Ομιλία του Αντιπεριφερειάρχη ΠΕ Γρεβενών Βαγγέλη Σημανδράκου εν όψει του ετήσιου τακτικού συνεδρίου της ΚΕΔΕantiperiferiarxis - ΣΗΜΑΝΔΡΑΚΟΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ

Στο συνέδριο προετοιμασίας του ετήσιου τακτικού συνεδρίου της ΚΕΔΕ παρευρέθηκε ο Αντιπεριφερειάρχης Γρεβενών Ευάγγελος Σημανδράκος, εκπροσωπώντας την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας και τον Περιφερειάρχη Θόδωρο Καρυπίδη.

Ο κ. Σημανδράκος κατά τη διάρκεια της θεματικής για την αγροτική πολιτική κατέθεσε προτάσεις που αφορούν στην αναδιάρθρωση του πρωτογενούς τομέα, στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση και στην διεύρυνση των συνεργασιών μεταξύ των δύο βαθμών της τοπικής αυτοδιοίκησης. Το προσυνέδριο πραγματοποιήθηκε στα Ιωάννινα στις 11-03, στο ξενοδοχείο Du Lac.

Ακολουθεί η τοποθέτηση του Αντιπεριφερειάρχη Γρεβενών

Η διοικητική μεταβολή στην περιφερειακή και τοπική διάρθρωση της αυτοδιοίκησης και η σύσταση των Περιφερειακών Αυτοδιοικήσεων που θεσμοθετήθηκε με το πρόγραμμα «Καλλικράτης», προκάλεσε σημαντική αλλαγή σε μια σειρά μεταβλητών που σχετίζονται με την αναπτυξιακή διαδικασία στην περιφέρεια.

Είναι αλήθεια πως η υιοθέτηση ενός αποτελεσματικού διοικητικού συστήματος παρέχει σημαντικά πλεονεκτήματα που αφορούν στην επιτόπια και άμεση γνώση των προβλημάτων, στην ταχύτερη λήψη αποφάσεων και κυρίως στην εδραίωση καλών σχέσεων μεταξύ πολίτη και Πολιτείας. Ο ρόλος της διοικητικής περιφέρειας ως συνδετικής χωρικής μονάδας μεταξύ δήμου και κεντρικής κυβέρνησης συμβάλλει στον καλύτερο προγραμματισμό των μεγάλων αναπτυξιακών έργων και στην ορθολογική οργάνωση της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων προσφέροντας μεγαλύτερη ευελιξία στην εφαρμογή κλαδικών επενδυτικών σχεδίων, προωθώντας παράλληλα μορφές αυτοδύναμης και βιώσιμης ανάπτυξης.

Όμως παρόλο που ο Καλλικράτης σχεδιάστηκε, με στόχο να αποτελέσει μια δημιουργική απάντηση στην πολύπλευρη κρίση που αντιμετώπιζε η χώρα, η πενταετής εφαρμογή του προγράμματος ανέδειξε μια σειρά νέων προβλημάτων που σχετίζονται κυρίως α) με την έλλειψη οικονομικών πόρων αλλά και β) τη δυσκολία συντονισμού στο σχεδιασμό και την εφαρμογή των περιφερειακών πολιτικών.

Ενώ οι δήμοι επιφορτίστηκαν με μια σειρά νέων αρμοδιοτήτων, οι θεσμοθετημένοι από το κράτος πόροι, κατά την τελευταία τετραετία, έχουν μειωθεί δραματικά με το ύψος της μείωσης να αγγίζει στο 65%. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την καθυστέρηση της έναρξης της πέμπτης προγραμματικής περιόδου (2014-2020) εκτιμάται ότι θα συρρικνώσει ακόμη περισσότερο τις κοινωνικές παροχές και θα περιορίσει στο ελάχιστο τα αναγκαία έργα υποδομής.

Ήδη για φέτος η χρηματοδότηση των δήμων είναι μειωμένη περίπου κατά 130 εκατομμύρια ευρώ (2,78 δις το 2014, 2,6 δις για το 2015), ενώ η μείωση της χρηματοδότησης από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων σε σχέση με το 2009, σύμφωνα με στοιχεία της ΚΕΔΕ, φτάνει το 90%, όταν η χρηματοδότηση τότε άγγιζε το 1 δις. Ευρώ.

