ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΔΙΔΑΧΘΕΙ Η ΕΛΛΑΔΑ;
Αυτό που μάθαμε από την έκθεση Pearson – Economist Intelligence Unit είναι ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι το ασθενέστερο στην Ευρώπη και ένα από τα πιο αδύναμα από τα 38 κράτη (με το Χονγκ Κονγκ 39) που αξιολογήθηκαν. Ομως η έκθεση Ρearson – Economist δεν καταδεικνύει μόνο αδυναμίες. Αν επικεντρωθεί κανείς στις πρώτες θέσεις της λίστας, στις χώρες της ανατολικής Ασίας και την Φινλανδία, μπορεί να εξαγάγει πολύτιμα συμπεράσματα, ικανά να αποτελέσουν χρήσιμη πυξίδα για ένα πιο ευοίωνο μέλλον στην εκπαίδευση στη χώρα μας.
Ας το πάρουμε απ’ την αρχή: Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα σημειώνει χαμηλές επιδόσεις στις δεξιότητες των μαθηματικών, των Φυσικών Επιστημών και της Κατανόησης Κειμένου στο τεστ PISA και ούτε καν συμμετέχει στα άλλα δύο βασικά εργαλεία της μέτρησης, δηλαδή στα αμερικάνικα τεστ TIMSS (αξιολογεί τις επιδόσεις στα μαθηματικά και τα θετικής κατεύθυνσης μαθήματα στην 4η Δημοτικού και την Β’ Γυμνασίου) και PIRLS (αξιολογεί σε γενικές γραμμές τις γνωστικές δεξιότητες στην γλώσσα). Το γεγονός της μη συμμετοχής στις δύο αυτές αξιολογήσεις είναι από μόνο του επιβαρυντικό για την αξιολόγησή της ελληνικής εκπαίδευσης, στην τελική αποτίμηση της οποίας, η έρευνα Pearson – Economist προσμέτρησε, τελικά, παρεμφερείς παράγοντες.
Άρα, το πρώτο συμπέρασμα που θα μπορούσε αβίαστα να εξαχθεί για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα –πριν από το εάν είναι καλό ή κακό- είναι πως παραμένει αποξενωμένο από κάποια διεθνή πρότυπα αξιολόγησης με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην (αυτο)διάγνωση και επίλυση των προβλημάτων του. Και εάν δεν ξέρεις το πρόβλημα, αποκλείεται να το λύσεις.
Πέραν των τριών αυτών τεστ, η έκθεση λαμβάνει υπόψη της οικονομικά στοιχεία (δαπάνες για την Παιδεία ως ποσοστό του ΑΕΠ, ανά μαθητή κλπ) και ποιοτικά/ποσοτικά στατιστικά (ώρες διδασκαλίας, μαθητές ανά διδάσκοντα κλπ) αντλημένα κυρίως από τη βάση δεδομένων του ΟΟΣΑ.
Σημείωση: Ακόμη και σε αυτή τη βάση δεδομένων τα ελληνικά στατιστικά συχνά απουσιάζουν, καμιά φορά με συχνότητα τριτοκοσμικής χώρας. Θυμίζουμε ότι η Ελλάδα είναι ιδρυτικό μέλος του ΟΟΣΑ από το 1961 αλλά παραμένει, μακράν της δεύτερης, η χώρα με τα λιγότερα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία σε κάθε πεδίο έρευνας.
Βαριά, κόκκινη γραμμή
Τα συμπεράσματα της έκθεσης δείχνουν συντριπτική υπεροχή της Ασίας έναντι της Ευρώπης: Νότιος Κορέα, Ιαπωνία, Σιγκαπούρη, Χονγκ, Κονγκ (Κίνα) κατέλαβαν τις πρώτες θέσεις, αφήνοντας 5ους τους παραδοσιακά πρώτους Φινλανδούς (που διαβάζοντας, παρακάτω, το εκπαιδευτικό τους σύστημα μόνο μελαγχολία θα σας πιάσει κάνοντας συγκρίσεις με το δικό μας).
Αν υπάρχει μια βαριά κόκκινη γραμμή που χωρίζει τις δύο ηπείρους ως προς τα εκπαιδευτικά τους συστήματα σ΄αυτή είναι μάλλον χαραγμένη η λέξη «γονείς». Οι γονείς στις ευρωπαϊκές χώρες φαίνεται να αρκούνται στην κάπως μοιρολατρική αντίληψη του έξυπνου παιδιού που παίρνει τα γράμματα ή του παιδιού που δεν τα καταφέρνει.
