Επενδύσεις, ιδιωτικοποιήσεις, δάνεια, φτώχεια, ανεργία, διαφθορά, νέα ήθη, απουσία προοπτικών, εθνικισμός: ανησυχητικές ομοιότητες και παραλληλίεςΓράφει ηΜάγια Στογιάνοβα για το online περιοδικό “Χρόνος”
Βρίσκομαι στην Ελλάδα από το 1991. Μόλις είχα τελειώσει στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας Μαθηματικά και Πληροφορική. Οι καιροί ήταν ιδιαίτερα πολιτικοποιημένοι. Ο έρωτάς μου, παρά τη θετική εκπαίδευση, ήταν η δημοσιογραφία. Η επιθυμία μου ήταν να γίνω πολιτικός αναλυτής.
Πολιτικές επιστήμες εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν και σαν μοναχοπαίδι (ναι μεν θέλοντας να απογαλακτιστεί αλλά και να μην είναι μακριά από τη μαμά και τον μπαμπά) βρέθηκα στην Αθήνα. Κοντά αλλά και τόσο μακριά! Τότε!
Άφησα τους γονείς μου στη Σόφια, ανωτάτης εκπαίδευσης, με μηνιαίο μισθό, ο οποίος το ’96 έφτασε στα 10-12 δολάρια περίπου. Εγώ, μόνη μου στην Ελλάδα, εργαζόμουν, στα μαύρα, πότε σε βιοτεχνία ρούχων, πότε ως μπέιμπι σίτερ και σε άλλες εργασίες με αλλοδαπό ανασφάλιστο εργατικό δυναμικό, και παράλληλα σπούδαζα. Τα κατάφερνα μια χαρά. Τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου: το αμερικάνικο όνειρο στην Ελλάδα.
Από το ’95 ήμουν συνεργάτης οικονομικής εφημερίδας. Παρουσίαζα τις ελληνικές επενδύσεις στα Βαλκάνια με ιδιαίτερο βάρος –προφανώς– στη Βουλγαρία. Και οι επενδύσεις, έτσι όπως τις έβλεπα, δεν ήταν κάτι άλλο παρά αξιοποίηση της φθηνής εργατικής δύναμης και της ελάχιστης αξίας της γης. Εγώ τα ονόμαζα στα άρθρα μου «αξιοποίηση των επενδυτικών ευκαιριών» αλλά η πραγματικότητα ήταν εκμετάλλευση της φθηνής οικονομίας και μιας γενιάς ανθρώπων που δεν είχαν άλλες επιλογές. Σας θυμίζει τίποτε αυτό;
Και οι επενδύσεις προφανώς δεν ήταν μόνο ελληνικές αλλά όλων των Ευρωπαίων επενδυτών, των ιδίων ενδεχομένως που έρχονται τώρα και στην Ελλάδα.
Ύστερα από ένα σύντομο και αμφίβολης αποτελεσματικότητας έτος κυβέρνησης του δεξιού κόμματος (το ’91, της Ένωσης Δημοκρατικών Δυνάμεων), το ’97 το κόμμα αυτό επανέρχεται στην εξουσία, εξαντλώντας τη θητεία του. Τα τρία σημαντικότερα επιτεύγματα της κυβέρνησης, πέρα από την επιστροφή των περιουσιών (ό,τι είχε κρατικοποιηθεί δηλαδή μετά το 1944), ήταν:
– ιδιωτικοποιήσεις,
– μεταρρυθμίσεις του κρατικού τομέα,
– μεγάλο δάνειο από το Δ.Ν.Τ.
Σας θυμίζει τίποτε αυτό;
Δάνειο ή δάνεια έχει πάρει η Βουλγαρία, τι ύψους, με τι επιτόκιο, με πόσα χρόνια αποπληρωμής, δεν μπορώ να σας πω, παρότι έχω ρωτήσει προσφάτως και φίλους μου δημοσιογράφους της Βουλγαρίας και Βούλγαρους καθηγητές. Κανείς δεν θυμάται αλλά ούτε και ενδιαφέρεται.
