Θεωρείται από τις πιο εμβληματικές μορφές της αμερικανικής και παγκόσμιας δημοσιογραφίας. Ο πρώην διευθυντής της Washington Post, Μπεν Μπράντλι, ενορχηστρωτής της αποκάλυψης από την εφημερίδα του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ «έφυγε» στα 93 του.
Στα 26 χρόνια που κράτησε τα ηνία της Washington Post σχεδόν διπλασίασε την κυκλοφορία της και της χάρισε 17 βραβεία Πούλιτζερ.
Από τη στιγμή που ανέλαβε τα ηνία της Washington Post to 1965, o Μπράντλι είχε στο μυαλό του να τη μετατρέψει από μια συμβατική καθημερινή εφημερίδα σε μια δυναμική έκδοση που θα ξεφεύγει από το παραδοσιακό μοντέλο των εφημερίδων. Και τα κατάφερε να δημιουργήσει μια από τις πιο δυναμικές και σεβαστές εκδόσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο.
Πέτυχε το στόχο του, συνδυάζοντας το επιθετικό ρεπορτάζ με ελκυστικά χαρακτηριστικά που χρησιμοποιούνταν στα καλύτερα περιοδικά. Η γοητεία και το ταλέντο του ως επικεφαλής της Washington Post τον βοήθησε να προσλάβει αλλά και να εκπαιδεύσει τους ρεπόρτερ και τους συντάκτες του, που τον έκαναν τον πιο διάσημο διευθυντή εφημερίδας της εποχής του.
Κορωνίδα της δημοσιογραφικής καριέρας του Μπράντλι ήταν η καθοδήγηση των δημοσιογράφων Μπομπ Γούντγουορντ και Καρλ Μπερνστάϊν στην έρευνά τους και στην αποκάλυψη του περίφημου πολιτικού σκανδάλου Γουότεργκεϊτ που οδήγησε στην παραίτηση του Νίξον από την αμερικανική προεδρία.
Ωστόσο, η πιο σημαντική απόφαση που κλήθηκε να λάβει ο Μπράντλι μαζί με την εκδότρια της εφημερίδας, Κάθριν Γκράχαμ, ήταν η δημοσίευση σε συνεργασία με τους New York Times των αποκαλύψεων σχετικά με τον πόλεμο του Βιετνάμ, τα περίφημα πλέον «Έγγραφα του Πενταγώνου».
Η διοίκηση του Νίξον πήγε στο δικαστήριο για να προσπαθήσει να εξαφανίσει τα έγγραφα, αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ επικύρωσε την απόφαση των New York Times και της Washington Post να τα δημοσιεύσει.
Με τον Μπράντλι στο τιμόνι αρχικά ως αρχισυντάκτη και στη συνέχεια ως διευθυντή σύνταξης, η κυκλοφορία της εφημερίδας σχεδόν διπλασιάστηκε.
Ο Μπράντλι έστειλε ανταποκριτές σε όλο τον κόσμο, άνοιξε γραφεία σε πολλές περιοχές των ΗΠΑ και δημιούργησε τομείς και τμήματα που αντιγράφηκαν στην πορεία από πολλούς.
Χάρισε, επίσης, στην Washington Post, 17 βραβεία Πούλιτζερ κατά τη διάρκεια της θητείας του.
«Το μεγαλύτερο κομμάτι της Post είναι ο Μπεν. Χάρη σε αυτόν πήρε τη μορφή που έχει σήμερα» είχε πει η εκδότρια της εφημερίδας, Κάρθιν Γκράχαμ το 1994, τρία χρόνια μετά την αποχώρηση του Μπράντλι.
Ο Λέοναρντ Ντάουνι Τζούνιορ, που διαδέχτηκε τον Μπράντλι στα ηνία της εφημερίδας μετά το 1991 είπε: «Η επιρροή του Μπεν παραμένει πολύ ζωντανή στην Washington Post».
Η γοητευτική εμφάνισή του, η βραχνή φωνή του, η αθυροστομία του και η όρεξη για τη δημοσιογραφία και τη ζωή ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά της χαρισματικής προσωπικότητάς του Μπράντλι που κυριάρχησε και έδωσε σχήμα στην Washington Post.
Οι σύγχρονοι αμερικανοί επικεφαλής εφημερίδων σπανίως απολαμβάνουν τέτοιας φήμης και ο Μπράντλι το λάτρευε αυτό. Ο Τζέισον Ρόμπαρντς τον υποδύθηκε στην ταινία «Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου», μία ταινία για το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ.
Ο ίδιος ο Μπράντλι έχει γράψει δύο βιβλία, «Συνομιλίες με τον Κένεντι» και τη βιογραφία του, «Μία Καλή Ζωή» που έγιναν bestsellers.
Ο Μπαράκ Ομπάμα είχε τιμήσει τον Μπεν Μπράντλι, με το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας, τη μεγαλύτερη τιμή για έναν πολίτη του αμερικανικού έθνους.
Στο συλλυπητήριο μήνυμά του ο Ομπάμα είπε μεταξύ άλλων: «Για τον Μπέντζαμιν Μπράντλι, η δημοσιογραφία ήταν κάτι παραπάνω από ένα επάγγελμα, ήταν ένα δημόσιο αγαθό ζωτικής σημασίας για τη δημοκρατία μας. Ένας αληθινός δημοσιογράφος που μετέτρεψε την Washington Post σε μία από τις καλύτερες εφημερίδες της χώρας με τον ίδιο στο τιμόνι και με μια στρατιά ρεπόρτερ και συντακτών που δημοσίευσαν τα “Έγγραφα του Πενταγώνου” και το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ. Είπε ιστορίες που έπρεπε να ειπωθούν, ιστορίες που μας βοήθησαν να κατανοήσουμε τον κόσμο μας, να καταλάβουμε ο ένας τον άλλο λίγο καλύτερα».