Ο αντιρρησίας συνείδησης, οι καταλήψεις, οι βόμβες, οι αποδράσεις. Ένας “πονοκέφαλος” για την αστυνομία που διαρκεί ήδη 13 χρόνια
Ο Νίκος Μαζιώτης έγινε πρώτη φορά ευρέως γνωστός το 1991 καθώς συνελήφθη έως αντιρρησίας συνείδησης. Το 1992 συνελήφθη ξανά τον Οκτώβριο για ανυποταξία και προσβολή του στρατού.
Τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, λίγο πριν από τη δίκη του, έκανε απεργία πείνας για 57 ολόκληρες ημέρες, όταν κρατούνταν στις στρατιωτικές φυλακές Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη.
Ύστερα από μεγάλες κινητοποιήσεις κοινωνικών οργανώσεων τον Ιανουάριο του 1993 αφέθηκε τελικά ελεύθερος.
Τον Νοέμβριο του 1995 συνελήφθη και πάλι με 500 άλλους αναρχικούς για την κατάληψη στο Πολυτεχνείο, για να καταδικαστεί τελικά σε 12 μήνες με αναστολή.
Το 1996 τον συναντάμε ξανά στα μεγάλα επεισόδια που έγιναν στο Πολυτεχνείο. Στις 18 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκαν ομαδικές συλλήψεις δεκάδων νεαρών, ένας εκ των οποίων και ο Μαζιώτης.
Στις 5 και 10 Δεκεμβρίου 1997 γίνονται τα πρώτα χαρακτηρισμένα ως οικο-τρομοκρατικά χτυπήματα στα ελληνικά χρονικά. Συγκεκριμένα, με τοποθέτηση βόμβας που δεν εξερράγη στο υπουργείο Βιομηχανίας, στη Μιχαλακοπούλου, στις 5.12.1997 και, πέντε μέρες μετά, με βόμβα στο πολιτικό γραφείο της τότε υπουργού Ανάπτυξης Βάσως Παπανδρέου, στην οδό Ομήρου 15, στο κέντρο της Αθήνας, στις 5.50 μ.μ.
Το προειδοποιητικό τηλεφώνημα στις 10.12.1997 έγινε στην «Ελευθεροτυπία» μια ώρα πριν από την έκρηξη, ενώ δόθηκε λάθος χρόνος για το χτύπημα. Δυόμισι ώρες μετά την έκρηξη, με τηλεφώνημα στον ΣΚΑΪ, αναλαμβάνει την ευθύνη της έκρηξης η οργάνωση Μαχόμενος Αντάρτικος Σχηματισμός, με την επισήμανση ότι «η επίθεση αυτή έγινε ενάντια στα σχέδια για την εξόρυξη χρυσού από τα ορυχεία της Χαλκιδικής και την καταστροφή που θα προκληθεί στο περιβάλλον από την καναδική εταιρεία TVX».
Ο Μαχόμενος Αντάρτικος Σχηματισμός είχε ήδη αναλάβει νωρίτερα τις βομβιστικές επιθέσεις στο Πολυτεχνείο, στο κτήριο Ηλεκτρολόγων – Μηχανολόγων (13.11.1996), στην πρεσβεία του Περού (30.12.1996), στο σπίτι της Μαίρης Μπόση, πρώην συμβούλου του υπουργού Στέλιου Παπαθεμελή (23.2.1997), στην αεροπορική εταιρεία Alitalia (3.4.1997), όπως και στα γραφεία της εταιρείας αυτοκινήτων Lancia (16.4.1997).
Στις 13 Ιανουαρίου 1998 η αστυνομία συλλαμβάνει ξανά τον Μαζιώτη. Ταυτόχρονα γίνονται και 16 προσαγωγές στον 12ο όροφο της ΓΑΔΑ, εκ των οποίων οι οκτώ ήταν γυναίκες.
Στις 7.12.1997 είχαν ήδη φτάσει στο γραφείο του υπουργού Δημ. Τάξεως Γ. Ρωμαίου οι πρώτες αποδείξεις από τα εργαστήρια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών για αποτύπωμα που βρέθηκε σε μονωτική ταινία από τη βόμβα που είχε εντοπιστεί έξω από το υπουργείο Βιομηχανίας στη Μιχαλακοπούλου. Ήταν από τον δείκτη του αριστερού χεριού του 27χρονου τότε Νίκου Μαζιώτη.