Γεννιέσαι ή γίνεσαι καλός μαθητής;
Ακόμη και στη Βρετανία, το δεύτερο καλύτερο ευρωπαϊκό σύστημα, σύμφωνα με την έρευνα, οι γονείς τείνουν να θεωρούν ότι ο καλός μαθητής γεννιέται καλός. Μεγάλος αριθμός οικογενειών στη Βρετανία δεν πιστεύει ότι η σκληρή δουλειά από μόνη της μπορεί να φέρει καλούς βαθμούς, η έρευνα του Pearson διαπιστώνει ότι οι υψηλές επιδόσες είναι συνάρτηση της συμβολής των «υποστηρικτικών γονέων» και των τοπικών κοινωνιών με «κουλτούρα που ευνοεί την εκπαίδευση».
Ο γονέας – τίγρης και ο πολιτισμός της ευθύνης
Σύμφωνα με τον σερ Μάικλ Μπάρμπερ, διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας που διεξήγαγε την έρευνα, οι προσδοκίες για καλές επιδόσεις είναι «πολύ υψηλές» στις χώρες της ανατολικής Ασίας όπου οι γονείς αναγκάζουν τα παιδιά τους να περνούν πολλές ώρες μέχρι και αργά το βράδυ διαβάζοντας τα μαθήματά τους, σε «έντονη αντίθεση με χώρες όπως η Βρετανία ή οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι γονείς δεν επιδεικνύουν τέτοιες συμπεριφορές καθώς «δεν πιστεύουν ότι η προσπάθεια ανταμείβεται». Και στις δύο αγγλοσαξονικές χώρες, υπερβολικά πολλές μητέρες και πατεράδες πιστεύουν ότι το παιδί τους «είτε είναι έξυπνο, είτε δεν είναι», οπότε ελάχιστα μπορούν να γίνουν προκειμένου αυτά να ανέβουν επίπεδο, προσθέτει ο διευθύνων σύμβουλος.
Επιπλέον, στις χώρες της ανατολικής Ασίας είναι μια ιδιαίτερη «κουλτούρα ευθύνης» που, σύμφωνα με τους αναλυτές, κάνει καθηγητές και γονείς να αναλαμβάνουν τον δικό τους ιδιαίτερο ρόλο στην εκπαίδευση των παιδιών. «Είναι προφανές ότι οι γονεϊκές προσδοκίες έχουν αντίκτυπο στις επιδόσεις και το κίνητρο των μαθητών», λέει ο Μπάρμπερ. Η πίστη ότι η προσπάθεια ανταμείβεται είναι έντονη στις χώρες αυτές. Γι΄αυτό άλλωστε οι κινέζοι γονείς ξοδεύουν 13% του οικογενειακού εισοδήματος στην εκπαίδευση –το τρίτο μεγαλύτερο έξοδό τους μετά τη στέγαση και το φαγητό.
«Η πίεση από τους γονείς στους μαθητές σε συγκεκριμένα ασιατικά συστήματα προκειμένου να επιτύχουν στο σχολείο και να περνούν πολλές ώρες στο σπίτι διαβάζοντας είναι πολύ μεγάλη, κάποιοι θα μπορούσαν να πουν υπερβολικά μεγάλη», προσθέτει ο ίδιος.
Κι όλα αυτά τη στιγμή που στις δυτικές χώρες γνωρίζει όλο και μεγαλύτερη άνθιση η τάση του «Tiger Parenting», -όρος εμπνευσμένος από το βιβλίο της συγγραφέα και καθηγήτριας στη νομική σχολή του Γέιλ Έιμι Τσούα «Μητέρα Τίγρης»- σύμφωνα με την οποία μητέρες γεμίζουν τον «ελεύθερο χρόνο» των παιδιών τους με διάβασμα και ενισχυτική διδασκαλία, πιέζοντάς τα για καλύτερες επιδόσεις. Σύμφωνα με το «εγχειρίδιο» αυτού του τύπου ανατροφής τα παιδιά απαγορεύονται να παρακολουθούν τηλεόραση, να μελετούν λιγότερο από τρεις ώρες την ημέρα και να παίρνουν οποιονδήποτε βαθμό λιγότερο από άριστα στο σχολείο!
