Επί τάπητος θα τεθούν στις αλλαγές τα λεγόμενα «βουλευτικά προνόμια», όπως το αφορολόγητο, τα επιδόματα γραφείου και δαπανών κίνησης, η μεγάλη ατέλεια στις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις και η κάλυψη αεροπορικών εισιτηρίων
Εγγραφο με το οποίο προτείνει συγκεκριμένα πεδία αλλαγών στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας στην πολιτική σκηνή, έχει επιδώσει στην κυβέρνηση η τρόικα στο πλαίσιο της τρέχουσας διαπραγμάτευσης.
Η τρόικα αποφεύγει να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα, αλλά ως βασικοί άξονες των προτεινόμενων αλλαγών καταγράφονται, σύμφωνα με πληροφορίες, οι εξής:
• Διαμόρφωση νέου νομοθετικού πλαισίου για τη χρηματοδότηση των κομμάτων και υποψηφίων βουλευτών. Το υφιστάμενο σύστημα έχει αποδειχθεί παντελώς ανεπαρκές στον έλεγχο του λεγόμενου «μαύρου χρήματος», ενώ έχει επιτρέψει τον υπερδανεισμό των κομμάτων με τον τελικό λογαριασμό να επιβαρύνει τους φορολογούμενους.
• Θέσπιση κώδικα δεοντολογίας για υπουργούς και βουλευτές.
• Καθιέρωση ασυμβίβαστων για τους κρατικούς αξιωματούχους σε σχέση με επαγγελματικές και οικονομικές δραστηριότητες. Τώρα, είναι δυνατή η άσκηση «αφανούς» οικονομικής δραστηριότητας μέσω συνεργατών ή συγγενικών προσώπων, με αποτέλεσμα να δημιουργείται το έδαφος για σύγκρουση συμφερόντων των κρατικών αξιωματούχων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
• Νέες ρυθμίσεις για την ενίσχυση της διαφάνειας στις δημόσιες συμβάσεις και προμήθειες.
Το έγγραφο έχει παραληφθεί από το Μέγαρο Μαξίμου προκειμένου να αξιολογηθεί, καθώς περιλαμβάνεται στο υπό διαμόρφωση «μνημόνιο κατανόησης» για την εκταμίευση της επόμενης δόσης. Ομως, ούτως ή άλλως, ο πρωθυπουργός, Αντ. Σαμαράς, και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευ. Βενιζέλος, έχουν συμφωνήσει ότι, στο πλαίσιο της συζήτησης για την αναθεώρηση του Συντάγματος που θα δρομολογηθεί περί το Πάσχα και σε κάθε περίπτωση πριν από τις ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου, θα πρέπει να ανακοινώσουν δέσμη μέτρων που θα ενισχύουν, κατά το δυνατόν, την κλονισμένη αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος. Εξάλλου, ένα από τα βασικά όπλα του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπαράθεση με τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ είναι τα κρούσματα αδιαφάνειας και διαφθοράς κατά το κυβερνητικό τους παρελθόν, ενώ η απαξίωση συνολικά του πολιτικού κόσμου συνιστά εύφορο έδαφος για τη δημιουργία νέων κομμάτων, που «απειλούν» να αναδιατάξουν το υφιστάμενο σκηνικό, όπως το «Ποτάμι».
Μεταξύ των νομοθετικών πρωτοβουλιών που εξετάζουν οι δύο κυβερνητικοί εταίροι, είναι να θεσπιστούν όρια όχι στα έσοδα, αλλά στις πάσης φύσεως δαπάνες των κομμάτων, τόσο για τη λειτουργία τους, όσο και κατά τις προεκλογικές περιόδους. Το σκεπτικό για τη συγκεκριμένη αλλαγή είναι πως ο έλεγχος των εξόδων από ανεξάρτητη αρχή είναι σαφώς ευκολότερος απ’ ό,τι των εσόδων. Στο ίδιο πλαίσιο, επί τάπητος θα τεθούν και τα λεγόμενα «βουλευτικά προνόμια», όπως το αφορολόγητο στη βουλευτική αποζημίωση, τα επιδόματα γραφείου και δαπανών κίνησης, η μεγάλη ατέλεια στις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις και η κάλυψη αεροπορικών εισιτηρίων. Ρυθμίσεις θα υπάρξουν και για τον έλεγχο του «πόθεν έσχες» των βουλευτών -αλλά και κρατικών αξιωματούχων- που θα ανατεθεί σε ειδικό σώμα δικαστών.
Επίσης, κατά τη συνταγματική αναθεώρηση προεξοφλείται ότι θα δρομολογηθούν αλλαγές στον νόμο περί ευθύνης υπουργών, αλλά και στο καθεστώς ασυλίας των βουλευτών. Σε σχέση με τους βουλευτές η ασυλία θα περιορίζεται αποκλειστικά σε θέματα που άπτονται της άσκησης των καθηκόντων τους, ώστε να μην είναι δυνατόν να «καλύπτονται» μέσω ψηφοφοριών στη Βουλή, τα αποτελέσματα των οποίων σχετίζονται με τους αριθμητικούς συσχετισμούς εντός Κοινοβουλίου και συχνά υπαγορεύονται από «συντεχνιακή λογική». Αναφορικά με τις ποινικές ευθύνες υπουργών, η κυβερνητική πρόταση θα έχει στόχο να καταργηθεί η υφιστάμενη έννοια της παραγραφής, ώστε οι όποιοι παραβάτες να είναι υπόλογοι έναντι της Δικαιοσύνης εφ’ όρου ζωής. Τέλος, σε σχέση με τη διαδικασία παραπομπής υπουργών στο Ειδικό Δικαστήριο, εξετάζεται η απεμπλοκή των βουλευτών απ’ όλο το στάδιο της δικαστικής διαδικασίας. Βουλευτές θα μετέχουν μόνο σε εξεταστικές επιτροπές, ενώ το επόμενο στάδιο, δηλαδή της προκαταρκτικής επιτροπής, που θα εισηγείται την παραπομπή ή μη ενός πολιτικού προσώπου, θα το αναλαμβάνουν δικαστικοί λειτουργοί.