Εγώ θυμάμαι όμως τον ενθουσιασμό μου όταν έγραφα στα άρθρα αυτής της οικονομικής εφημερίδας για την Νομισματική Επιτροπή (αποτέλεσμα της σύναψης της δανειακής σύμβασης, σας θυμίζει τίποτε αυτό;), η οποία ασκεί έλεγχο στην οικονομική πολιτική της Βουλγαρίας και ως καλοί τεχνοκράτες θα μας περνούσαν από την κρίση πιο γρήγορα και ανώδυνα. Σήμερα, 17 χρόνια μετά τη λήψη του δανείου, η Νομισματική Επιτροπή υπάρχει ακόμη και η Βουλγαρία μέχρι και σήμερα δεν έχει ανεξάρτητη –οικονομική τουλάχιστον– πολιτική. Μέχρι πότε; Δεν ξέρω. Για την ύπαρξη Νομισματικής Επιτροπής σήμερα στη Βουλγαρία δεν μιλάει κανείς. Ενδεχομένως μετά από κάποια περίοδο το παίρνεις ως δεδομένο και μετά το ξεχνάς. Για την ύπαρξή της πρέπει να ομολογήσω ότι είχα ξεχάσει και εγώ. Μέχρι το ελληνικό 2008.
Τέλος της δεκαετίας του ’90 με αρχές του 2000: η πολιτική κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί, δημοσιονομική σταθερότητα, πολλές κρατικές επιχειρήσεις είτε έχουν ιδιωτικοποιηθεί είτε έχουν κλείσει. Οι νέοι ιδιοκτήτες, ως επί το πλείστον, είναι πάντα κοντά στην εξουσία: κρατική και τοπική. Πρώην κομμουνιστές-σοσιαλιστές σε μία νύχτα έγιναν φιλελεύθεροι και εάν κάποιοι δεν έγιναν: στήριζαν τουλάχιστον τις φιλελεύθερες επιλογές του κατ’ όνομα μόνο σοσιαλιστικού κόμματος. Σας θυμίζει τίποτε αυτό;
Η ανεργία από 18% το 2000 μέχρι το 2008 είχε μειωθεί σε 6%, αλλά στις φτωχές περιοχές παρέμενε (και παραμένει) ιδιαίτερα υψηλή. Το φθινόπωρο του 2004 ταξίδευα με ελληνικό τηλεοπτικό συνεργείο στην περιοχή του Κάρτζαλι. Το Κάρτζαλι είναι η βουλγαρική Κομοτηνή. Ταξιδεύοντας από τη Σόφια προς το Κάρτζαλι, σοκαριστική εικόνα: δεκάδες εγκαταλειμμένα κι ερειπωμένα εργοστάσια, μόλις περάσεις το ένα και λες: «Ε, συμβαίνει, το έκλεισαν», έρχεται το επόμενο. Στο Κάρτζαλι υπερισχύει ο μουσουλμανικός πληθυσμός, γεωργική οικονομία (κυρίως οικογενειακή για αυτοσυντήρηση), έλλειψη επενδύσεων, ανεργία, φτώχεια, μισθοί πείνας. Ο Έλληνας επενδυτής, ο οποίος είχε μεταφέρει την επιχείρησή του από τη Βόρεια Ελλάδα στο Κάρτζαλι, είναι αγαπητός σε όλους. Όχι επειδή δίνει υψηλότερους μισθούς. Αλλά επειδή δίνει μισθούς. Σας θυμίζει τίποτε αυτό;
Η Βουλγαρία παράγει πια ελάχιστα. Σύμφωνα με την Eurostat, για το έτος 2013 το κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. της χώρας είναι το 47% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Οι δημοφιλέστερες επιχειρήσεις είναι οι εμπορικές, δηλαδή η γρήγορη επιστροφή επενδύσεων. Ακόμη από την αρχή του 2000 έφερνα από τη Βουλγαρία, για προσωπική μου χρήση, φτηνά –κινέζικης και τουρκικής παραγωγής– αντικείμενα: ηλεκτρικές συσκευές, ρουχισμό. Τα μόνα τότε μαγαζιά στην Αθήνα για φθηνά –κινέζικα κυρίως– προϊόντα ήταν –τι ειρωνεία– στην οδό Σοφοκλέους. Σήμερα, περίπου 15 χρόνια αργότερα, δεν φέρνω πια. Ήρθαν αυτά εδώ.
