Όσοι κοιμούνται λίγο και προτιμούν να κοιμούνται αργά είναι πιο επιρρεπείς στις αρνητικές σκέψεις και το επίμονο άγχος, σύμφωνα με νέα μελέτη που εκπόνησαν ερευνητές από το αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Μπιγκχάμπτον.
Οι ερευνητές ζήτησαν από 100 φοιτητές να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια και τεστ σε υπολογιστή ώστε να αξιολογήσουν το δείκτη RNT (επαναλαμβανόμενες αρνητικές σκέψεις). Με τον τρόπο αυτό, μπόρεσαν να εκτιμήσουν κατά πόσο οι συμμετέχοντες ταλανίζονταν από ανησυχίες ή είχαν εμμονές. Οι συμμετέχοντες έδωσαν επίσης πληροφορίες για τις συνήθειές τους όσον αφορά τον ύπνο.
Όσοι προτιμούσαν να κοιμούνται αργά ή δεν απολάμβαναν αρκετό ύπνο ήταν πιο πιθανό να βασανίζονται από αρνητικές σκέψεις σε σύγκριση με όσους συνήθιζαν να κοιμούνται νωρίς και να ξυπνούν νωρίς και όσους κατάφερναν να απολαύσουν περισσότερες ώρες ύπνου σε καθημερινή βάση.
Η συσχέτιση που εντόπισαν οι ερευνητές είναι δύσκολο να εξηγηθεί και είναι πιθανό οι ανησυχίες να οδηγούν στον κακό ύπνο και όχι το αντίθετο.
Μελέτη που είχε δημοσιευθεί το 2013 στην επιθεώρηση Journal of Occupational Psychology είχε καταδείξει βέβαια ότι υπάρχει μια άμεση σχέση μεταξύ του κακού ύπνου και των συμπτωμάτων κατάθλιψης.
Οι επαναλαμβανόμενες αρνητικές σκέψεις, όπως αυτές που περιέγραψαν οι συμμετέχοντες στο πλαίσιο της νέας μελέτης, έχουν συνδεθεί στο παρελθόν με τις αγχώδεις διαταραχές, την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και το μετατραυματικό στρες.
Τα αποτελέσματα της νέας μελέτης δημοσιεύονται στην επιθεώρηση Cognitive Therapy and Research.