Σ’ αυτό το οικονομικό περιβάλλον το τρέχον ΕΣΠΑ, όπως κι αυτό που ακολουθεί, είναι πλέον τα μοναδικά χρηματοδοτικά εργαλεία. Τα περισσότερα όμως κονδύλια του νέου ΣΕΣ είναι δεσμευμένα για μεγάλα έργα. Κατά συνέπεια θα πρέπει να γίνει μια άριστη, και ταχύτατη συντονιστικά, ποιοτική προετοιμασία για την κατάρτιση μελετών προκειμένου να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατό η υλοποίηση των σχεδιαζόμενων έργων.

Επειδή τα έργα που θα χρηματοδοτηθούν οφείλουν να εναρμονίζονται με τις ευρωπαϊκές και εθνικές προτεραιότητες του νέου ΕΣΠΑ επιβάλλεται να εστιάσουμε στους θεματικούς στόχους του τελευταίου λαμβάνοντας υπόψη τις δυνατότητες μόχλευσης κεφαλαίων από τον ιδιωτικό τομέα.

Προκειμένου λοιπόν να πετύχουμε έναν άριστο συντονισμό, απαιτείται η συνεργασία μεταξύ των δύο βαθμών τοπικής αυτοδιοίκησης η οποία θα βασίζεται στην ανταλλαγή τεχνογνωσίας, εμπειρίας και εργαλείων. Κάτι τέτοιο με τη σειρά του θα οδηγήσει στη βέλτιστη χρήση των διαθέσιμων πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού με αποτέλεσμα να επιτευχθεί ένας στρατηγικός σχεδιασμός που θα οδηγήσει στην εφαρμογή συνεκτικών και βιώσιμων αναπτυξιακών πολιτικών.

Ακόμη, σε ευθεία εναρμόνιση με τις θεματικές προτεραιότητες για την πολιτική συνοχής έτσι όπως αυτές καταγράφηκαν στην Ατζέντα για την Ευρώπη του 2020 (έξυπνη ανάπτυξη- βιώσιμη ανάπτυξη- ανάπτυξη χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς) οφείλουμε να συμβάλουμε με το σχεδιασμό μας, καθώς και τη στενότερη συνεργασία, στην προώθηση των εθνικών στόχων που απορρέουν από το παραπάνω πλαίσιο όπως:

στην αύξηση της απασχόλησης,

στην καταπολέμηση της φτώχειας,

στην προστασία του περιβάλλοντος και την εξοικονόμηση ενέργειας,

στην προώθηση των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, όπως και

στην περαιτέρω επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία τα οφέλη της οποίας θα διαχυθούν στον επιχειρηματικό κόσμο και τη νεολαία.

Έχει καταστεί πλέον αντιληπτό πως τα τοπικά προβλήματα πολλές φορές σχετίζονται και επικοινωνούν με τα εθνικά ή τα διεθνή. Στο μέτρο αυτό οι αυτοδιοικητικές δομές δεν επαρκούν για την αντιμετώπισή τους. Παράλληλα η οικονομική κρίση έχει αναδείξει σειρά προβλημάτων ενώ στέρησε πόρους και μέσα για την επίλυσή τους. Λόγω αδυναμίας μείωσης των ανελαστικών δαπανών, η τοπική αυτοδιοίκηση βρέθηκε πολλές φορές αντιμέτωπη με τη δυσάρεστη κατάσταση να αποφασίσει την περικοπή πόρων από κοινωνικές παροχές, και μάλιστα σε μια εποχή κατά την οποία οι πιο αδύναμοι πολίτες ήταν εκείνοι που την είχαν και την έχουν περισσότερο ανάγκη να τους στηρίξει.

Η Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση έχει το πλεονέκτημα της προσέγγισης των τοπικών προβλημάτων σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Αυτό βοηθά στο να αποτελέσει έναν συντονιστικό μηχανισμό μεταξύ των συγγενών δήμων έτσι ώστε να διευκολύνει τα επιμέρους αναπτυξιακά σχέδια να εναρμονιστούν με τις γενικότερες αναπτυξιακές προοπτικές της εκάστοτε Περιφέρειας οι οποίες με σειρά τους εναρμονίζονται με τις εθνικές πολιτικές.