Όταν διηγούμαι σε φίλους μου ότι πολύ διαδεδομένα, ακόμη και στη Σόφια, είναι τα μαγαζιά με προϊόντα, κυρίως ρουχισμού, από δεύτερο χέρι, με κοιτάζουν με αμφιβολία, καθώς γνωρίζουν τις ωραίες βιτρίνες του κέντρου της πόλης. Το πρώτο (απ’ ό,τι ξέρω προσωπικά τουλάχιστον) μαγαζί στην Αθήνα με τέτοια είδη άνοιξε πέρσι δίπλα μου, στην οδό Λιοσίων. Λέτε να παραμείνει το μόνο;
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, ως όριο της φτώχειας στη Βουλγαρία θεωρείται το μηνιαίο εισόδημα των 107 ευρώ. Στην Ελλάδα είναι τα 550 ευρώ περίπου (τα στοιχεία και των δύο περιπτώσεων είναι κατ’ άτομο και όχι κατά νοικοκυριό).
Οι τιμές των προϊόντων: λίγο χαμηλότερα από τα ελληνικά. Για την ακρίβεια: στη λαϊκή της Σόφιας ξοδεύω τα ίδια, εάν όχι και περισσότερα, απ’ τη λαϊκή της Αθήνας. Ενώ στα σουπερμάρκετ της Σόφιας, περίπου 30% λιγότερα απ’ ό,τι στην Αθήνα. Ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές; Ίδιες τιμές.
Ο κατώτατος μηνιαίος μισθός Βουλγαρίας: 135 ευρώ περίπου. Ελλάδα: βασικός 600 ευρώ περίπου, δηλαδή 4,5 φορές υψηλότερος.
Μέσος μισθός Βουλγαρίας: 400 ευρώ περίπου. Ελλάδα: εσείς ξέρετε καλύτερα…
Η κατώτατη σύνταξη Βουλγαρίας: 75 ευρώ περίπου (Ελλάδα: η βασική: Ι.Κ.Α. 360 ευρώ, 5 φορές περίπου υψηλότερη)
Μέση σύνταξη: 150 ευρώ Βουλγαρία, Ελλάδα: προ φόρων και κρατήσεων: 920 ευρώ. Η πλειονότητα των κυρίων συντάξεων, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας, βρίσκεται μεταξύ 500 και 1.000 ευρώ, δηλαδή σύνταξη Ελλάδας το λιγότερο 3,5 φορές υψηλότερη.
Τα στοιχεία αυτά σημαίνουν ότι στη Βουλγαρία, κάτω από το όριο της φτώχειας ζει το 16% του πληθυσμού της χώρας.
Η ψαλίδα μεταξύ πλουσίων και φτωχών συνέχεια ανοίγει. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, τα εισοδήματα του πλουσιότερου 20% είναι 6,5 φορές υψηλότερα από τα εισοδήματα του φτωχότερου 20%.
Όταν είσαι εξαθλιωμένος και δεν βλέπεις άμεση προοπτική, σε τι θα μπορούσες να ελπίζεις;
Στη φυγή θα απαντούσε κανείς. Εκτιμάται ότι από το 1989 έως σήμερα 2 εκατομμύρια Βούλγαροι έχουν μεταναστεύσει. Σας θυμίζει τίποτε αυτό; Τα τελευταία 10 χρόνια, παρά τη σχετική σταθερότητα (πολιτική και οικονομική), δεν εντοπίζεται κάποια επιστροφή μεταναστών, παρά τις διάφορες πρωτοβουλίες δημόσιων φορέων με στόχο την προσέλκυση μορφωμένων νέων Βούλγαρων ευρισκόμενων στο εξωτερικό.
