Τα οικονομικά αποτελέσματα που θα επέφερε τυχόν υπερψήφιση των δύο προτάσεων νόμου του ΣΥΡΙΖΑ για την αποκατάσταση του κατώτατου μισθού και την επαναφορά της συλλογικής διαπραγμάτευσης και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, εκτιμά ο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους στις εκθέσεις του, που διαβιβάστηκαν στη Βουλή στις 17 Οκτωβρίου.
Ως προς την πρόταση νόμου «για την αποκατάσταση του κατώτατου μισθού και του δικαίου της συλλογικής διαπραγμάτευσης και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας», το ΓΛΚ εκτιμά ότι από τις προτεινόμενες διατάξεις, τα άμεσα οικονομικά αποτελέσματα, και με την προϋπόθεση ότι ο αριθμός των απασχολουμένων και των επιδοτούμενων ανέργων παραμείνει σταθερός, είναι:
• Ετήσια δαπάνη του προϋπολογισμού του ΟΑΕΔ (ΝΠΔΔ επιχορηγούμενο από τον κρατικό προϋπολογισμό), από την αύξηση του καταβαλλόμενου επιδόματος ανεργίας, η οποία εκτιμάται στο ποσό των 202.000.000 ευρώ περίπου (το βασικό ποσό του επιδόματος ανεργίας θα αναπροσαρμοστεί από τα 360 ευρώ στα 460 ευρώ περίπου).
• Ετήσια αύξηση των εσόδων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης (κατά βάση ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), από τον υπολογισμό των καταβαλλόμενων εισφορών σε υψηλότερη βάση. Εκτίμηση για την αύξηση αυτή δεν μπορεί να γίνει γιατί δεν είναι γνωστός ο αριθμός των απασχολουμένων που θα επηρεάσει η αναπροσαρμογή του κατώτατου ημερομισθίου.
• Ετήσια αύξηση εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού, από άμεσους και έμμεσους φόρους, λόγω της διεύρυνσης της φορολογικής βάσης.
«Σε περίπτωση όμως, μείωσης του αριθμού των απασχολουμένων θα επέλθει επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού (καταβολή επιδομάτων ανεργίας, μείωση άμεσων και έμμεσων φόρων), καθώς και απώλεια εσόδων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης. Το οικονομικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να προσδιοριστεί, ούτε να εκτιμηθεί, διότι συναρτάται με τη συμπεριφορά των εργοδοτών κατά την αντιμετώπιση των παραπάνω μέτρων» αναφέρει το ΓΛΚ.
Επίσης, εκτιμά ετήσια δαπάνη, μη σημαντική σε βάρος του προϋπολογισμού του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ) από την αύξηση των μελών του ΔΣ αυτού. Εκτιμάται πάντως ότι δεν θα υπερβεί το ποσό των 10.000 ευρώ.
Ως προς τις προτεινόμενες διατάξεις της πρότασης νόμου του ΣΥΡΙΖΑ «Ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία- Αμεσα μέτρα για την προστασία των οφειλετών και άλλες διατάξεις», το Γενικό Λογιστήριο εκτιμά ότι προκαλούνται επί του κρατικού προϋπολογισμού και των προϋπολογισμών των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης τα ακόλουθα οικονομικά αποτελέσματα:
Απώλεια εσόδων από:
Α) τη ρύθμιση των βεβαιωμένων ληξιπρόθεσμων φορολογικών υποχρεώσεων καθώς και των, μέχρι την 31.12.2014, ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών. Όπως ειδικότερα επισημαίνεται, η απώλεια επέρχεται κυρίως από τον περιορισμό των ήδη βεβαιωμένων προστίμων και προσαυξήσεων στο 30% της αρχικής οφειλής.
Β) την απαγόρευση των πλειστηριασμών σε κάθε περίπτωση για οφειλές κάτω των 200.000 ευρώ.
Υστέρηση είσπραξης εσόδων από:
Α) τη ρύθμιση των βεβαιωμένων ληξιπρόθεσμων φορολογικών υποχρεώσεων, καθώς και των μέχρι την 31.12.2014, ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών. Η υστέρηση επέρχεται από την καταβολή των χρεών σε έως 84 δόσεις (και ενδεχομένως και σε περισσότερες εφόσον το συνολικό ποσό των ετήσιων δόσεων ξεπερνά τα οριζόμενα ποσοστά εισοδήματος του οφειλέτη).
Β) την απαγόρευση μέχρι την 31.12.2015, και των πλειστηριασμών για οφειλές άνω των 200.000 ευρώ, προκειμένου περί πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας και επαγγελματικής στέγης, αξίας μέχρι 350.000 ευρώ ή ακινήτων εγγυητών.
«Τα ανωτέρω αποτελέσματα (απώλεια και υστέρηση είσπραξης εσόδων) εξαρτώνται από τα ποσά των οφειλών που θα ενταχθούν στη ρύθμιση, τον αριθμό και το ποσό των δόσεων, τα εισοδήματα των οφειλετών που θα ενταχθούν, την αναλογία των προστίμων και των προσαυξήσεων προς την αρχική οφειλή κάθε οφειλέτη κλπ και δεν είναι δυνατόν να υπολογισθούν εκ των προτέρων. Τα εν λόγω αποτελέσματα αντισταθμίζονται εν μέρει από την διασφάλιση είσπραξης μέρους των ληξιπρόθεσμων οφειλών» αναφέρει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
Επίσης, με την έκθεση εκτιμάται ότι θα υπάρξει εφάπαξ δαπάνη (του κρατικού προϋπολογισμού) από τη σύσταση των Επιτροπών Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών, σε περίπτωση που τα έσοδα από το θεσπιζόμενο γραμμάτιο του Δημοσίου δεν επαρκούν για την κάλυψη του κόστους λειτουργίας αυτών, το ύψος του οποίου εξαρτάται από τον αριθμό των επιτροπών (μπορεί να είναι και άνω των δεκατριών) και τις προβλεπόμενες υπουργικές αποφάσεις.