχύει. Μας εξομολογεί και μας κοινωνάει. Μας μιλάει για το Χριστό και την πατρίδα. Για την αιωνιότητα. ………………………………… Ακριβό μου φυλαχτό στο μέτωπο έχω τις ευχές σας… Σας ευχαριστώ πολύ και σας φιλώ το χέρι Ο γιος σας Ανέστης ————————————————————————————-”Αγαπημένη μου Ελένη’Σαν να πέρασε χρόνος από τότε που έφυγα από κοντά σου………………………………………… ………………………………………… Νοσταλγώ πολύ το σπίτι μας κι εύχομαι να είναι πολύ λίγος ο χρόνος που θα είμαι ακόμη μακριά σου και μακριά από τα παιδιά. ……………………………………………… Και μέσα στην αντάρα της μάχης σε σκέφτομαι διαρκώς… Σε παρακαλώ το ίδιο να κάνεις κι εσύ. Με τη σκέψη σου για μένα και για τη νίκη ν΄ανάβεις καθημερινά το καντήλι μπροστά στην Παναγία και να με προσεύχεσαι. Κι όχι μόνο εμένα, αλλά κι όλα τα παιδιά στο μέτωπο. Στριφογυρίζουν έντονα στο νου μου τα καυτά δάκρυά σου στον αποχαιρετισμό…και τα λόγια σου: ”Ο Θεός να δώσει να ξανανταμώσουμε. Κι αν δεν το επιτρέψει, ο θάνατος δε θα μας χωρίσει”.Το ίδιο υπόσχομαι κι εγώ, αγαπημένη μου γυναίκα. Δε θα με χωρίσει από σένα και τα παιδιά ούτε ο θάνατος. Από κει πάνω που θα είμαι, αν με χτυπήσει εχθρικό βόλι, θα σας παρακολουθώ κι εσένα και τα παιδιά. Να τα αναθρέψεις με πίστη στο Θεό κι αγάπη στους γονείς και σ΄όλους τους ανθρώπους. Και στην αγαπημένη μας Ελλάδα. …………………………………………………………………………….. Να μου τα φιλήσεις, μόλις πάρεις το γράμμα μου και να τους πεις ότι τ΄αγαπώ απέραντα πολύ. Κι όταν μεγαλώσουν, να θυμούνται όλες τις ιστορίες που τους έλεγα και να με μνημονεύουν στην προσευχή τους.Όπως βλέπεις, σκέφτομαι σαν ένας μελλοθάνατος. Μ αυτήν την ετοιμότητα αγωνιζόμαστε εδώ πάνω και κερδίζουμε. Είναι άνισος ο αγώνας, μα η Μεγαλόχαρη είναι στο πλευρό μας. Νιώθουμε τη σκέπη της. Αλλιώς δεν εξηγείται η τρέλα μας να τα βάλουμε με μια αυτοκρατορία και να τους τρέψουμε σε φυγή. Το φόβο του θανάτου τον νικούμε με τη σκέψη σας και τις προσευχές σας.Το χέρι μου όμως πάγωσε. Είναι αδύνατο να συνεχίσω. ……………………………… Χαιρέτα μου τα παιδιά κι όλους τους συγγενείς Καλή αντάμωση Παντοτινά δικός σου Ανέστης (Ο οποίος βέβαια δε γύρισε ποτέ…—————————————————————————————————————————————————— (Από την Κατοχή — αφήγηση)Πείνα φοβερή. Κατοχή. Η οικογένεια του παππού μου πολυμελής. Δέκα στόματα περίμεναν να φάνε… Για φαγητό δε γινόταν καν λόγος. ……………………………………………………….. Πολλές φορές έβρισκαν κότες ψόφιες κανενός γείτονα, τις ξεπουπούλιαζαν, τις έβραζαν και τις θεωρούσαν σπουδαίο βρετίκι. Ή πήγαιναν στο διπλανό λόφο και μαζί με τα ξύλα για τη φωτιά μάζευαν χόρτα ή βελανίδια, τα οποία μετά άλεθαν, τα έψηναν και τα έτρωγαν.. ………………………………………………………. Ο παππούς δούλευε ως υποαπασχολούμενος σ΄ένα νερόμυλο στα Γρεβενά. Μόνη του αμοιβή πολλές φορές το αλεύρι που πετούσαν οι μυλόπετρες και με το οποίο έπρεπε να θρέψει από τις πιτούλες που θα έψηνε στη συνέχεια η γιαγιά στη χόβολη τα πεινασμένα παιδιά του. ……………………………………………………… Κάποτε, γυρίζοντας ο παππούς από την πόλη στο χωριό, ηλιοβασίλεμα, έκανε μια στάση έξω από το κοντινό χωριό, για να πάρει μια ανάσα. Να ξεκουραστεί. Επέστρεφε στο χωριό του αυτό κι ένας φίλος του. Χαιρέτησε τον πάππο απελπισμένος. — Γεια σου, Θύμιο… — Τι σου συμβαίνει, βρε Μήτσιο; — Ας τα, Θύμιο, έχουν τα παιδιά δυο μέρες να βάλουν μπουκιά στο στόμα και δεν ξέρω τι να κάνω…έχω και τη μικρή αρρωστιάρα και φοβούμαι μην πάθω το χειρότερο…έντεκα άτομα στο σπίτι…καλά εμείς, αλλά τα παιδιά… Κι ο παππούς, μια σεβάσμια και αρχοντική ψυχή, συγκινήθηκε. Έβγαλε το σακουλάκι με το λίγο αλεύρι, που το προόριζε για τη δική του οικογένεια και του το έδωσε. — Πάρ΄το, Μήτσιο. Εσείς δυο μέρες να φάτε…εμείς κοντεύουμε μόνο μία…έχεις περισσότερη ανάγκη εσύ…πάρ΄το. Και άντε στο καλό Για σήμερα αυτό και για αύριο έχει ο Θεός… Κι έκανε το σταυρό του. ”Θεέ μου, μη με χάσεις κι εμένα”, ψιθύρισε.Την άλλη μέρα κάποια έκπληξη περίμενε τον πάππο. Όλως ανεπάντεχα τον καλεί το αφεντικό και τον κάνει επιστάτη του μύλου του. Σχεδόν συνεταίρο. Η γιαγιά στο μεταξύ, μέχρι να βρεθεί αυτή η κάποια διέξοδος από την πείνα, δεν ξεχνούσε ποτέ να δώσει ανάπαυση σε περαστικούς πεινασμένους — ανεξάρτητα από πολιτική παράταξη — και να δίνει ό,τι ήταν δυνατόν και όπου υπήρχε η μεγαλύτερη ανάγκη. Έτσι μπορεί να πει κανείς ότι ο Θεός, που παρακολουθεί τα πάντα με άγρυπνο μάτι, θα έμενε ασυγκίνητος από την ανθρωπιά αυτής της οικογένειας; Ήταν συμπτωματικό κι όχι της πρόνοιας του Θεού η πρόσληψη του παππού ως επιστάτη; Ας μας προβληματίσει αυτό…………………………………………………… ΄Υστερα από αυτά ας ευχηθούμε όλοι μας ο Θεός να μην ξεχάσει ποτέ μια τέτοια πατρίδα με τέτοια παιδιά και να τη φυλάει πρώτα από τους εσωτερικούς της σήμερα εχθρούς, που οι πιο επικίνδυνοι είναι οι αιρετικοί.Αμήν
Ζιώγα Κατερίνα
Εκπαιδευτικός