Εάν δεν φύγεις, σε τι θα μπορούσες να ελπίζεις για να επιβιώσεις;
Στην υπερηφάνεια του έθνους και στη συνωμοσία των ξένων μήπως; Το πρώτο (ακροδεξιό) εθνικιστικό (και κατά δήλωση κιόλας) κόμμα ιδρύεται στη Βουλγαρία το 2005 και αμέσως κερδίζει στη Βουλή 21 έδρες από σύνολο 240, δηλαδή σχεδόν το 9% των εδρών. Το κόμμα αυτό κερδίζει σταθερά τέτοιο ποσοστό στη Βουλή μέχρι και σήμερα, έχοντας υπόψη ότι εν τω μεταξύ ιδρύθηκαν και άλλα εθνικιστικά κόμματα, στα οποία οι ψήφοι διασπείρονται. Προσφάτως, πριν από μερικούς μήνες, μαζί με τη μαζική είσοδο Σύρων μέσω Τουρκίας, ιδρύθηκε και το πρώτο ναζιστικό κόμμα. Σας θυμίζει τίποτε αυτό;
Ας σημειωθεί, από άποψη σημειολογίας ότι η λέξη εθνικιστής/εθνικισμός στη Βουλγαρία δεν έχει πια σχεδόν καθόλου αρνητική φόρτιση. Θεωρείται σαν ισοδύναμο του πατριώτης/πατριωτισμός.
Εάν δεν μεταναστεύσεις και εάν δεν είσαι «υπερήφανος πατριώτης» θα μπορούσες να ελπίζεις βέβαια και στην εξέγερση. Στο τέλος Ιανουαρίου πέρσι, αρχικά στη Σόφια και εν συνεχεία σε παραπάνω από 30 πόλεις της χώρας, ο εξαθλιωμένος κόσμος (για πρώτη φορά μετά το 1997) βγήκε στους δρόμους. Η αρχική διαμαρτυρία δεν ήταν εναντίον του πολιτικού καθεστώτος αλλά εναντίον των υψηλών λογαριασμών της ηλεκτρικής ενέργειας. Εν συνεχεία ήρθε η συνειδητοποίηση/ανάμνηση (όπως εγώ είχα ξεχάσει τη Νομισματική Επιτροπή μέχρι το 2008) ότι η παραγωγή και η διανομή ενέργειας είναι εξ ολοκλήρου σε ιδιωτικά χέρια και ότι απουσιάζει ικανός κρατικός μηχανισμός, ο οποίος να ρυθμίζει τη δίψα του ιδιώτη-μονοπώλη για το κέρδος. Κάτω από την πίεση του δρόμου η κυβέρνηση παραιτείται, το κυβερνών –μέχρι προσφάτως– κόμμα ξανακερδίζει τις πρόωρες εκλογές, αλλά δεν καταφέρνει να σχηματίσει κυβέρνηση και παραμένει στην αντιπολίτευση.
Η σοσιαλιστική (κατ’ όνομα) κυβέρνηση προτείνει, και η Βουλή ψηφίζει, για πρόεδρο της Επιτροπής Εθνικής Ασφάλειας (εδώ συμπεριλαμβάνεται η καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος) ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα πρόσωπα της βουλγαρικής πολιτικής και οικονομικής ζωής. Αμέσως ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους και κάτω από την πίεση του δρόμου η Βουλή ακυρώνει την απόφασή της. Από τότε –το καλοκαίρι του 2013– μέχρι και σήμερα, στη Σόφια τουλάχιστον– κάθε βράδυ για μερικές ώρες υπάρχει διαδήλωση μπροστά στη Βουλή για παραίτηση της κυβέρνησης, νέες εκλογές και αλλαγή του πολιτικού συστήματος.
Το εφεύρημα της Βουλγαρίας είναι οι αντιδιαδηλώσεις, διαδηλώσεις εναντίον των διαδηλωτών, δηλαδή (ενδεχομένως) στήριξη της κυβέρνησης.
Και έτσι έναν χρόνο, κάθε μέρα, σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μέτρων – διαδήλωση και αντιδιαδήλωση. Αποτέλεσμα; Τα σκυλιά γαβγίζουν, το καραβάνι συνεχίζει, λέει μια βουλγαρική παροιμία.