Η αντιτρομοκρατική τον παρακολούθησε για περισσότερο από έναν μήνα, έτσι ώστε να δει πιθανές διασυνδέσεις του, και τον συνέλαβε σε μονοκατοικία στο Καματερό, στην οδό Σπάρτης 13. Το σπίτι ήταν νοικιασμένο και υπήρχε αποθηκευμένη μεγάλη ποσότητα εκρηκτικών υλών και όπλα, όπως 9.740 γρ. εκρηκτικής ύλης, 1 πιστόλι 9 mm Zastava, 1 περίστροφο 38 mm Smith and Wesson, 4 μάλλινες κουκούλες, 2 γεμιστήρες, 148 σφαίρες, 2 κουλούρες καλωδίων, 1 στρατιωτικό παγούρι με τσόχα, αυτοκόλλητα clips που ανέγραφαν «τα όμορφα μαγαζιά όμορφα καίγονται» κ.ά.
Ο Μαζιώτης, γιος εφοριακού, το προηγούμενο διάστημα ήταν άνεργος και μόλις είχε βρει δουλειά σε ένα σιδηρουργείο. Ανάμεσα σε όσους είχαν προσαχθεί εκείνη την μέρα ήταν και η τότε 29χρονη Πόλα Ρούπα.
Η δίκη
«Μετανιώνω μόνο γιατί έκανα αυτό το τεχνικό λάθος. Για τίποτα άλλο. Και να με καταδικάσετε, που θα με καταδικάσετε δηλαδή, δεν αλλάζει τίποτε. Άλλωστε η φυλακή είναι ένα σχολείο για κάθε κοινωνικό επαναστάτη, αφού δοκιμάζεται η ψυχική του αντοχή. Και αν αντέξει, μετά πιστεύει περισσότερο σε αυτά για τα οποία φυλακίστηκε». Αυτό ήταν μέρος της απολογίας Μαζιώτη για την τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού το 1997 στο υπουργείο.
Με κατηγορίες για «απόπειρα έκρηξης», «προμήθεια, κατοχή και κατασκευή εκρηκτικών υλών και βομβών» και «διακεκριμένη κατοχή όπλων και εκρηκτικών», ο Νίκος Μαζιώτης, με επιστολή του στην «Ε» κι αφού είχε συμπληρώσει 18 μήνες προσωρινής κράτησης, «αναλαμβάνει πλήρως τις πολιτικές ευθύνες των πράξεών του, σε ένδειξη αλληλεγγύης στον αγώνα των κατοίκων του Στρυμονικού κόλπου, ενάντια στην οικολογική καταστροφή που συντελείται από τις επενδύσεις της πολυεθνικής εταιρείας TVX GOLD», δηλώνοντας ότι «Οι Αναρχικοί Αντάρτες Πόλης είμαι εγώ. Μόνος μου κατασκεύασα και τοποθέτησα τον αυτοσχέδιο μηχανισμό στο υπουργείο Βιομηχανίας και Ανάπτυξης. Ό,τι βρέθηκε στο σπίτι της οδού Σπάρτης 13 είναι αποκλειστικά δικό μου. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ένοπλο αντάρτη, αλλά κοινωνικό αντάρτη». Ταυτόχρονα, απέρριψε ότι είχε την παραμικρή πρόθεση να προκαλέσει κίνδυνο σε ανθρώπινες ζωές.
Ο Μαζιώτης καταδικάζεται πρωτόδικα σε 15ετή φυλάκιση. Η ποινή του μειώνεται και αποφυλακίζεται ύστερα από 3,5 χρόνια, τον Αύγουστο του 2001.