Τα περισσότερα Ευρωπαϊκά κράτη έχουν συγκροτήσει ισχυρές περιφερειακές δομές με σκοπό την καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη και την αποσυμφόρηση των κεντρικών δημοσίων υπηρεσιών. Στο πλαίσιο λοιπόν μιας νέας συνεργασίας μεταξύ των δύο βαθμών αυτοδιοίκησης, θα πρέπει να ρυθμιστούν οι εκατέρωθεν σχέσεις κατά τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να μην αλληλοεπικαλύπτονται οι αρμοδιότητες αφενός, αλλά και οι ρόλοι των δύο επιπέδων αυτοδιοίκησης να είναι ξεκάθαροι. Αυτό θα συμβάλει με τη σειρά του στην περαιτέρω διοικητική χειραφέτηση της αυτοδιοίκησης αλλά και στον επιμερισμό της κοινωνικής ευθύνης.

Είναι αλήθεια πως η αποτελεσματική διαχείριση των νέων αρμοδιοτήτων έδειξε πως απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις και ισχυρή πολιτική υποστήριξη. Κατά συνέπεια η συνεργασία μπορεί να περιλαμβάνει την παροχή τεχνικής υποστήριξης, τη μεταφορά τεχνογνωσίας, την κοινή πρόσβαση σε δεδομένα και πληροφορίες, πράγμα που θα μειώσει περαιτέρω το κόστος διαχείρισης και τη γραφειοκρατία, ενώ θα αυξήσει την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών στον πολίτη και τις επιχειρήσεις. Τέλος θα πρέπει να δούμε το ζήτημα της σύμπραξης για την αντιμετώπιση μακροπρόθεσμων προκλήσεων όπως είναι η ανεργία ή η περιβαλλοντική υποβάθμιση.

Στο πλαίσιο αυτό ως Περιφερειακή Αρχή, χαιρετίζουμε κάθε πρόταση που αφορά την περαιτέρω ουσιαστική συνεργασία με τον πρώτο βαθμό αυτοδιοίκησης και είμαστε πρόθυμοι να συμβάλλουμε στην κατάρτιση ενός πλαισίου, το οποίο θα μπορούσε να λάβει τη μορφή ενός εξειδικευμένου κειμένου προτάσεων στο οποίο θα αναφέρονται συγκεκριμένοι τομείς συνεργασίας καθώς και θα αναλύονται οι τρόποι της συνεργασίας αυτής.

Οφείλουμε ακόμη να επισημάνουμε πως ενώ ενίοτε το θεσμικό πλαίσιο επαρκεί, πολλές φορές ο τρόπος λειτουργίας των αυτοδιοικητικών δομών δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των πολιτών. Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσαμε και χωρίς να είμαστε αναγκασμένοι, να προχωρήσουμε εθελοντικά στην εκπόνηση ενός πιλοτικού προγράμματος βελτίωσης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών (ακόμη και στα πλαίσια ή με τη συνεργασία του Συμπαραστάτη των Δήμων ή των Περιφερειών). Ως παράδειγμα αναφέρω την τοπική αυτοδιοίκηση της Δανίας η οποία εφάρμοσε ένα τέτοιο πρόγραμμα πριν εφτά χρόνια σε συνεργασία με του πολίτες- χρήστες των υπηρεσιών. Το αποτέλεσμα ήταν να εκπονούνται ετήσιες μελέτες οι οποίες συνέβαλαν αφενός στην καλυτέρευση των παρεχόμενων υπηρεσιών, αφετέρου κατέδειξαν πως δεν υπάρχει απόδειξη ότι η ικανοποίηση του χρήστη συνδέεται με το ύψος των διαθέσιμων πόρων.

Και αυτός ήταν και ο λόγος που οι μελέτες αυτές χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης μεταξύ των τοπικών αρχών. Δείχνουν ότι μπορεί να βελτιωθεί η ικανοποίηση των χρηστών χωρίς να δαπανηθούν περισσότερα χρήματα, απλά κάνοντας τα πράγματα με το σωστό τρόπο. Και αποδεικνύεται ότι η αποτυχία ενός φορέα να ικανοποιήσει τις προσδοκίες των χρηστών οδηγεί στη λήψη μέτρων που βελτιώνουν το βαθμό ικανοποίησης όπως αυτός παρουσιάζεται στην ερευνητική μελέτη του επόμενου έτους καθιστώντας σαφές ότι οι φορείς προβαίνουν σε διορθωτικά μέτρα όταν μειώνεται η ικανοποίηση των χρηστών.

