«Βρίσκομαι στην Ποκάρα, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Νεπάλ. Μια από τις
φτωχότερες χώρες του κόσμου», γράφει στο συγκλονιστικό του άρθρο στο protagon ο φωτογράφος Νίκος Οικονόμου.
«Δεν ξέρω αν πρέπει και αν επιτρέπεται να φωτογραφίσω. Οι πινακίδες το απαγορεύουν, το ίδιο και ο αστυνομικός πίσω μου. Ούτε επιτρέπεται να μπω στον ναό. Έμαθα όμως ότι γίνεται γάμος σε αυτόν τον ινδουιστικό ναό και δε θα ήθελα να το χάσω ως εμπειρία. Γάμος και ινδουισμός, κατευθείαν μου ήρθαν σκηνές Bollywood στον νου, με χρώματα, πολυκοσμία, φωνές, φασαρία και ό,τι έχω δει κατά καιρούς στο διαδίκτυο.
Σιγά-σιγά άρχισε να έρχεται ο ελάχιστος κόσμος. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Οι συγγενείς σχεδόν όλοι χαρούμενοι. Το ζεύγος όμως όχι, κάτι, κάτι δεν μου κολλάει.
Πού είναι οι φίλοι τους; Πού είναι ο κόσμος και η φασαρία; Ρώτησα ένα κοριτσάκι, ή καλύτερα μια κοπελίτσα για το τι γίνεται. Είναι γάμος που κανονίστηκε από τους γονείς μου είπε. Ήταν η πρώτη ξαδέρφη της νύφης που μου έδωσε τις πληροφορίες, μόλις 17 ετών. Τα παιδιά, το ζευγάρι, το ανδρόγυνο, είναι 18 ετών ο καθένας. Τους αναγκάζουν οι γονείς τους να παντρευτούν. Παρότι και οι δυο τους πήγαν στο σχολείο, δεν έχουν επιλογή. Γνωρίζουν για την αγάπη και τον έρωτα. Γνωρίζουν για την ελευθερία και τα δικαιώματά τους, έχουν κινητά συνδεδεμένα στο ίντερνετ όλη μέρα, αλλά υπακούν τους γονείς τους, διότι αν δεν το κάνουν δε θα έχουν καμία θέση στην εκεί κοινωνία. Ο γαμπρός φαίνεται να τα έχει χαμένα, σαν να είναι σε άλλον κόσμο. Άλλες φορές να χάνεται και άλλες να χαμογελάει. Η κοπέλα όμως, η νύφη, αυτή ήταν θλιμμένη. Πολεμούσε μέσα της να κρατηθεί να μην κλάψει, να μην το σκάσει. Φαίνεται στο βλέμμα αλλά και στις κινήσεις της. Το κεφάλι της χαμηλά, πού και πού σκουπίζει τα δάκρυά της…
Το δικό μου στομάχι αρχίζει να μην είναι καλά, αρχίζω να αισθάνομαι άβολα, διότι σε ένα τέτοιο γεγονός στις δυτικές κοινωνίες το γιορτάζουμε με φίλους και συγγενείς. Είτε αυτό λέγεται γάμος, είτε αρραβώνας είτε ακόμη και απλή συγκατοίκηση. Δίπλα μου μια Γαλλίδα που παρακολουθεί το γεγονός με αισθήματα οργής μέσα της, το στομάχι της σαν το δικό μου, δεν μπορεί να το χωνέψει αυτό που βλέπει. Παραδίπλα όμως ένας Αμερικανός από την Καλιφόρνια, το θεωρεί φυσιολογικό γεγονός… Να φωτογραφίσω άραγε ή όχι; Από τη μια είναι ο αποτροπιασμός, από την άλλη όμως είναι κάτι που θέλω να το δείξω και να φωνάξω την αντίθεσή μου. Ρώτησα κάποιον γονιό και μου επιτράπηκε. Προσπάθησα να είμαι διακριτικός, βέβαια όταν μπήκα στον ναό, ο αστυνομικός με έβγαλε έξω με το μπαστούνι.
Οι διαδικασίες του γάμου γίνονται μέσα στον ναό κυρίως, μετά έξω ανάβουν κάποια στικάκια, κάνουν κύκλους γύρω από τον ναό και στο τέλος κάθονται να τους ευλογήσουν οι συγγενείς και να τους δώσουν χρήματα μαζί με την ευλογία. Αυτό είναι το τυπικό. Αυτά που αντίκριζα όμως δεν τα χωρούσε η λογική μου. Οι γονείς κανονικά χαίρονται, το ζουν, είναι μια ευτυχισμένη στιγμή. Η ξαδερφούλα όμως, με τα λίγα αγγλικά που ήξερε, άρχισε να μου λέει πράγματα. Αρχικά μου παρουσίασε τον γάμο σαν φυσιολογικό γεγονός. Μου είπε ότι θα μάθουν να αγαπούν ο ένας τον άλλον. Ότι το συνηθίζουν εδώ οι γονείς να επιλέγουν τους συντρόφους των παιδιών τους καθώς αυτοί τους αγαπούν και, λόγω εμπειρίας, γνωρίζουν καλύτερα. Άκουσα πολλά άλλα τέτοια που σιγά-σιγά όμως άρχισαν να αλλάζουν.
Τελικά η νύφη είχε όνειρα για σπουδές και γάμο από έρωτα, κάτι που καταστράφηκε μπροστά μου. Της τα στέρησαν όλα σε μερικά λεπτά! Η ξαδέρφη όμως, μόλις 17, μου είπε πως τον επόμενο χρόνο θα ήταν η σειρά της, γι’ αυτό με παρακάλεσε να την πάρω από εκεί. Δεν ήθελε χρήματα, ήθελε να φύγει όπου-όπου. Δεν ήξερε καν από πού είμαι, απλά με παρακάλεσε να την πάρω μαζί μου. Το ίδιο έκανε και στη Γαλλίδα που ήταν πιο δίπλα.
“Σώσε με”, αυτή ήταν η τελευταία της κουβέντα πριν πάει δίπλα στην ξαδέρφη της. Δεν το φώναξε, το ψιθύρισε. Τα συναισθήματά μου απερίγραπτα. Σίγουρα αρνητικά, αλλά δεν μπορώ να τα περιγράψω. Ακόμη και τώρα που γράφω αυτές τις προτάσεις και μου ήρθαν στον νου αυτά που έζησα, αυτά που είδα, το στομάχι μου γίνεται κόμπος…»