Αν και έχει προκαλέσει πολλές αντιδράσεις, καθώς πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η στρατιωτική πειθαρχία δεν μπορεί να αποτελεί τη λύση για καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο, λίγοι διαφωνούν με την ανάγκη «αλλαγής κουλτούρας» σε πολλές δυτικές χώρες προκειμένου οι γονείς να παίξουν ανάλογα προεξέχοντα ρόλο στην εκπαίδευση των παιδιών τους. Πάνω σε αυτό οι Φινλανδοί γονείς κάτι έχουν να πουν.
Η «προσωπική ευθύνη» ο καλύτερος μαθητής της Φινλανδίας
Μπορεί να «έπεσε» 4 θέσεις σε σχέση με την προηγούμενη αξιολόγηση, που την έφερνε στην πρώτη θέση παγκοσμίως, ωστόσο η Φινλανδία εξακολουθεί να έχει ένα από τα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο και το πρώτο στην Ευρώπη. Χάρη στην σταθερή πρόοδο όσον αφορά στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, οι μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης καταφέρνουν να επιτύχουν υψηλές βαθμολογίες στα τεστ PISA. Η διαφορά μεταξύ των υψηλότερων και των χαμηλότερων επιδόσεων στα σχολεία είναι πολύ μικρή, ενώ μικρή είναι και η διακύμανση μεταξύ διαφόρων σχολείων αλλά και μεταξύ μαθητών με διαφορετικό οικογενειακό υπόβαθρο.
Ένας από τους λόγους για την επιτυχία της Φινλανδίας είναι ο βαθμός προσωπικής ευθύνης τόσο των δασκάλων όσο και των μαθητών. Στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 η διαχείριση του σχολικού συστήματος της Φινλανδίας αποκεντρώθηκε και οι παραδοσιακές ακαδημαϊκές δομές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αντικαταστάθηκαν από περισσότερο ευέλικτες δομές, δίνοντας στους μαθητές περισσότερες επιλογές στη μελέτη τους.
Ετσι:
- Οι εκπαιδευτικοί είχαν την ελευθερία να σχεδιάσουν το πρόγραμμα σπουδών και να επιλέξουν αυτοί τα εγχειρίδια.
- Τα σχολεία στη Φινλανδία είναι το κέντρο της κοινότητας. Παρέχουν καθημερινά ένα ζεστό γεύμα σε κάθε μαθητή, υγειονομικές και οδοντιατρικές υπηρεσίες, ψυχολογική υποστήριξη και ένα ευρύ φάσμα άλλων υπηρεσιών για τους μαθητές και τις οικογένειές τους. Είναι, ως επί το πλείστον, μικρά σε μέγεθος, με ελάχιστα έξοδα διοικητικής λειτουργίας (χωρίς δεκάδες διοικητικούς ανευθυνουπεύθυνους…) ενώ χρηματοδοτούνται από τους δημοτικούς προϋπολογισμούς. Οι διευθυντές αναλαμβάνουν μέρος της διδασκαλίας ακόμη και στα μεγάλα σχολεία.
- Οι εκπαιδευτικοί έχουν την προσωπική και επαγγελματική υποχρέωση να βοηθούν τους μαθητές για την επιτυχία τους και τους αξιολογούν σε συνεχή βάση. Οι μαθητές εργάζονται σε ομάδες επάνω σε διάφορα θέματα χωρίς να ακολουθούν αυστηρές γραμμές και κατά προτίμηση όχι σε παραδοσιακά θέματα.
- Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του φινλανδικού συστήματος είναι ο «ειδικός δάσκαλος». Πρόκειται για έναν ειδικά εκπαιδευμένο δάσκαλο που έχει ανατεθεί σε κάθε σχολείο και ο ρόλος του είναι να συνεργάζεται με τους δασκάλους για τον εντοπισμό των παιδιών που χρειάζονται επιπλέον βοήθεια και στη συνέχεια να εργάζεται ατομικά ή σε μικρές ομάδες με αυτούς τους μαθητές προκειμένου να τους παράσχει την υποστήριξη που χρειάζονται για να συμβαδίσουν με τους συμμαθητές τους.
Βασικά στοιχεία
- Η κοινωνία της Φινλανδίας είναι σχετικά ομοιογενής. Από τον πληθυσμό των 5,3 εκατομμυρίων κατοίκων, μόνο το 3,8% έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι στο 12,9%. Η Φινλανδία δαπανά 5,9% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της για την εκπαίδευση, ελαφρώς πάνω από το μέσο όσο του ΟΟΣΑ που είναι 5,2%.
