Γιατρέ πόσο μπορώ να πιω για να μην περάσω το όριο; Με πόσα ποτηράκια δεν μπορώ να οδηγήσω; Με πόση ποσότητα θα «κάνω κεφάλι
»;
Αυτές είναι μερικές από τις ερωτήσεις που δέχονται, ειδικά τις ημέρες των εορτών, οι περισσότεροι ιατροδικαστές. Είναι γνωστό εξάλλου, ότι βάση του γνωστικού αντικειμένου της επιστήμης τους, ασχολούνται με την εκτίμηση του επηρεασμού της οδηγικής ικανότητας του ανθρώπου από κατανάλωση μίας συγκεκριμένης ποσότητας αιθυλικής αλκοόλης (αλκοόλ). Παρότι δεν υπάρχουν απαντήσεις γενικές για όλους, αλλά εξατομικευμένες και εξειδικευμένες, θα επιχειρήσουμε λόγω των ημερών να δώσουμε κάποιες διευκρινίσεις.
Πρώτα από όλα οι επιστημονικοί τρόποι διαπίστωσης της χρήσης οινοπνεύματος καθορίζονται με την Κοινή Υπ. Απόφαση η οποία τιτλοφορείται: «Μέθοδοι διαπίστωσης χρήσης οινοπνεύματος, τοξικών ουσιών και φαρμάκων από οδηγούς κατά την οδήγηση οχημάτων, καθώς και από πεζούς που εμπλέκονται σε τροχαία ατυχήματα». Σύμφωνα με την απόφαση, η εξακρίβωση, χρήσης οινοπνεύματος από οδηγούς κατά την οδήγηση οχημάτων και σε περιπτώσεις τροχαίων ατυχημάτων από οδηγούς και πεζούς, γίνεται είτε με ηλεκτρονική αλκοολομετρική συσκευή είτε με αιμοληψία. Ο ελεγχόμενος οδηγός θεωρείται ότι βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος όταν το ποσοστό αυτού στον οργανισμό είναι από 0,50 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος (0,50 gr/l) ή πάνω από 0,25 χιλιοστά του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα. Δηλαδή με τη μέθοδο της αιμοληψίας το όριο είναι 0,50, ενώ με τη μέθοδο ηλεκτρονικής αλκοολομετρικής συσκευής (αυτή που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια ελέγχων από την ΕΛΑΣ στο δρόμο) το όριο είναι 0,25.
Σχετικά με την ποσότητα του αλκοόλ που είναι ικανή για να φτάσουμε το ανωτέρω όριο θα προσπαθήσουμε να καθορίσουμε κάποιες γενικές κατευθύνσεις με τους περιορισμούς που αναφέραμε εξαρχής. Την συγκέντρωση των 0,50 gr/l στο αίμα μπορεί κάποιος να την φτάσει με κατανάλωση 490ml μπύρας, 200 ml κρασιού, 60 ml ούζου, 55ml ουίσκι ή βότκας. Με λίγα λόγια όσο μεγαλύτερη είναι η περιεκτικότητα ενός ποτού σε αιθυλική αλκοόλη τόσο λιγότερη ποσότητα είναι ικανή για να μας οδηγήσει στο νόμιμο όριο. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι συγκεκριμένες ποσότητες είναι ενδεικτικές, καθώς, για παράδειγμα, η ποσότητα μπύρας έχει υπολογιστεί με περιεκτικότητα αιθυλικής αλκοόλης 5% ενώ κυκλοφορούν στο εμπόριο και μπύρες περιεκτικότητας 10% ή και άνω, οι οποίες είναι ικανές να οδηγήσουν στην υπέρβαση του ορίου με την κατανάλωση της μισής ποσότητας από την προαναφερόμενη.
Τέλος το κατά πόσο μπορεί να επηρεάσει μια ποσότητα αλκοόλ την οδηγική ικανότητα του ανθρώπου εδώ τα πράγματα είναι ακόμα πιο σχετικά. Είναι δυνατόν η ίδια ακριβώς ποσότητα αλκοόλ να επηρεάσει διαφορετικά το κάθε άτομο. Για παράδειγμα, συνήθως ένας χρόνιος χρήστης επηρεάζεται λιγότερο από έναν περιστασιακό με ακριβώς την ίδια ποσότητα κατανάλωσης. Συνεπώς μόνο με την διενέργεια κλινικής εξέτασης μπορεί να αποδειχτεί με αξιοπιστία εάν μία αυξημένη τιμή οινοπνεύματος σημαίνει και απώλεια της οδηγικής ικανότητας, ειδικά όταν οι τιμές είναι πλησίον των ορίων. Γενικά όταν έχουμε τιμές μεταξύ 0,50-1,00 gr/l διαπιστώνουμε άρση των φυσιολογικών αναστολών, ευφορία, φλυαρία και υπερεμπιστοσύνη.
Αυτές τις γιορτινές μέρες επειδή και ταξιδεύουμε περισσότερο αλλά και όλο και κάτι αλκοολούχο πίνουμε είναι σημαντικό να μπορούμε από μόνοι μας να βάζουμε όρια, γνωρίζοντας αυτές τις γενικές πληροφορίες. Με αυτόν τον τρόπο τους ιατροδικαστές θα τους χρειαζόμαστε μόνο για προληπτική ενημέρωση. Καλές γιορτές σε όλους!
*Γρηγόρης Λέων
Πρόεδρος Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρίας