Οι εύκολες και ανύπαρκτες λύσεις του ΣΥΡΙΖΑ οδηγούν σε φοβερές επιβαρύνσεις
Οι επιλογές της κυβέρνησης Τσίπρα οδηγούν ξανά την ελληνική οικονομία στην ύφεση. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις των ειδικών
της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για το 2015 δεν θα είναι 2,5%, όπως προβλεπόταν μέχρι πριν από λίγους μήνες, αλλά μόλις 0,5%. Εκφράζεται μάλιστα η άποψη ότι θα πρέπει να υπάρξουν γρήγορα θετικές εξελίξεις στη διαπραγμάτευση μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της γιατί διαφορετικά ο συνδυασμός οικονομικής αβεβαιότητας και έλλειψης ρευστότητας θα οδηγήσει σε ελάχιστη έως μηδενική ανάπτυξη για το 2016. Προς το παρόν, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή περιορίζει την εκτίμηση για την ανάπτυξη το 2016 από 3,6% σε 2,9%.
Ελληνική εξαίρεση
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ψαλίδισμα των προβλέψεων για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας συνδυάζεται με τη βελτίωση της προοπτικής για το σύνολο της ευρωζώνης και της Ε.Ε.
Ορισμένες χώρες που είχαν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, όπως η Ισπανία και η Ιρλανδία, μετατρέπονται σε πρωταθλητές της ανάπτυξης. Η Ισπανία, η οποία αντιμετώπισε μεγάλη κρίση στο τραπεζικό της σύστημα, προβλέπεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2,8% το 2015. Ο ρυθμός ανάπτυξης της πρώην μνημονιακής Ιρλανδίας εκτιμάται ότι θα φτάσει το 3,6%.
Μέχρι τα τέλη του 2014 η αναπτυξιακή προοπτική της Ελλάδας ήταν εντυπωσιακή. Η κυβέρνηση Σαμαρά είχε επιτύχει την έξοδο της οικονομίας από την ύφεση και είχε προετοιμάσει το έδαφος για μια εξαιρετικά καλή αναπτυξιακή διετία.
Ολα αυτά ανήκουν στο παρελθόν λόγω των πρόωρων εκλογών που επέβαλε με την υπονομευτική τακτική του ο ΣΥΡΙΖΑ και των λαθεμένων επιλογών της κυβέρνησης Τσίπρα. Η Ελλάδα μετατρέπεται στην εξαίρεση του αναπτυξιακού κανόνα της ευρωζώνης και της Ε.Ε. των 28.
Μεγαλώνει η απόκλιση
Η πτώση του αναπτυξιακού ρυθμού της ελληνικής οικονομίας οδηγεί σε μεγάλες αποκλίσεις από τους στόχους σε ό,τι αφορά το δημοσιονομικό έλλειμμα και την εξέλιξη του δημόσιου χρέους. Είναι αυτονόητο ότι οι αποκλίσεις αυτές θα καλυφθούν με πρόσθετα μέτρα.
Οι Ευρωπαίοι εταίροι και οι πιστωτές ζητούσαν από την κυβέρνηση Σαμαρά πρόσθετα μέτρα ύψους 2,5 δισ. ευρώ ως τελευταία συμβολή σε ένα πρόγραμμα προσαρμογής που θα οδηγούσε στο τέλος του Μνημονίου και στην έξοδο του ελληνικού Δημοσίου, σε διάστημα λίγων μηνών, στις αγορές. Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς την εξουσία στηρίχτηκε στην καταγγελία αυτής της προσπάθειας και την προβολή μιας εναλλακτικής πρότασης που στηριζόταν στο «κούρεμα» του χρέους του ελληνικού Δημοσίου τουλάχιστον κατά 50% και την άμεση απαλλαγή των πολιτών από τη λιτότητα και τη δημοσιονομική αυστηρότητα.
