Πριν από λίγες ημέρες η Huffington Post, η οποία σύντομα θα μιλάει και ελληνικά, γιόρτασε τους 115.000.000 μοναδικούς επισκέπτες!!!
Υπάρχει η δημόσια εικόνα της Arianna Huffington, με συχνές τηλεοπτικές εμφανίσεις,
στις οποίες κυριαρχεί χαρακτηριστική άνεση να λέει την άποψή της, όποιος και αν βρίσκεται απέναντί της. Και υπάρχει και η εκ του σύνεγγυς παρουσία της, όπως την έζησα στην Αθήνα πριν από μερικά χρόνια, όταν της έκανα μια συνέντευξη: παρά την αναμφισβήτητα επιτυχημένη πορεία της, αποπνέει μιαν ανυπόκριτη σεμνότητα, ένα είδος χαριτωμένης ντροπαλοσύνης που σε κάνει να αναρωτιέσαι πως η ευγενής γυναίκα που έχεις απέναντί σου, όχι μονάχα επιβίωσε σε ένα τόσο αδυσώπητο σύστημα όσο τα αμερικανικά ΜΜΕ αλλά στο τέλος κατάφερε να κάνει αυτό που ακριβώς ήθελε: μια ειδησεογραφική πλατφόρμα ελεύθερου λόγου, με εκατομμύρια χρήστες σε όλον τον κόσμο. Ενα newsroom για την πλανήτη, για όλα αυτά που κάνουν τον κόσμο να αλλάζει, με την συμμετοχή επαγγελματιών του Τύπου αλλά κυρίως χιλιάδων bloggers. Κοντολογίς συνέλαβε την ισορροπημένη αναλογία, το νέο ειδησεογραφικό μοντέλο, που έκανε την Huffington Post, αγαπητή «στο δήμο και τους σοφιστές».
Όταν μιλάει τακτοποιεί συχνά τα μαλλιά της με μια συγκεκριμένη κίνηση και η φωνή της έχει ίχνη βραχνάδας. Αυτό που δεν είναι ίσως τόσο γνωστό είναι τα βιβλία της, μιας και ξεκίνησε την συγγραφική της πορεία πολύ νωρίς. Την δεκαετία του ’80 μάλιστα έγραψε και μια βιογραφία της Μαρία Κάλλας και το 1996 του Πικάσο. Είχε και άλλα επιτυχημένα συγγραφικά πονήματα που διακρίνονται για την ικανότητά της να περνά τα δικά της βιώματα και εμπειρίες στον αναγνώστη, χωρίς διδακτισμό αλλά με έναν εύληπτο, αυθόρμητο τρόπο που μπορεί να τον πείσει ότι το να ανακαλύψει τα ταλέντα και να συσπειρώσει τις δυνάμεις του, είναι κάτι εφικτό. Την ίδια αίσθηση δίνει και στις διαπροσωπικές της επαφές.
Το πιο περίεργο για την Huffington είναι ότι σταδιοδρόμησε σε αυτό το σκληρό σύμπαν, χωρίς να υιοθετήσει το «ανδρικό» προφίλ που συνήθως έχουν όσες έχουν κάνει καριέρα σε επαγγέλματα – αρένες. Είναι χαμηλών τόνων, αναφέρεται συχνά στην οικογένεια και τα παιδιά της, στον ρόλο της ως μητέρα και τις δυσκολίες της ευθύνης ενός γονέα. Και αν τύχει κάποιος να την γνωρίσει, πράγματι πείθεται ότι όλα αυτά τα θέματα την απασχολούν σοβαρά και δεν είναι ένα «παραπέτασμα καπνού» για να γίνει συμπαθής.
Το άλλο στοιχείο που οπωσδήποτε κάνει εντύπωση είναι ότι όντως αισθάνεται Ελληνίδα. Ποτέ δεν άλλαξε την προφορά της – με τα κλασικά ελληνικά ρο και τα στρογγυλά φωνήεντα – ποτέ δεν αναζήτησε ένα τεχνητό «λούστρο» σπουδών ή ζωής στο εξωτερικό, για να κρύψει την καταγωγή της. Αντιθέτως, την τονίζει σε κάθε περίσταση και κατά την διάρκεια των πρώτων χρόνων της κρίσης όπου η χώρα ήταν ένας αρνητικός στόχος για το διεθνές σύστημα των Media, όρθωσε το ανάστημά της για να εξηγήσει την δική της σύγχρονη εκδοχή στο τι σημαίνει «Greek Tragedy». Όχι μόνον αυτό, πρότεινε η κορυφαία συνάντηση οικονομικών παραγόντων στο Νταβός, είχε προτείνει να μεταφερθεί στην Σαντορίνη.
Ποια είναι όμως η Arianna Huffington, η οποία επιχειρεί την επιστροφή της στα πάτρια εδάφη μέσα από την συνεργασία της με την 24 Μedia; Ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από την 52η θέση των πιο ισχυρών γυναικών, σύμφωνα με τον έγκυρο κατάλογο του περιοδικού Forbes; Γεννήθηκε το 1950 στην Αθήνα και το πατρικό της επίθετο είναι Στασινοπούλου. Η ζωή δεν της τα έφερε όλα ρόδινα στα παιδικά της χρόνια αλλά αυτό την έκανε ίσως μαχητή.
