Την ημέρα πριν από την άφιξη του Κινέζου πρωθυπουργού στην Αθήνα, ο αρχισυντάκτης της κινεζικής εφημερίδας China-Greece Τimes, Ρόμπιν Γουάνγκ, ήταν υπ’ ατμόν: το δωδεκασέλιδο ειδικό αφιέρωμα που είχε ετοιμάσει ενόψει της επίσκεψης είχε μόλις τυπωθεί και ο ίδιος βιαζόταν να πάει ένα πάκο με αντίτυπα στο ξενοδοχείο όπου θα διέμενε ο Κινέζος πρωθυπουργός για να το τοποθετήσουν στο δωμάτιό του, αλλά και σε αυτά της δεκατετραμελούς κυβερνητικής αντιπροσωπείας από το Πεκίνο.
Μέσα είχε ολοσέλιδες καταχωρίσεις των κινεζικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα με ευχές για «επιτυχημένη επίσκεψη», συνεντεύξεις με Κινέζους επιχειρηματίες και ρεπορτάζ. «Είμαι τυχερός!» μου είχε πει ο Γουάνγκ. «Ξέρω πως έτσι θα διαβάσει όλα όσα θα ήθελα να του πω εάν μου δινόταν η ευκαιρία». Το κύριο άρθρο της εφημερίδας έφερε τον τίτλο «Κινεζική κοινότητα: παρελθόν παρόν και μέλλον» και κατέγραφε όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι περί τις 16.000 Κινέζων που ζουν και εργάζονται σε ολόκληρη την Ελλάδα.
«Μπορεί να ακούτε για κινεζικές επενδύσεις, αλλά η κοινότητά μας εδώ στην Ελλάδα δεν ωφελείται άμεσα – ελάχιστοι Κινέζοι δουλεύουν σε αυτές τις επιχειρήσεις παρά τους φόβους που κατά καιρούς είχατε εσείς οι Ελληνες. Η αλήθεια είναι πως και εμείς όπως όλοι όσοι ζουν σε αυτή τη χώρα έχουμε ζοριστεί λόγω της κρίσης».
Μου μιλάει για τη δική του επιχείρηση, την οποία ξεκίνησε το 2005 σχεδόν σαν χόμπι όταν τελείωσε τις σπουδές του στη χώρα μας. Το 2008 το εβδομαδιαίο φύλλο είχε 85 σελίδες και πουλούσε 4.000 αντίτυπα. Τώρα έχει μόλις 24 σελίδες και πουλάει με το ζόρι 2.000.
Η εφημερίδα «αντέχει» οικονομικά χάρη στον χορηγό της, τον κ. Γου, ιδιοκτήτη της China Town ΕΠΕ, μιας εταιρείας που από το 2005 άρχισε να οργανώνει εμπορικά την κινεζική κοινότητα στο ομώνυμο κτίριο της οδού Αγησιλάου.
Ο 49χρονος Γου ήρθε στην Ελλάδα το 2000 ύστερα από χρόνια στην Αυστρία όπου δούλευε ως εισαγωγέας και έμπορος. Πέντε χρόνια αργότερα –με δύο ακόμα συνεταίρους του και με στήριξη ορισμένων Κινέζων επιχειρηματιών από την πατρίδα του– μίσθωσε για δέκα χρόνια το εξαώροφο κτίριο στην Αγησιλάου 45-47, όπου για δεκαετίες στεγαζόταν η Ελληνική Στατιστική Yπηρεσία.
Για οκτώ μήνες, σχεδόν ολόκληρη η κοινότητα «έβαλε ένα χεράκι» εθελοντικά για να διαμορφωθούν τα χιλιάδες τετραγωνικά όπου σήμερα χτυπάει η καρδιά της China Town: πέρα από τα γραφεία της εφημερίδας, ο κ. Γου υπενοικιάζει χώρους σε έναν κινεζικό παιδικό σταθμό, στο κινεζικό σχολείο, σε γραφεία για λογιστικές και ταξιδιωτικές υποθέσεις, εστιατόριο και, βέβαια, δεκάδες καταστήματα χονδρικού και λιανικού εμπορίου και αποθήκες. Γύρω από τα κτίριο, και έως την πλατεία Κουμουνδούρου, υπαίθρια αυτοσχέδια μαγαζιά στα πεζοδρόμια αλλά και εκατοντάδες καταστήματα χωροθετούν την «ελληνική» κινεζική γειτονιά.
Η αρχή
Τα πρώτα κινεζικά καταστήματα στην περιοχή εμφανίζονται το 1998, την περίοδο που γίνεται το πρώτο άνοιγμα προς τους μετανάστες και χορηγούνται άδειες παραμονής. Μέχρι εκείνη την στιγμή, οι Κινέζοι στην Ελλάδα δεν ξεπερνούσαν τους 200, θυμάται ο Πέτρο Τσανγκ, ο οποίος βρισκόταν τότε ήδη 28 χρόνια στην Ελλάδα.
