Οι θυρεοειδικές ορμόνες (θυροξίνη Τ4 και τριιωδοθυρονίνη Τ3) μπορούν να επηρεάσουν τη δυνατότητα για αναπαραγωγή ποικιλοτρόπως.
Οι θυρεοειδικές ορμόνες (θυροξίνη Τ4 και τριιωδοθυρονίνη Τ3) μπορούν να επηρεάσουν τη δυνατότητα για αναπαραγωγή με διαφόρους τρόπους, διότι είναι απαραίτητες για:
- τη σωστή λειτουργία του καταμήνιου κύκλου (της περιόδου) στις γυναίκες
- την φυσιολογική ωοθυλακιορηξία
- τη λειτουργία του ωχρού σωματίου (το στάδιο πριν την εμφύτευση του εμβρύου)
- την εμφύτευση (επηρεάζουν την παραγωγή της τροφοβλάστης) και
- τη λειτουργία του πλακούντα.
Οι θυρεοειδικές παθήσεις είναι ιδιαίτερα συχνές στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας και για το λόγο αυτό όλες οι γυναίκες που έχουν προβλήματα γονιμότητας θα πρέπει να ελέγχονται για πιθανές διαταραχές της θυρεοειδικής λειτουργίας. Συχνά μπορεί να ανευρεθεί μια διαταραχή για πρώτη φορά στον έλεγχο που κάνει μια γυναίκα, η οποία αντιμετωπίζει υπογονιμότητα.
Θα προσεγγίσουμε το θέμα απαντώντας σε συχνές ερωτήσεις γυναικών που αντιμετωπίζουν προβλήματα και συχνά μπερδεύονται με τον ρόλο που παίζει ο θυρεοειδής στην αναπαραγωγή.
1. Στον προγεννητικό έλεγχο η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη TSH ήταν στα ανώτερα επίπεδα του φυσιολογικού. Μπορεί να υπάρξει πρόβλημα με τη γονιμότητα;
Στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας η TSH συνήθως βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα και συνήθως <3 mIU/ml. Αύξησή της σε ανώτερα επίπεδα μπορεί να υποδηλώνει μια αρχόμενη υπολειτουργία του θυρεοειδούς. Ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός (όταν δηλαδή η TSH είναι αυξημένη, ενώ οι ορμόνες Τ3 και Τ4 βρίσκονται στα φυσιολογικά επίπεδα) μπορεί να επηρεάσει την αυτόματη σύλληψη λόγω διαταραχής της ωοθηλακιορρηξίας, αλλά μπορεί να αυξήσει και την πιθανότητα αποβολής στο πρώτο τρίμηνο ή παλίνδρομης εγκυμοσύνης. Τα ιδανικά επίπεδα TSH για την επίτευξη εγκυμοσύνης θεωρούνται μεταξύ 0.5-2.5 mIU/ml από τους περισσότερους ειδικούς που ασχολούνται με το θέμα της υπογονιμότητας. Αν σε έναν πρώτο έλεγχο η TSH βρεθεί αυξημένη, τότε θα πρέπει να επαναληφθεί σε τουλάχιστον 6 εβδομάδες με τον ταυτόχρονο έλεγχο αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων.
2. Πως μπορεί ο υποθυρεοειδισμός υποθυρεοεδισμός να επηρεάσει τη γονιμότητα;
Όπως αναφέραμε και στην αρχή, η έλλειψη θυρεοειδικών ορμονών μπορεί να επηρεάσει την επίτευξη εγκυμοσύνης με πολλούς τρόπους. Ο υποθυρεοειδισμός προκαλεί αύξηση στην προλακτίνη, επηρεάζει την έκκριση των γοναδοτροπινών από την υπόφυση, παίζει ρόλο στην επαρκή παραγωγή προγεστερόνης και επηρεάζει την μεταβολισμό των οιστρογόνων μεταξύ άλλων. Επομένως, μειώνει τη γονιμότητα είτε προκαλώντας διαταραχή στη συχνότητα της περιόδου, είτε μειώνοντας τη συχνότητα της ωοθηλακιορρηξίας, είτε επηρεάζοντας την εμφύτευση του εμβρύου. Ο υποθυροειδισμός μπορεί να επηρεάσει και την ποιότητα των ωαρίων που λαμβάνονται με την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή και να μειώσει την πιθανότητα επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Η θεραπεία με θυροξίνη επαναφέρει την φυσιολογική ισορροπία, εξισορροπεί τις ορμόνες, βοηθά στην ομαλοποίηση του κύκλου και αυξάνει την αυτόματη σύλληψη.