- Η Φινλανδία προσλαμβάνει τους δασκάλους της από το 10% των κορυφαίων αποφοίτων της. Όλοι οι εκπαιδευτικοί, από την πρωτοβάθμια μέχρι το ανώτερο δευτεροβάθμιο επίπεδο, πρέπει να έχουν πτυχίο Master.
- Οι Φινλανδοί εκπαιδευτικοί δαπανούν 592 ώρες διδασκαλίας ανά έτος στη τάξη, πολύ λιγότερο (!) από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ που είναι 703 ώρες. Αυτό όμως τους δίδει περισσότερο χρόνο για την υποστήριξη μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες.
Αποτελέσματα:
Η Φινλανδία βρέθηκε στην κορυφή των τεστ PISA το 2000 και έκτοτε εμφανίζεται σταθερή μεταξύ των κορυφαίων. Το 2009, ο αριθμός των Φινλανδών μαθητών που έφτασαν στο υψηλότερο επίπεδο των επιδόσεων στον τομέα της επιστήμης ήταν τρεις φορές άνω του μέσου όρου του ΟΟΣΑ.
- Οι μαθητές λυκείου σχεδιάζουν τα δικά τους ατομικά προγράμματα εκμάθησης μέσα σε μια γενικότερη ευέλικτη όμως δομή.
- Το 2008, αποφοίτησε από την ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση της Φινλανδίας το 93%, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ κυμαίνεται στο 80%.
- Το 2008, πάνω από το 40% των Φινλανδών μεταξύ 20-29 ενεγράφη στο πανεπιστήμιο, πολύ πάνω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ (25%).
Το κορεατικό θαύμα της εκπαίδευσης: Ο ρόλος των γονέων και η κουλτούρα της ευθύνης
Η χρήση των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ICT – Information Communication Technology) είναι ο κύριος «υπεύθυνος» για το γεγονός ότι το ήδη επιτυχημένο εκπαιδευτικό σύστημα στην ασιατική αυτή χώρα έχει γίνει ακόμη καλύτερο τα τελευταία χρόνια
Το τελευταίο ήμισυ του αιώνα, η Κορέα έχει μετατραπεί από αναπτυσσόμενο έθνος σε ηγετική βιομηχανική οικονομία, χάρη, σε μεγάλο βαθμό, στην επιτυχία του εκπαιδευτικού της συστήματος. Στην άκρως ανταγωνιστική κοινωνία της Κορέας, οι οικογένειες δίνουν μεγάλη σημασία στον τομέα της εκπαίδευσης και οι μαθητές δείχνουν μεγάλη αφοσίωση στη μάθηση. Ο δυναμικός ιδιωτικός τομέας έρχεται να συμπληρώσει τη δημόσια εκπαίδευση με ταχύτατη ανταπόκριση στις ατομικές ανάγκες των μαθητών.
Οι κυβερνητικές πολιτικές στηρίζουν την εκπαίδευση ξοδεύοντας πολλά και σωστά. Αφού μετέτρεψε τη στοιχειώδη εκπαίδευση σε υποχρεωτική στη δεκαετία του ’50, η κυβέρνηση της Κορέας έλαβε μέτρα για να διευρύνει τις εκπαιδευτικές ευκαιρίες για τους μαθητές της μέσης και ανώτερης εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του ’60 και ’70, δίνοντας τη δυνατότητα σε περισσότερους μαθητές να επωφεληθούν από την ποιότητα της δημόσιας εκπαίδευσης.
Στη δεκαετία του ’90, οι κορεατικές αρχές έσπευσαν να αναγνωρίσουν τη δυναμική των ICT στην εκπαίδευση, με την έναρξη ενός στρατηγικού σχεδίου για την ανάπτυξη των σχετικών υποδομών παρέχοντας έναν υπολογιστή ανά μαθητή και πρόσβαση στο ίντερνετ σε όλες τις αίθουσες διδασκαλίας. Μεταγενέστερες στρατηγικές έθεσαν ως στόχο τη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης παρέχοντας ανοιχτή πρόσβαση στο περιεχόμενο και επιμορφώνοντας τους εκπαιδευτικούς για την ενσωμάτωση των τεχνολογιών στη διδασκαλία.
Ένας σημαντικός στόχος των διαδοχικών διοικήσεων ήταν η μείωση των ανισοτήτων στην πρόσβαση στην εκπαίδευση και οι νέες τεχνολογίες φαίνεται πως ήταν το κλειδί για την επίτευξη αυτού του στόχου. Το 2005, η κυβέρνηση εγκαινίασε το εκπαιδευτικό σύστημα Cyber Home, δίνοντας στους μαθητές πρόσβαση από το σπίτι στην ψηφιακή διδασκαλία. Το 2011, με βάση τα πιλοτικά σχέδια που ξεκίνησαν το 2007, η κυβέρνηση ανακοίνωσε μία στρατηγική 2,4 δισεκατομμυρίων για την ψηφιοποίηση ολόκληρου του σχολικού προγράμματος της χώρας μέχρι το 2015.
