Ένα αγοράκι μόλις δύο ετών που έχασε τη ζωή του στις 6 Δεκεμβρίου του 2013 ήταν πιθανώς ο πρώτος ασθενής στο τελευταίο δραματικό ξέσπασμα του Έμπολα στη Δυτική Αφρική. Το παιδί πέθανε λίγες μόλις ημέρες αφού αρρώστησε και ζούσε σε ένα χωριό της επαρχίας Guéckédou στη νοτιοανατολική Γουινέα.
Το Guéckédou συνορεύει με τη Σιέρα Λεόνε και τη Λιβερία κι έτσι αποτελεί σταυροδρόμι μεταξύ των τριών χωρών, απ’ όπου και ο Έμπολα βρήκε ένα εύκολο “πέρασμα” για να εξαπλωθεί.
Λίγες ημέρες μετά το δίχρονο αγοράκι πέθανε και η μητέρα του, η τρίχρονη αδελφή του και η γιαγιά του. Και οι τρεις είχαν υψηλό πυρετό, τάση προς έμετο και διάρροια, όμως κανείς δε γνώριζε τι ήταν αυτό που τις έκανε να αρρωστήσουν.
Δύο άτομα που παρευρέθηκαν στην κηδεία της ηλικιωμένης γυναίκας μετέφεραν τον ιό στα χωριά τους. Ένας υγειονομικός υπάλληλος προσβλήθηκε επίσης και μετέφερε τον ιό σε ένα ακόμη χωριό, όπου ο ίδιος αλλά και ο γιατρός του έχασαν τη ζωή τους και μετέφεραν τον Έμπολα σε συγγενείς τους από άλλες πόλεις.
Μέχρι να αναγνωριστούν επισήμως τα κρούσματα του Έμπολα τον περασμένο Μάρτιο, δεκάδες άνθρωποι είχαν ήδη χάσει τη ζωή τους σε οκτώ τοπικές κοινότητες της Γουνέας και αρκετά ύποπτα κρούσματα είχαν ήδη κάνει την εμφάνισή τους στη Λιβερία και τη Σιέρα Λεόνε, αναφέρει το σχετικό άρθρο των New York Times.
Αντίθετα με παλαιότερα καταγεγραμμένα ξεσπάσματα του Έμπολα που είχαν χτυπήσει σε μικρές, απομακρυσμένες περιοχές, η νέα επιδημία εμφανίστηκε ακριβώς επάνω στα σύνορα, όπου οι μετακινήσεις είναι πολύ πιο εύκολες. Έτσι, ο ιός είχε ήδη αρχίσει να εξαπλώνεται πριν οι Αρχές αντιληφθούν ότι είχε κάνει την εμφάνισή του.
Επίσης, ο Έμπολα δεν είχε εμφανιστεί ποτέ ξανά σε αυτό το τμήμα της Αφρικής. Γιατροί και νοσηλευτές δεν ήταν σε θέση να αναγνωρίσουν τα σημάδια της λοίμωξης, ενώ παράλληλα δεν είχαν στη διάθεσή τους τον απαραίτητο εξοπλισμό για να προστατεύσουν τους υπόλοιπους ασθενείς των νοσοκομείων αλλά και να προστατευθούν οι ίδιοι.