Τέλος μπορούμε να κάνουμε χρήση των νέων τεχνολογιών προκειμένου να ενισχύσουμε τη διαφάνεια και να μειώσουμε περαιτέρω το κόστος και τις δαπάνες. Για παράδειγμα στη Σλοβακία από το 2011 κατέστη υποχρεωτική η διαδικασία ηλεκτρονικών δημοπρασιών για προμήθειες αγαθών ή υπηρεσιών στους Δήμους. Σήμερα τα αποτελέσματα έδειξαν πως πέρα από το χρόνο, μειώθηκε και το κόστος στις προμήθειες του δημοσίου τομέα πάνω από 50%.

Ακόμη, στο σκέλος των διαγωνισμών, πρέπει να ζητήσουμε ως τοπική αυτοδιοίκηση την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης σε περιπτώσεις ενστάσεων κτλ. διότι λιμνάζουν στα δικαστήρια υποθέσεις οι οποίες κοστίζουν αφενός, αφετέρου όταν τελεσιδικήσουν ο προγραμματισμός του έργου υπάρχει περίπτωση, είτε να έχει καταστεί παρωχημένος είτε το κόστος του να έχει ξεφύγει από τον προϋπολογισμό.

Κλείνοντας, χαιρετίζουμε την πρόταση που κατατέθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στην Ξάνθη για δημιουργία πενταετούς Επιχειρησιακού Προγράμματος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με αντικείμενο την ανάσχεση της ανθρωπιστικής και κοινωνικής κρίσης και την επανεκκίνηση των οικονομιών, και την οποία θέτει σε δημόσιο διάλογο η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας. Η εκπόνηση του εν λόγω προγράμματος μπορεί να εναρμονιστεί με την υπ. αρ. 41179 Απόφαση της 4ης Νοεμβρίου του 2014 σχετικά με το περιεχόμενο, τη δομή και τον τρόπο υποβολής των πενταετών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων των ΟΤΑ πρώτου βαθμού για τη δημοτική περίοδο 2014-2019, αποτελώντας μια ολοκληρωμένη μέθοδο προσέγγισης της τοπικής αναπτυξιακής πολιτικής.

Επίσης χαιρετίζουμε το πάγιο αίτημα της ΚΕΔΕ για αύξηση του μεριδίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων με προτεραιότητα να δοθούν οι επιπλέον πόροι σε μικρούς και ορεινούς δήμους που δεν διαθέτουν διαχειριστική επάρκεια. Κάτι τέτοιο είναι άκρως απαραίτητο, ιδιαίτερα για την ενδογενή μορφή της ανάπτυξης στην οποία οφείλουν να επικεντρωθούν οι μικροί και ορεινοί δήμοι, μιας και τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα σε σχέση με τις γεωγραφικές τους ιδιαιτερότητες είναι το μοναδικό αναπτυξιακό όπλο που έχουν αυτή τη στιγμή στη διάθεσή τους.

Τέλος δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε με το αίτημα για τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού των Δήμων από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στο ύψος του επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, εφόσον κάτι τέτοιο είναι εφικτό και δεν προσκρούει στους κανόνες δανεισμού που επιβάλλονται με το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής στο οποίο βρίσκεται η χώρα μας. Επίσης να τονίσουμε πως για όσες υπηρεσίες είναι εφικτό, και υπό προϋποθέσεις, επιβάλλεται να εξετάσουμε τις Συμπράξεις μεταξύ Ιδιωτικού και Δημοσίου τομέα σε ένα νέο πλαίσιο, προκειμένου να συμβάλλουμε διπλά αφενός στον επιμερισμό των κινδύνων, αφετέρου στη βελτιστοποίηση του λόγου κόστους- ωφέλειας, δίνοντας παράλληλα χώρο στον ιδιωτικό τομέα να δραστηριοποιηθεί. Το νέο αυτό πλαίσιο θα μπορούσε να είναι η παροχή η παροχή δημοσίων υπηρεσιών από τον ιδιωτικό τομέα όπως και κοινές τοπικές δράσεις που θα αναπτύσσονται από δημόσιους φορείς και επιχειρήσεις.

Με την έως τώρα γνώση και αποκτηθείσα εμπειρία, εκτιμώ πως ήρθε η ώρα να επανεξετάσουμε τον Καλλικράτη σε ένα νέο πλαίσιο το οποίο θα θεραπεύει τις ατέλειες του παρελθόντος αλλά και θα προσαρμόσει την διοικητική μεταβολή της αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού στο νέο οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.