Στον πυρήνα αυτού του φιλόδοξου σχεδίου, που ονομάστηκε «Έξυπνη Εκπαίδευση» βρίσκεται η εφαρμογή των «ψηφιακών βιβλίων» – διαδραστικών εκδόσεων των παραδοσιακών βιβλίων που μπορούν να ενημερώνονται διαρκώς σε πραγματικό χρόνο. Τα ψηφιακά βιβλία περιέχουν έναν συνδυασμό από βιβλία, βιβλία αναφοράς, εργασίες, λεξικά και περιεχόμενο πολυμέσων, όπως βιντεοκλίπ, κινούμενα σχέδια και προγράμματα εικονικής πραγματικότητας που μπορούν να προσαρμοστούν στις ικανότητες και τα ενδιαφέροντα των μαθητών. Οι μαθητές μπορούν να υπογραμμίσουν τμήματα, να κρατήσουν σημειώσεις και να δημιουργήσουν υπερσυνδέσεις στο διαδικτυακό υλικό.
Εκμεταλλευόμενο τον ισχυρό ψηφιακό τομέα της Κορέας, το έργο περιλαμβάνει την εγκατάσταση ασύρματων δικτύων σε όλα τα σχολεία καθώς και τη δημιουργία ενός ψηφιοποιημένου εκπαιδευτικού συστήματος που μπορεί να «τρέχει» σε υπολογιστές, laptop, tablet και έξυπνες τηλεοράσεις.
Οι μαθητές της Κορέας έχουν ήδη εκτεταμένη εξοικείωση με τις ψηφιακές συσκευές τουλάχιστον σε κοινωνικό και ψυχαγωγικό επίπεδο, ενώ η ικανότητά τους στη χρήση ψηφιακού υλικού αποδεικνύεται από τις κορυφαίες επιδόσεις τους στο τεστ PISA το 2009 για την ψηφιακή ανάγνωση. Καθιστώντας την πρόσβαση σε νέους τρόπους εκπαίδευσης δυνατή σε όλους, το πρόγραμμα «Έξυπνη Εκπαίδευση» θα βοηθήσει στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ της εκπαίδευσης των οικογενειών που μπορούν να αντέξουν οικονομικά να πληρώσουν για ιδιαίτερα μαθήματα και εκείνων που δεν μπορούν. Οι πιλοτικές δοκιμές λέγεται ότι έχουν δείξει μετρήσιμες βελτιώσεις στην απόδοση των μαθητών που ανήκουν σε λιγότερο εύπορες οικογένειες αλλά και εκείνων που κατοικούν σε απομακρυσμένες περιοχές.
Υπάρχουν ωστόσο ορισμένοι τομείς αβεβαιότητας. Κάποιοι διαχειριστές εκφράζουν ανησυχίες σχετικά με το κόστος της εγκατάστασης του εξοπλισμού και την ανάγκη για πρόσθετη κατάρτιση των εκπαιδευτικών. Οι εκπαιδευτικοί ανησυχούν για την ικανότητα των μαθητών να συγκεντρωθούν αν επιτραπεί η χρήση των έξυπνων τηλεφώνων και άλλων ψηφιακών συσκευών μέσα στις τάξεις. Οι γονείς εκφράζουν ανησυχίες για τις επιπτώσεις στην υγεία από την μελέτη σε οθόνη υπολογιστή για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Όμως οι εκπαιδευτικές αρχές ισχυρίζονται ότι παρακολουθούν στενά το έργο στην πιλοτική του φάση και πως δεν παρατηρήθηκαν ανεπιθύμητες επιδράσεις. Η χρήση από τους μαθητές των συσκευών νέων τεχνολογιών για ψυχαγωγικούς σκοπούς, τους βοηθά να αναπτύξουν αντιδραστικότητα αλλά και την ικανότητα αντίδρασης χρήσιμα στο ακαδημαϊκό περιβάλλον. Για την άμβλυνση θεμάτων ισότητας, η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί επιδοτήσεις για την αγορά εξοπλισμούς σε λιγότερο ευκατάστατες οικογένειες.