O πατέρας της είχε ανακατευτεί με τις εκδόσεις εφημερίδων, συνελήφθη από τους Γερμανούς και πήγε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης από το οποίο γύρισε σώος. Η μητέρα της όμως δεν μπορούσε να ανεχθεί τις απιστίες του και τον άφησε παίρνοντας μαζί τα παιδιά της, όταν η Αριάννα ήταν 11 ετών. Με αιματηρές οικονομίες κατάφερε όχι μόνον να τις ζήσει αλλά και να τις σπουδάσει.
Στο τέλος της εφηβείας της βρέθηκε στην Αγγλία όπου έκανε μετά σπουδές στο Κέϊμπριτζ, όπου έγινε γρήγορα πρόεδρος της Cambridge University Debating Society. Με εφόδια την στέρεα παιδεία και το ελληνικό πείσμα, έκανε και την εκκίνηση στην δημοσιογραφική της καριέρα με εμφανίσεις στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση του BBC, με προτίμηση την πολιτική θεματολογία.
Μετά το Λονδίνο, ακολούθησε η Νέα Υόρκη. Εκεί γνώρισε και παντρεύτηκε τον μεγιστάνα του πετρελαίου Michael Huffington, ο οποίος εξελέγη στο Κογκρέσο με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Αργότερα υπέβαλε αίτηση διαζυγίου καθώς αποκαλύφθηκε ότι ο πολιτικός ήταν αμφιφυλόφιλος. Ο χωρισμός δεν την πτόησε και συνέχισε την καριέρα της πάντα δημοσιογραφώντας στο πολιτικό πεδίο. Όμως σταδιακά άφησε πίσω της τις συντηρητικές απόψεις για να μετακινηθεί στην σφαίρα πολιτικής επιρροής των δημοκρατικών, με έμφαση την οικολογία αλλά και τις μεταρρυθμίσεις στους νόμους που διέπουν την λειτουργία των επιχειρήσεων. Το 2003 αποφάσισε μάλιστα να κατέβει ως ανεξάρτητη υποψήφια για την θέση του κυβερνήτη της Καλιφόρνια, την οποία κέρδισε βέβαια ο Αρνολντ Σβαρτζενέγκερ. Δύο χρόνια αργότερα συνίδρυσε την Huffington Post, που απεδείχθη η σοφότερη και πιο επιτυχημένη κίνηση της ζωής της. Τα υπόλοιπα γράφτηκαν στην ιστορία, καθώς χωρίς υπερβολή, έγινε η πρώτη γυναίκα «μεγιστάνας» των ΜΜΕ, κάποια που την γνωρίζουν όλοι με το μικρό της όνομα όπως άλλωστε η Οπρα. Η κορυφαία της στιγμή ήταν το 2011 όταν έγινε με την εξαγορά της Huffington Post από την AOL, έναντι 315 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η φιλοσοφία της είναι ότι το λάθος είναι απλώς ένα σκαλοπάτι προς την επιτυχία. Οτι δεν πρέπει να πτοούμαστε από τις αποφάσεις που δεν μας «βγήκαν» στην ζωή αλλά να διδασκόμαστε από αυτές και να προχωράμε πιο αποφασιστικά. Η ίδια άλλωστε κατάφερε να γυρίσει όλες τις αδυναμίες σε προτερήματα, όπως λ.χ. η ξεχωριστή της προφορά. Η άλλη της πλέον εδραιωμένη πεποίθηση ότι ότι για να ανέβεις τα σκαλιά της κορυφής πρέπει να διαχειριστείς καλά τις δυνάμεις σου. Η υπερπροσπάθεια δεν έχει κανένα αποτέλεσμα και η εξουθένωση απλώς οδηγεί νωρίτερα στην παραίτηση και την ματαιότητα. Άλλωστε το 2007, είδε και εκείνη στην πράξη πως δεν πρέπει να οδηγούμε τον εαυτό μας στα άκρα, όταν έχασε τις αισθήσεις της στο γραφείο της και έσπασε το σαγόνι της. Σήμερα, έχει φτιάξει ειδικούς θαλάμους, στους οποίους μπορούν να ξεκουράζονται οι εργαζόμενοι της. Και το σλόγκαν της: «Αν θες να επιτύχεις, πρέπει να κοιμάσαι καλά».
Για να στηρίξει την καινούρια της θεωρία έβγαλε μάλιστα και το βιβλίο «Thrive», το οποίο γνώρισε μεγάλη αποδοχή. Σε αυτό υπογραμμίζει ότι η ζωή μας δεν μπορεί να στηρίζεται σε δύο πυλώνες που αφορούν την επιτυχία και το χρήμα αλλά να ισορροπεί πάνω και σε έναν τρίτο παράγοντα που είναι η ποιοτική σχέση με τους ανθρώπους που αγαπάμε, ο χρόνος που περνάμε δημιουργικά με τα παιδιά μας, οι όμορφές στιγμές και αναμνήσεις. Σύμφωνα με την Huffington, αυτή η πλευρά της ζωής φέρνει περισσότερη πλησμονή από μια προαγωγή και αύξηση μισθού. Το κλειδί είναι βεβαίως να καταφέρει κανείς να ιεραρχεί τις ανάγκες του και να διαχειρίζεται τον χρόνο του.