Ο Τσανγκ ήρθε για πρώτη φορά στην Αθήνα το ’71 με υποτροφία της UNESCO για να σπουδάσει. Αγάπησε όμως μία Ελληνίδα, παντρεύτηκε και δεν έφυγε ποτέ. Οταν λοιπόν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 άρχισαν να φτάνουν εκατοντάδες Κινέζοι, κυρίως από Ιταλία και Ισπανία, ο Τσανγκ, πλέον πλήρως εγκλιματισμένος, και μιλώντας άπταιστα ελληνικά, ανέλαβε να τους βοηθήσει. Εκανε τα πάντα, από το να τους συμβουλεύει, να τους μεταφράζει και να τους συνοδεύει στις διάφορες υπηρεσίες μέχρι να τους γυρίζει με το αυτοκίνητο στις διάφορες περιοχές της Αθήνας ψάχνοντας την ιδανική τοποθεσία για την China Town – όπως αποκαλούν σε κάθε χώρα που μεταναστεύουν τη γειτονιά όπου δραστηριοποιούνται, ζουν και εργάζονται.
Θυμάται πως η Αγία Παρασκευή, του Ζωγράφου και το Παγκράτι ήταν ψηλά στις επιλογές τους, αλλά τελικά κατέληξαν στην περιοχή του Μεταξουργείου. «Υπήρχαν πάρα πολλά εγκαταλελειμμένα κτίρια και πολύ χαμηλά ενοίκια και, βέβαια, ήταν κοντά στην Ομόνοια…» Κάπως έτσι γεννήθηκε η China Town όπως την ξέρουμε σήμερα: η γειτονιά με εκατοντάδες καταστήματα και υπηρεσίες που πολλές φορές απευθύνονται αποκλειστικά στην κινεζική κοινότητα: σούπερ μάρκετ, φαρμακεία, κομμωτήρια, money transfer, υπαίθρια αγορά κινεζικών λαχανικών – «όσοι δεν μένουν στη γύρω περιοχή μπορεί να διανύσουν και χιλιόμετρα μόνο και μόνο για να εξυπηρετηθούν από κάποιον δικό μας», μας λέει. Ο ακριβής αριθμός των καταστημάτων παραμένει άγνωστος, αφού δεν υπάρχουν πουθενά επίσημα καταγεγραμμένα στοιχεία – πόσο μάλλον οποιαδήποτε εκτίμηση για τους τζίρους τους.
Ομως, η κοινωνιολόγος Ιρις Πολύζου, στο πλαίσιο του διδακτορικού της, μελέτησε την εμπορική παρουσία των Κινέζων στο κέντρο και όπως λέει στην «Κ» μπορεί πανελλαδικά να έχει μειωθεί ο αριθμός των κινεζικών καταστημάτων όπως ισχυρίζεται η κινεζική κοινότητα, αλλά τουλάχιστον στην καρδιά της China Town όχι μόνο δεν έκλεισαν αλλά έχουν ανοίξει και άλλα: Στα οικοδομικά τετράγωνα γύρω από την Αγησιλάου το 2009 η ίδια είχε καταγράψει 71 καταστήματα ενώ πριν από λίγους μήνες βρήκε 92.
Αγοράζουν ακίνητα και εξάγουν κρητικό λάδι
Πέμπτη πρωί και μια παρέα τεσσάρων Κινέζων από το Πεκίνο ετοιμάζεται για μια ξενάγηση… διαφορετική. Μπαίνουν στο –φουλ κλιματιζόμενο– πουλμανάκι και ξεκινούν: Πρώτη στάση, ένα διαμέρισμα προς πώληση στη Γλυφάδα. «Δύο από τις κυρίες είναι μεσίτριες», εξηγεί ο Νίκος Μπάνδας από το κινεζικό ταξιδιωτικό γραφείο που είχε οργανώσει την «ξενάγηση ακινήτων». «Δουλεύουν εδώ και ένα χρόνο με Ελλάδα και ήρθαν να δουν από κοντά τα σπίτια που πουλάνε στους Κινέζους. Υπάρχει μεγάλη ζήτηση». Και πράγματι, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, από τον περασμένο Αύγουστο έχουν ολοκληρωθεί σε όλη την Ελλάδα συνολικά 49 συμβόλαια με Κινέζους ενώ 150 προσύμφωνα αναμένεται να ολοκληρωθούν τους επόμενους μήνες. Τι κρύβεται πίσω από το ξαφνικό ενδιαφέρον των Κινέζων για την ελληνική γη, ίσως αναρωτηθείτε – η απάντηση δεν είναι άλλη από ένα νόμο, που δίνει τη δυνατότητα σε όποιον ξένο αγοράσει ακίνητο αξίας 250.000 ευρώ να πάρει και άδεια διαμονής.