Μια πιθανή εγκυμοσύνη αυξάνει σχεδόν στο διπλάσιο τις ανάγκες για θυρεοειδικές ορμόνες και για το λόγο αυτό μια γυναίκα που έχει υποθυρεοειδισμό και επιθυμεί εγκυμοσύνη θα πρέπει να διατηρεί τα επίπεδα της TSH χαμηλά (<2.5 mIU/ml) και της Τ4 στα ανώτερα φυσιολογικά. Με την επιβεβαίωση της εγκυμοσύνης θα πρέπει να επικοινωνήσει άμεσα με τον ενδοκρινολόγο της για την πιθανή αύξηση της δόσης θυροξίνης κατά τη διάρκεια της κύησης.
3. Τι ρόλο μπορούν να παίξουν τα αυξημένα αντιθυρεοειδικά αντισώματα; Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος αποβολής στο πρώτο τρίμηνο;
Οι αυτοάνοσες παθήσεις του θυρεοειδούς είναι ιδιαίτερα συχνές στις νέες γυναίκες. Η παρουσία αυτοαντισωμάτων σε πολύ αυξημένα επίπεδα (ακόμα και όταν ο θυρεοειδής λειτουργεί φυσιολογικά) σχετίζεται με διπλάσια πιθανότητα υπογονιμότητας, ενώ είναι πιο συχνή η παρουσία τους στις γυναίκες που έχουν και άλλες αιτίες υπογονιμότητας, όπως η ενδομητρίωση και οι πολυκυστικές ωοθήκες. Τα αυξημένα αντιθυρεοειδικά αντισώματα είναι επίσης ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για αποβολές πρώτου τριμήνου. Έρευνα σε γυναίκες που ακολούθησαν εξωσωματική γονιμοποίηση έδειξε διπλάσια πιθανότητα αποβολής στις γυναίκες με αυτοάνοση πάθηση του θυρεοειδούς. Τα αίτια γι’ αυτό δεν είναι ξεκάθαρα και συνεχίζουν να είναι πεδίο έρευνας. Η παρουσία τους:
* υποδηλώνει διαταραχή στη ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος,
* μπορεί να προκαλέσει υπολειτουργία του θυρεοειδούς και υποθυρεοειδισμό κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης,
* είναι πιο συχνή με την πάροδο της ηλικίας, όταν και η γονιμότητα έχει αρχίσει ούτως ή άλλως να μειώνεται.
Και οι τρεις αυτοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιτυχία μιας εγκυμοσύνης. Κάθε γυναίκα με υπογονιμότητα και αυξημένα θυρεοειδικά αντισώματα θα πρέπει να αξιολογείται από έναν εξειδικευμένο ενδοκρινολόγο για την επιλογή κατάλληλης θεραπείας.
4. Τι γίνεται όταν υπάρχει υπερλειτουργία του θυρεοειδούς; Μπορεί αυτό να είναι αιτία υπογονιμότητας;
Ο ήπιος υπερθυρεοειδισμός δεν φαίνεται να επηρεάζει τη γονιμότητα στον ίδιο βαθμό με την υπολειτουργία του θυρεοειδούς. Οι περισσότερες γυναίκες με ήπια υπερλειτουργία παρουσιάζουν αλλαγές στη διάρκεια και την ποσότητα αίματος κατά την περίοδο, αλλά δεν φαίνεται να έχουν διαταραχές στην ωοθηλακιορρηξία. Οι γυναίκες στις οποίες η TSH είναι χαμηλή αλλά οι θυρεοειδικές ορμόνες στα ανώτερα φυσιολογικά επίπεδα δεν χρειάζονται θεραπεία αλλά στενή παρακολούθηση.
Δεν συμβαίνει το ίδιο στις περιπτώσεις σοβαρού υπερθυρεοειδισμού (όταν δηλαδή οι θυρεοειδικές ορμόνες είναι πολύ πάνω από τα φυσιολογικά επίπεδα). Στις περιπτώσεις αυτές η περίοδος μπορεί να διακοπεί, ενώ ακόμα και αν έχουμε εγκυμοσύνη είναι αυξημένος ο κίνδυνος επιπλοκών και αποβολής και θα πρέπει άμεσα να παρέμβει ενδοκρινολόγος και να ξεκινήσει κατάλληλη θεραπεία πριν την έναρξη της εγκυμοσύνης.
Αν βρίσκεστε σε αναπαραγωγική ηλικία και δεν έχετε κάνει έλεγχο της θυρεοειδικής σας λειτουργίας, συζητήστε με τον ιατρό σας ποιες εξετάσεις είναι κατάλληλες για εσάς. Μια φορά το χρόνο θα ήταν καλό να κάνετε έναν επανέλεγχο ιδιαίτερα αν ξεκινάτε προσπάθεια για μια εγκυμοσύνη.