Οι προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ έχουν πεταχτεί σχεδόν στο σύνολό τους στο καλάθι των αχρήστων και η κυβέρνηση Τσίπρα προσπαθεί να αποφύγει τον κίνδυνο άμεσης χρεοκοπίας του ελληνικού Δημοσίου διαπραγματευόμενη με τους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές μέτρα τριπλάσιας δημοσιονομικής προσαρμογής, της τάξης των 7-8 δισ. ευρώ, απ’ αυτά που είχαν ζητήσει οι θεσμοί από την κυβέρνηση Σαμαρά και περιείχε το πολυσυζητημένο e-mail Χαρδούβελη.
O αρχικός σχεδιασμός στηριζόταν σε πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3% το 2015, για να σπάσει, για πρώτη φορά, η δυναμική αύξησης του χρέους του ελληνικού Δημοσίου. Ο υπουργός Οικονομικών κ. Βαρουφάκης διαπραγματεύεται τον περιορισμό του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα από 3% σε 1,5% του ΑΕΠ ώστε να εφαρμοστεί μια πιο ήπια δημοσιονομική πολιτική για το 2015.
Το σπάσιμο της αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας και η κακοδιαχείριση που συνοδεύει το «ρεσάλτο» του κομματικού στρατού του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ. στην εξουσία έχουν ήδη μετατρέψει το πρωτογενές πλεόνασμα που άφησε πίσω της η κυβέρνηση Σαμαρά σε έλλειμμα της τάξης του 2% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι και αν ακόμα δεχτούν οι Ευρωπαίοι εταίροι την πρόταση Βαρουφάκη για μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2015 στο 1,5% του ΑΕΠ θα πρέπει να υπάρξει μια δημοσιονομική προσαρμογή της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ –ένα ποσό της τάξης των 6 δισ. ευρώ- για να περάσουμε από το έλλειμμα του 2% που έχει «προγραμματίσει» η κυβέρνηση Τσίπρα με τα λάθη και τις παραλείψεις της στο μειωμένο πρωτογενές πλεόνασμα του 1,5% του ΑΕΠ.
Τραβάει την ανηφόρα
Στην πραγματικότητα, η προσαρμογή θα πρέπει να είναι ακόμα μεγαλύτερη γιατί η εξαφάνιση, σε αυτή τη φάση, του πρωτογενούς πλεονάσματος και η ύφεση της ελληνικής οικονομίας πυροδοτούν νέα αύξηση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού επί του ΑΕΠ. Ετσι όπως πάνε τα πράγματα, το χρέος του ελληνικού Δημοσίου μπορεί να ξεπεράσει εντός του 2015 το 180% του ΑΕΠ, αποκλειστικά με ευθύνη της κυβέρνησης Τσίπρα.
Η νέα αύξηση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου οδηγεί στην κλιμάκωση της διαμάχης μεταξύ του ΔΝΤ και των Ευρωπαίων εταίρων γιατί είναι πλέον φανερό ότι με την αρνητική δυναμική που αναπτύσσει η ελληνική οικονομία αποκλείεται να καταστεί το χρέος βιώσιμο μέχρι το 2022, όπως ήταν ο προγραμματισμός.
Το ΔΝΤ επανέρχεται στην αρχική πρόταση για κούρεμα του χρέους που αναλογεί στους Ευρωπαίους πιστωτές, υπογραμμίζοντας ότι οι καταστατικοί του κανόνες του απαγορεύουν να «κουρέψει» το μερίδιο του ελληνικού χρέους που του αναλογεί. Από την πλευρά τους, οι Ευρωπαίοι εταίροι απορρίπτουν το κούρεμα του ελληνικού χρέους για προφανείς πολιτικούς λόγους. Εάν περάσουν τα βάρη των Ελλήνων φορολογουμένων στους φορολογούμενους πολίτες των δικών τους χωρών, θα αντιμετωπίσουν τη σκληρή κριτική κομμάτων της αντιπολίτευσης και την αντίδραση των ψηφοφόρων τους.