«Για έναν Κινέζο που έχει χρήματα είναι μια καλή επένδυση», εξηγεί ο κ. Μπάνδας, του οποίου η επαγγελματική κάρτα γράφει πλέον «Σύμβουλος-Μεσίτης» και όχι ταξιδιωτικός πράκτορας. «Τους δίνει τη δυνατότητα να ταξιδέψουν σε όλη την Ευρώπη χωρίς τις συνήθεις δυσκολίες και τους περιορισμούς της βίζας. Και, βέβαια, έχουν καταλάβει πως εν μέσω κρίσης μπορούν να βρουν ευκαιρίες».
Και μπορεί οι Κινέζες μεσίτριες από την «ξενάγηση» να έμειναν πολύ ευχαριστημένες από τα σπίτια προς πώληση που είδαν, όμως οι άλλες δύο Κινέζες του γκρουπ που είχαν ήδη αγοράσει από ένα σπίτι στην Πορτογαλία και συμμετείχαν στην ξενάγηση περισσότερο από περιέργεια σε συνδυασμό με διακοπές στα νησιά, δεν έδειξαν να μετανιώνουν για την επιλογή αγοράς που είχαν κάνει. Οπως εξήγησαν στον ξεναγό τους, παρόλο που στην Πορτογαλία έχουν θέσει υψηλότερο όριο στην αξία του ακινήτου (500.000 ευρώ) αυτομάτως παίρνουν και άδεια εργασίας ενώ διατηρούν την άδεια ακόμη και αν πουλήσουν το ακίνητο ύστερα από διάστημα 5 ετών, κάτι που δεν συμβαίνει στην Ελλάδα. Η Πορτογαλία με αυτό τον τρόπο κατάφερε μόλις σε ένα χρόνο εφαρμογής του νόμου να συγκεντρώσει 220 εκατ. ευρώ, ενώ στην Ελλάδα τα συμβόλαια που έχουν ολοκληρωθεί είναι αξίας που δεν ξεπερνά τα 14 εκατ. ευρώ.
«Η Ελλάδα τώρα γίνεται γνωστή ως προορισμός για αγορά ακινήτου και θα “ρεφάρει” έχοντας μικρότερο υποχρεωτικό όριο στην αξία του ακινήτου», πιστεύει ο κ. Μπάνδας. Μέχρι στιγμής τα σπίτια που έχουν πουληθεί μέσω του ταξιδιωτικού του γραφείου σε Κινέζους (17 στο σύνολο) πρόκειται να ενοικιαστούν – υπάρχει βέβαια και ένα ζευγάρι μουσικών που τον Δεκέμβριο αγόρασε ένα λοφτ στο Γκάζι και σκέφτεται σοβαρά να μοιράσει τον χρόνο του μεταξύ Αθήνας και Σαγκάης. «Οπως και να έχει, εμείς τους προσφέρουμε ολοκληρωμένες υπηρεσίες: λογιστική και νομική υποστήριξη αλλά και διαχείριση, αν τελικά αποφασίσουν να το ενοικιάσουν», εξηγεί ο ίδιος.
«Το ίδιο προσπαθούν τώρα να κάνουν σχεδόν όλοι οι Κινέζοι που ασχολούνται με τον τουρισμό, και όχι μόνο – είμαστε πολύ εργατικοί και όσο κλειστοί μπορεί να φαινόμαστε προς τα έξω, τόσο προσαρμοστικοί μπορούμε να γίνουμε σε δύσκολους καιρούς», εξηγεί ο Πέτρο Τσανγκ ο πρώτος Κινέζος μόνιμος κάτοικος Ελλάδας. Ο ίδιος, φερ’ ειπείν, έχει κάνει αμέτρητες διαφορετικές δουλειές τα 44 χρόνια που μένει στη χώρα μας: κινεζικά εστιατόρια, φροντιστήρια, μεταφράσεις, ταξιδιωτικά γραφεία κ.ά. Τελευταία ενασχόλησή του η μεσολάβηση σε συμφωνίες για εξαγωγές ελληνικών προϊόντων – κυρίως λάδι, κρασί και μάρμαρο. «Αλλωστε, μεγάλο μέρος των Κινέζων της Ελλάδας πλέον προσανατολίζεται στην εξαγωγή ελληνικών προϊόντων, που γίνονται ολοένα και πιο δημοφιλή στη χώρα μας», τονίζει ο κ. Τσανγκ.