Ποιο καραβάνι: αυτό του ζευγαρώματος της πολιτικής-οικονομικής εξουσίας με τη διαφθορά. Τον Νοέμβριο του 2008 για πρώτη φορά στην ιστορία της Ε.Ε., η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ακυρώνει προενταξιακά κονδύλια ύψους 220 εκατομμυρίων ευρώ λόγω προβλημάτων διαφθοράς, ενώ παγώνει άλλα 340 εκατομμύρια ευρώ. Από τότε πέρασε μια δεύτερη κυβέρνηση, σήμερα είναι τρίτη κατά σειρά, εξαπολύθηκε μεγάλη μάχη εναντίον του οργανωμένου εγκλήματος, συλλήψεις, ρεπορτάζ… Αποτέλεσμα: ούτε μία καταδίκη (σας θυμίζει τίποτε αυτό;), ενώ ο ένας από τους φερόμενους αρχηγούς του οργανωμένου εγκλήματος ήταν υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας κατά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές. Ελπίζω αυτό να ΜΗ σας θυμίζει τίποτε… στο μέλλον! Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, η Βουλγαρία παραμένει μία από τις πιο διεφθαρμένες 28 χώρες της Ε.Ε. με ιδιαίτερη αναφορά στο δικαστικό σύστημα.
Και τελευταίο προσωπικό παράδειγμα: φιλική μου οικογένεια, συμφοιτητές μου από το Πανεπιστήμιο της Σόφιας, δηλαδή ανώτατης εκπαίδευσης. Σήμερα εκείνη είναι υπάλληλος στο Πρωτοδικείο της Σόφιας, εκείνος μηχανικός με ιδιωτική επιχείρηση, με κόρες 17 και 20 ετών, μαθήτρια στην τελευταία τάξη της μέσης εκπαίδευσης και φοιτήτρια στο 2ο έτος σε κρατικό πανεπιστήμιο. Οικογενειακό εισόδημα: 10 φορές υψηλότερο από τα όρια της φτώχειας – 1.000 ευρώ τον μήνα περίπου. Για εξυπηρέτηση στεγαστικού δανείου (καινούριο διαμέρισμα 100 τετραγωνικών περίπου, σε όχι ιδιαίτερα ακριβή περιοχή της Σόφιας) πηγαίνει το 1/4 περίπου του εισοδήματος. Για τα δίδακτρα των παιδιών (ακόμη και στα κρατικά πανεπιστήμια υπάρχουν δίδακτρα) και γενικώς έξοδα σε σχέση με τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών: άλλο ένα 1/4 του οικογενειακού εισοδήματος. Το υπόλοιπο μισό πάει σε τρόφιμα, θέρμανση, ρεύμα, τηλέφωνο, διαδίκτυο, συγκοινωνίες. Εάν συμβεί κάτι έκτακτο, αναβάλλουν την πληρωμή κάποιου λογαριασμού. Σας θυμίζει πλέον κάτι αυτό;
Συμμετείχαν στις διαδηλώσεις που ξεκίνησαν το καλοκαίρι πέρσι εναντίον της παρούσας κυβέρνησης, όταν ευγενικά στο δικαστήριο τους συμβούλεψαν ότι είναι δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου δεν θα ήταν καλό κάμερες και φωτογράφοι να τους εντοπίσουν κάπου. Το ίδιο συνέβη και σε άλλη φίλη μου, υπάλληλο του Υπουργείου Πολιτισμού. Σ’ εμένα τουλάχιστον, που είμαι δημόσιος υπάλληλος στην Ελλάδα, αυτό δεν μου θυμίζει ακόμη τίποτε εδώ.
Άλλη τέτοια οικογένεια, άνω του μέσου επιπέδου συνταξιούχοι, θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι οι γονείς μου: ανώτατης εκπαίδευσης με προϋπηρεσία 42 και 38 ετών, με σύνταξη ο καθένας 2 φορές μεγαλύτερης της κατώτατης, δηλαδή 150 ευρώ περίπου, Αυτό σημαίνει 300 ευρώ οικογενειακό εισόδημα. Δεν έχουν κανένα δάνειο, μένουν σε ιδιόκτητο σπίτι. Με τιμές πρώτης ανάγκης ελληνικές ή λίγο χαμηλότερες, υπολογίστε εσείς ποιες ανάγκες ηλικιωμένων μπορεί να εξυπηρετήσει οικογενειακό εισόδημα των 300 ευρώ. Η ηλικιωμένη οικογένεια της Βουλγαρίας ενδεχομένως να μη σας θυμίζει κάτι εδώ… ακόμη.
Βάσει όλων αυτών των σκέψεών μου αναρωτιέμαι: γίναμε όντως Βουλγαρία;
Τείνω να απαντήσω: όχι… ακόμη. Αλλά βρισκόμαστε… σε καλό δρόμο!