Το ύψος τους φτάνει τα 165 δισ. ευρώ
Στην «τελική ευθεία» εισέρχεται το έργο της Διακομματικής Επιτροπής για τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων η οποία από το Μάρτιο συντάσσει έκθεση τεκμηρίωσης για το κατοχικό δάνειο και τις πολεμικές επανορθώσεις.
Η επιτροπή που θα πρέπει να ολοκληρώσει το έργο της μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου θα συνεδριάσει την προσεχή Τετάρτη προκειμένου να ενημερωθεί από τον πρέσβη ε.τ.. Ιωάννη Μπουρλογιάννη – Τσαγγαρίδη για το θέμα του κατοχικού δανείου.
Ο κ. Μπουρλογιάννης – Τσαγγαρίδης ήταν εκείνος που στις 14-11-1995 απέδωσε στη Βόννη «ρηματική διακοίνωση» της Ελλάδας προς τον Γερμανό υφυπουργό Χάρτμαν, με την οποία ζητήθηκε η έναρξη διαπραγματεύσεων και για την αποπληρωμή του κατοχικού δανείου.
Η ρηματική διακοίνωση έκανε λόγο για απαιτήσεις διαφορετικών κατηγοριών και πρότεινε προς διευκόλυνση των συνομιλιών των δύο χωρών να εξετασθεί ξεχωριστά κάθε κατηγορία απαίτησης, αρχής γενομένης από το κατοχικό δάνειο.
Αναγκαστικά δάνεια είχε μεν επιβάλει η Γερμανία και στη Γιουγκοσλαβία και στην Πολωνία, πλην οι δύο αυτές χώρες παραιτήθηκαν των αξιώσεών τους μεταγενέστερα (το 1956 και το 1971, αντιστοίχως) με τη σύναψη συμφωνίας παροχής πιστώσεων δισεκατομμυρίων μάρκων εκ μέρους της Γερμανίας υπό συνθήκες που ισοδυναμούσαν στην ουσία με δωρεά.
Η Γερμανία ισχυρίζεται ότι το θέμα έχει ρυθμισθεί και με την Ελλάδα με τη συμφωνία του 1960 με την οποία η Δυτική Γερμανία κατέβαλε το ποσό των 115 εκατ. μάρκων σε έλληνες υπηκόους θιγέντες από εθνοσοσιαλιστικά μέτρα δίωξης, αλλά στη συμφωνία αυτή η Ελλάδα είχε επιφυλαχθεί να προβάλει και νέες απαιτήσεις.
Σημειώνεται πως η Τράπεζα της Ελλάδος έχει τοποθετήσει στα 165 δισ. ευρώ περίπου το ύψος των γερμανικών αποζημιώσεων και του καταναγκαστικού κατοχικού δανείου. Σημειώνεται πως οι διεκδικούμενες οφειλές είναι δύο κατηγοριών το κατοχικό δάνειο, ύψους 3,5 δισ. δολαρίων του 1938 που σήμερα ανέρχεται σε 54 δισ. ευρώ, χωρίς τους τόκους και οι επανορθώσεις για τις καταστροφές στις υποδομές κατά τη διάρκεια της κατοχής, ύψους 7,1 δισ. δολαρίων, αγοραστικής αξίας 1938 που υπολογίζονται σε 108,43 δισ. ευρώ χωρίς τους νόμιμους τόκους.