Ενας από αυτούς και ο Ρόμπιν Γουάνγκ –ο αρχισυντάκτης της κινεζικής εφημερίδας–, ο οποίος ήδη από το 2011 και εν μέσω κρίσης είχε αρχίσει να εξετάζει τις εναλλακτικές που είχε. Μαζί με τον κολλητό του που δούλευε ως ξεναγός αποφάσισαν να εξαγάγουν λάδι στην Κίνα. Συνεργάστηκαν με Ελληνες από την Κρήτη και μέσα σε λίγους μήνες κατάφεραν να στείλουν στη Σαγκάη το πρώτο κοντέινερ. «Δεν ήταν εύκολο ακόμα και για εμάς που είμαστε Κινέζοι. Θέλει πολλά ταξίδια μπρος-πίσω, επαφές, με υπομονή όμως τα καταφέραμε», λέει και μου δείχνει με περηφάνια ένα κόκκινο υφασμάτινο κουτί με χρυσά κινεζικά γράμματα, που μέσα έχει δύο μπουκάλια λάδι. «Θα τα δώσω στον Κινέζο υπουργό Εμπορίου –μου λέει– θα είναι παρών όταν θα υπογράφουμε τη μεγάλη συμφωνία με τους Ελληνες συνεταίρους μας στο πλαίσιο της πρωθυπουργικής επίσκεψης». Μόλις τρεις ημέρες νωρίτερα και έπειτα από 2 μήνες αναμονής, η κινεζική πρεσβεία τον είχε ενημερώσει πως είχε επιλεγεί από μια μακρά λίστα για την εν λόγω τελετή «υπογραφών» στο Ζάππειο. Στη δική του περίπτωση, μια συμφωνία – business plan, σύμφωνα με την οποία μέχρι το 2024 θα έχουν εξαγάγει λάδι αξίας 10 εκατ. ευρώ.
Για μία φωτογραφία με τον πρωθυπουργό
Λίγο πριν επιβιβαστεί στο αεροπλάνο για να επιστρέψει στο Πεκίνο, ο πρωθυπουργός της Κίνας έκανε μια γρήγορη στάση σε ξενοδοχείο του αεροδρομίου για μια «κλειστή» συνάντηση. Εκεί τον περίμεναν περίπου 100 μέλη της κινεζικής κοινότητας: εργαζόμενοι της πρεσβείας και των κρατικών επιχειρήσεων, Κινέζοι φοιτητές που παρακολουθούν μαθήματα σε ελληνικά πανεπιστήμια και εκπρόσωποι των 10 κινεζικών συνδέσμων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. «Εγινε μάχη σε κάθε σύνδεσμο για το ποια μέλη θα παρευρεθούν», ομολογεί ο Πέτρο Τσανγκ ως πρόεδρος του συνδέσμου Κινέζων επαγγελματιών τουρισμού. «Για εμάς είναι εμπειρία ζωής να δούμε τον πρωθυπουργό μας και να φωτογραφηθούμε μαζί του. Είναι όπως ήταν για τους προγόνους μας το να συναντήσουν τον αυτοκράτορα». Οι «τυχεροί» καλεσμένοι ήταν εκεί δύο ώρες νωρίτερα. «Επρεπε να κάνουμε πρόβες για το πώς θα στοιχηθούμε όταν μπει στην αίθουσα», εξηγεί ο Τσανγκ.
Οταν η στιγμή έφτασε λίγο μετά τις 17.30, μέσα σε λίγα λεπτά οι καλεσμένοι σχημάτισαν ένα τετράγωνο γύρω του και αυτός στάθηκε στη μέση και τους απηύθυνε τον λόγο: τους ευχαρίστησε για τη σκληρή δουλειά και την καλή παρουσία που έχουν στην Ελλάδα και τους μίλησε για την επιτυχημένη επίσκεψη που μόλις ολοκληρωνόταν και όλα τα ελληνοκινεζικά σχέδια που με τον χρόνο θα ωφελήσουν και τους ίδιους. Ακόμη, προέτρεψε τους 26 Κινέζους φοιτητές, όταν γυρίσουν στην πατρίδα, να γίνουν πρεσβευτές της ελληνοκινεζικής φιλίας.
Στο τέλος της εκδήλωσης και για περίπου μία ώρα οι διαπιστευμένοι φωτογράφοι έβγαλαν εκατοντάδες ομαδικές φωτογραφίες, οι οποίες έχουν γίνει ανάρπαστες. Μόνο ο Πέτρο Τσανγκ για 11 φωτογραφίες πλήρωσε 220 ευρώ. «Αξίζει τον κόπο. Θα τις βλέπουν τα εγγόνια μου και τα παιδιά τους και θα είναι περήφανα».
Ρεπορτάζ: MAΡΙΑΝΝΑ ΚΑΚΑΟΥΝΑΚΗ,
Φωτογραφίες: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΑΡΔΟΠΟΥΛΟΣ
Γράφημα: ΑΤΕΛΙΕ ΤΗΣ «Κ»