Η ευρωπαϊκή πρόταση συνίσταται στην αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου ώστε να επιμηκυνθεί ο χρόνος αποπληρωμής του από τα 30 στα 50 χρόνια και να περιοριστούν ανάλογα τα ετήσια τοκοχρεολύσια. Σχετική συμφωνία υπήρξε μεταξύ της κυβέρνησης Σαμαρά και των Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών στα τέλη του 2012 αλλά η εφαρμογή της προϋποθέτει την εξασφάλιση σταθερού και αυξανόμενου πρωτογενούς πλεονάσματος και την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που έχουν ζητηθεί.
Σοκ και δέος
Η κάλυψη του δημοσιονομικού κενού που ξεπερνάει τα 6 δισ. ευρώ και μπορεί να φτάσει τα 8 δισ. ευρώ, ανάλογα με το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης για το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2015, περνάει από μέτρα-σοκ, τα οποία θα περιορίσουν δραστικά το εισόδημα των νοικοκυριών και θα ενισχύσουν τα φαινόμενα ύφεσης που παρατηρούνται στην ελληνική οικονομία.
Το πρώτο μέτρο που έχει αρχίσει να παραδέχεται η ελληνική πλευρά είναι η αλλαγή των συντελεστών του ΦΠΑ. Το νέο σύστημα θα στηριχτεί σε έναν ενιαίο συντελεστή της τάξης, πιθανότατα, του 16%-18%. Οι εξαιρέσεις από τον ενιαίο συντελεστή ΦΠΑ θα είναι ελάχιστες -πιθανότατα θα αφορούν στα φάρμακα και ορισμένα βασικά τρόφιμα- ώστε να αυξηθούν τα ετήσια έσοδα από τον ΦΠΑ τουλάχιστον κατά 3 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη του 2016.
Ο ΣΥΡΙΖΑ συνήθιζε να καταγγέλλει, όταν ήταν αντιπολίτευση, την κυβέρνηση Σαμαρά που δεχόταν πιέσεις για την κατάργηση του ευνοϊκού συντελεστή ΦΠΑ που ισχύει σε πολλά νησιά του Αιγαίου, και τώρα, ως κυβέρνηση, προγραμματίζει θεαματικές φορολογικές επιβαρύνσεις μέσω ενιαίου συντελεστή ΦΠΑ που θα μειώσουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών τουλάχιστον κατά 3 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Το εντυπωσιακά υψηλό ποσό δείχνει τις διαστάσεις του δημοσιονομικού κενού που δημιούργησε η κυβέρνηση Τσίπρα και καλείται τώρα να καλύψει με αντιλαϊκά μέτρα. Εάν και δεν έχουν διαρρεύσει ακόμα οι σχετικές πληροφορίες, εκτιμώ ότι θα υπάρξουν οικονομίες τουλάχιστον 2-3 δισ. ευρώ που θα προκύψουν από τη μείωση των επικουρικών και των κύριων συντάξεων, των διάφορων παροχών και των κανόνων λειτουργίας και χρηματοδότησης του ασφαλιστικού, φορολογικού συστήματος.
Τα μέτρα που προγραμματίζει η κυβέρνηση Τσίπρα για να αποτρέψει τη διαφαινόμενη χρεοκοπία είναι από δημοσιονομική άποψη διπλάσια έως τριπλάσια από τα μέτρα που είχαν ζητήσει οι εταίροι από την κυβέρνηση Σαμαρά. Πέρα από τη μεγαλύτερη επιβάρυνση, είναι φανερό ότι τα μέτρα που πιθανότατα θα πάρει η κυβέρνηση Τσίπρα θα ενισχύσουν τα υφεσιακά φαινόμενα, θα ανεβάσουν κι άλλο το χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ και δεν πρόκειται να οδηγήσουν στο τέλος του Μνημονίου και στην έξοδο του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές στο άμεσο μέλλον.
Ο λογαριασμός που αντιμετωπίζουμε με την κυβέρνηση Τσίπρα είναι πολλαπλάσιος από το λογαριασμό της κυβέρνησης Σαμαρά, χωρίς μάλιστα να εξασφαλίζει την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, το ξεκίνημα της μείωσης του δημόσιου χρέους, το τέλος του Μνημονίου στα πρότυπα της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας και την έξοδο του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές.
Ευρωβουλευτής