Η έφεση είχε εκδικαστεί στις 10.1.2001 και ο Μαζιώτης εξέφρασε τις θέσεις του με γραπτή δήλωση, αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Το εφετείο όπου δικάζομαι σε δεύτερο βαθμό για τη βομβιστική απόπειρα στο υπουργείο Ανάπτυξης, πράξη την οποία έκανα σαν ένδειξη αλληλεγγύης στους κατοίκους των χωριών Στρυμονικού που αγωνίζονται ενάντια στην εγκατάσταση βιομηχανίας χρυσού από την πολυεθνική TVX GOLD, εξελίχθηκε σε στρατοδικείο συνοπτικών διαδικασιών παρόμοιων με αυτού του Δικαστηρίου Κρατικής Ασφάλειας της Τουρκίας. Αρνούμαι να συνεχίσω σ’ αυτή την τρομοδίκη, σ’ αυτή τη στημένη διαδικασία λογοκρισίας και φίμωσης καθώς και αποπολιτικοποίησης της υπόθεσής μου».
Με τη νέα… χιλιετία
Κάπως έτσι βρισκόμαστε πια στη νέα χιλιετία, όπου τα γεγονότα είναι πιο φρέσκα πλέον στη μνήμη όλων.
Ο Μαζιώτης τον Ιανουάριο 2004 καταγγέλλει την Αντιτρομοκρατική για πρόκληση ατυχήματος από μοτοσυκλέτα που τον παρακολουθούσε χωρίς πινακίδες «με ενδεχόμενη συνέπεια το θανάσιμο τραυματισμό μου», κάνοντας λόγο για «χωρίς όρια εκδικητικότητα των μηχανισμών ασφαλείας απέναντι σε αγωνιστές που οι φυλακές και οι διώξεις δεν μπορούν να νικήσουν».
Τρία χρόνια μετά καταγγέλλει ξανά την Αντιτρομοκρατική για αδιάκριτη παρακολούθηση και για διαρροές στον Τύπο που θέλουν να τον καταστήσουν ύποπτο. Την ίδια χρονιά προσάγεται βίαια στη ΓΑΔΑ ως ύποπτος για ληστεία στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο στο Ίλιον, ωστόσο λίγες ώρες μετά αφήνεται ελεύθερος.
Ο Επαναστατικός Αγώνας
Ο Επαναστατικός Αγώνας, με 15 χτυπήματα στο διάστημα 2003-2009, έκανε το ντεμπούτο του τον Σεπτέμβριο του 2003 με διπλή βομβιστική επίθεση στα κτήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων, την μέρα της απολογίας του Γιωτόπουλου.
Μαζιώτης και Ρούπα συλλαμβάνονται τον Απρίλιο του 2010, με την ΕΛ.ΑΣ. να ανακοινώνει ότι στο σπίτι τους στα Καλύβια Αττικής κατασχέθηκε σκληρός δίσκος με παλιές προκηρύξεις του Επαναστατικού Αγώνα, σχέδια προκηρύξεων για μελλοντικά τρομοκρατικά χτυπήματα, καθώς και χειρόγραφα προσχέδια προκηρύξεων. Θα αφεθούν, όμως, ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους τον Οκτώβριο του 2011, καθώς είχε παρέλθει το 18μηνο της κράτησής τους.
Οι περιοριστικοί όροι για απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, παραμονή τους στο λεκανοπέδιο της Αττικής αλλά και παρουσία τους τρεις φορές τον μήνα στο αστυνομικό τμήμα παραβιάστηκαν τον Ιούνιο του 2012, οπότε και χάθηκαν τα ίχνη τους. Τον Απρίλιο του 2013 οι δυο καταζητούμενοι καταδικάστηκαν σε κάθειρξη 50 ετών για συμμετοχή τους στον Επαναστατικό Αγώνα.
Στις 11.10.2013 δημοσιοποιείται στο Διαδίκτυο κείμενο του 42χρονου Νίκου Μαζιώτη και της Πόλας Ρούπα για τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα από χρυσαυγίτες. Στις 30.10.2013, τέλος, ο Μαζιώτης με νέα του παρέμβαση στο indymedia μιλάει για κρατική προπαγάνδα σε βάρος του, για την εμπλοκή του ονόματός του από τις αρχές στις ληστείες στα Μέθανα και στο Βελεστίνο. Μέχρι και σήμερα τα ίχνη του αγνοούνται από τις αρχές.
Σήμερα Τετάρτη 16 Ιουλίου ο Μαζίωτης συλλαμβάνεται από την Αντιτρομοκρατική στο Μοναστηράκι.
Με πληροφορίες από Το Ποντικι