Βασικά στοιχεία:
Η Κορέα έχει σημειώσει αλματώδη τον τελευταίο μισό αιώνα, τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην οικονομία. Στη δεκαετία του ’90, η οικονομία της βρισκόταν στα επίπεδα των αναπτυσσόμενων χωρών της Ασίας και της Αφρικής. Σήμερα, είναι μία από τις 20 μεγαλύτερες του κόσμου, με κατά κεφαλήν ΑΕΠ παρόμοιο με εκείνο της Ιταλίας ή της Ισπανίας, ενώ αποτελεί μία από τις κορυφαίες στον τομέα της εκπαίδευσης.
- Δαπανά περισσότερα για την εκπαίδευση σε αναλογία με το μέγεθος της οικονομίας από τις περισσότερες χώρες. Το 2008, επένδυσε 7,6% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της στον τομέα της εκπαίδευσης – το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, μετά την Ισλανδία και πολύ πάνω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ (5,9%).
- Οι τάξεις στην Κορέα είναι μεγαλύτερες σε σχέση με τις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ. Το 2009, οι τάξεις του δημοτικού σχολείου κατά μέσο όρο είχαν πάνω από 28 μαθητές, λιγότερους από 36 που είχε το 2000, αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται αρκετά πάνω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ, με 21 μαθητές. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ο αριθμός κυμαίνεται στο 35, σε σύγκριση με το μέσο όρο του ΟΟΣΑ, που είναι κάτω από 24.
- Τα παιδιά στην Κορέα περνούν λιγότερο χρόνο στο σχολείο από ό,τι τα παιδιά σε άλλες χώρες του ΟΟΣΑ. Ωστόσο, ένας μεγάλος αριθμός δέχεται ιδιαίτερα μαθήματα μετά το σχολείο, συχνά μέχρι αργά το βράδυ. Το 2010, το 72,2% των μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης εκτιμάτε ότι έκανε ιδιαίτερα μαθήματα. Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ο δείκτης έφτανε το 86,8%.
- Οι οικογένειες συνεισφέρουν σε ένα πολύ μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών για την εκπαίδευση από ότι στις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ. Το 2008, το 19% των δαπανών εκπαίδευσης στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση επιβάρυνε τις οικογένειες, έναντι μέσου όρου του ΟΟΣΑ το 7%. Σε επίπεδο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα ιδιωτικά κεφάλαια κάλυπταν σχεδόν το 78% των δαπανών για την εκπαίδευση, έναντι μέσου όρου του ΟΟΣΑ το 31%.
- Οι δάσκαλοι αμείβονται πολύ καλά. Το 2009, ένας δάσκαλος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με 15 χρόνια εμπειρίας κέρδιζε το 195% του κατά κεφαλήν ετήσιου ΑΕΠ της Κορέας, σε σύγκριση με το 124% κατά μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Επίσης, διδάσκουν λιγότερες ώρες σε σχέση με τις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ ενώ περνούν περισσότερο χρόνο σε δραστηριότητες όπως η προετοιμασία για τη διδασκαλία αλλά και σε διοικητικές εργασίες.
Αποτελέσματα:
Η Κορέα βρίσκεται στην κορυφή μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ στα τεστ PISA το 2009, με 539 βαθμούς, ενώ είναι στην κορυφή στα μαθηματικά με 546 βαθμούς. Κατέχει την τρίτη θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, μετά τη Φινλανδία και την Ιαπωνία στις επιστήμες, με 538 βαθμούς ενώ βρίσκεται πρώτη στις ψηφιακές δεξιότητες ανάγνωσης, με 569 βαθμούς.
Ενώ οι περισσότερες από τις χώρες που βελτίωσαν τη μέση βαθμολογία στην ανάγνωση μεταξύ του 200 και του 2009, το έκαναν χάρη στην αύξηση του μέσου όρου των μαθητών με χαμηλές επιδόσεις, η Κορέα το έκανε με την αύξηση του μέσου όρου των κορυφαίων μαθητών της.
Παρά το γεγονός ότι σχεδόν το 90% των μαθητών που πήραν μέρος στην έρευνα στην Κορέα το 2009, δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν υπολογιστή στο σχολείο, οι περισσότεροι εξ αυτών χρησιμοποιούν τους υπολογιστές στο σπίτι τους. Λιγότεροι από το 20% των μαθητών ανέφεραν πως χρησιμοποιούν laptop στο σχολείο, σε σύγκριση με το 70% στη Νορβηγία και τη Δανία.