Ποιοι κινδυνεύουν να χάσουν τα σπίτια τους – Ποιοι και πόσοι μπήκαν στη ρύθμιση – Τι προβλέπεται για αυτούς, για όσους δεν πρόλαβαν την προθεσμία και για όσους κατέφυγαν στο νόμο Κατσέλη
Εληξε την Παρασκευή η προθεσμία για την υποβολή αίτησης αναστολής πλειστηριασμού στις Τράπεζες με τους πολίτες που ανταποκρίθηκαν να ανέρχονται τελικώς σε περίπου 16.000 σύμφωνα με τα στοιχεία που επικαλέστηκε ο αρμόδιος υπουργός Ανάπτυξης.
Οσοι κατέφυγαν στο νόμο για την αναστολή πλειστηριασμού θα κληθούν για εξονυχιστικό έλεγχο. Οσοι δεν κατέφυγαν θα κληθούν από τις Τράπεζες να ρυθμίσουν τις οφειλές τους
Τώρα ξεκινάει ο γολγοθάς
Όμως, τόσο γι’ αυτούς, όσο και για εκείνους που δεν έκαναν την αίτηση, προτιμώντας είτε να προσφύγουν κατευθείαν στον νόμο Κατσέλη είτε να περιμένουν μια πρόταση ρύθμισης από τις Τράπεζες, ο γολγοθάς τώρα ξεκινάει.
Πρακτικά, έχουμε τρεις μεγάλες κατηγορίες δανειοληπτών που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους. Ιδού και το τι τους περιμένει ανάλογα με την κατηγορία στην οποία ανήκουν:
Πρώτη κατηγορία: Οι (περίπου) 16.000 που έκαναν αίτηση για αναστολή του πλειστηριασμού.
Με την υποβολή της αίτησης, η προστασία της κύριας κατοικίας από τον πλειστηριασμό δεν είναι αυτονόητη.
Όπως αναφέρουν και οι σχετικές οδηγίες που έχει δώσει η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, «ο δανειστής κατά τη διάρκεια απαγόρευσης του πλειστηριασμού δύναται να καλέσει τον οφειλέτη να προσκομίσει, εντός ενός (1) μήνα:
- αντίγραφα τίτλων ιδιοκτησίας για ακίνητα που έχουν αποκτηθεί μετά την 01/01/2007 και φύλλο υπολογισμού αξίας ακινήτου για ακίνητα που έχουν αποκτηθεί πριν την 01/012007
- βεβαίωση συγκριτικών στοιχείων της αρμόδιας φορολογικής αρχής με αναφορά επί του ποσού του ακινήτου για ακίνητα εκτός του αντικειμενικού προσδιορισμού,
- αντίγραφο τελευταίων δηλώσεων Ε1 και Ε9
- αποδεικτικό έγγραφο βεβαίας χρονολογίας με νωρίτερη ημερομηνία την 20η Νοεμβρίου 2013 σχετικά με το ύψος των καταθέσεων και των κινητών αξιών,
- βεβαίωση ή κάρτα ανεργίας και
- πιστοποιητικό αναπηρίας.
Πέρα από τη συγκέντρωση όλων αυτών των δικαιολογητικών, κατά τη διάρκεια αναστολής πλειστηριασμού οι δανειολήπτης που ζήτησε αναστολή πλειστηριασμού, οφείλει να καταβάλλει μηνιαία δόση ανάλογα με την πραγματική οικονομική του κατάσταση.
Μισθωτοί, συνταξιούχοι ελεύθεροι επαγγελματίες με εξαρτημένη σχέση εργασίας και άνεργοι οφείλουν να πληρώνουν το 10% του μηνιαίου καθαρού εισοδήματός τους, αν το συνολικό εισόδημά τους δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ και 20% για το τμήμα του ετήσιου εισοδήματος άνω των 20.000 ευρώ. Όποιος σταματήσει να πληρώνει, απλώς χάνει τη δυνατότητα αναστολής του πλειστηριασμού
Δεύτερη κατηγορία: Αυτοί που δεν έκαναν καμία ενέργεια παρά το γεγονός ότι τους είχε επιδοθεί επιταγή προς εκτέλεση.
Γι’ αυτούς θεωρητικά και πρακτικά, υπάρχει κίνδυνος να βρεθούν αντιμέτωποι με τον πλειστηριασμό καθώς δεν υπάρχει προστασία ούτε καν για την κύρια κατοικία. Η νομική διαδικασία για να βγει ένα σπίτι στο σφυρί είναι αρκετά χρονοβόρα και ο δανειολήπτης μπορεί να αμυνθεί (ή τουλάχιστον να επιτύχει αναβολές) ακόμη και αν η τράπεζα ξεκινήσει τη διαδικασία. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η διαδικασία κοστίζει πάρα πολύ ακριβά με αποτέλεσμα κάθε φορά που κερδίζει μια παράταση χρόνου, το συνολικό του χρέος να μεγαλώνει.
Ο κίνδυνος δεν είναι άμεσος για όσους δεν κατέθεσαν μέχρι την Παρασκευή αίτηση για αναστολή του πλειστηριασμού
Οσοι δεν κατέθεσαν μέχρι την προηγούμενη Παρασκευή αίτηση για αναστολή του πλειστηριασμού, αλλά ακόμη δεν τους έχει επιδοθεί επιταγή προς εκτέλεση, δεν διατρέχουν άμεσο κίνδυνο. Από τη στιγμή που θα γίνει η επίδοση, έχουν δύο μήνες στη διάθεσή τους για να καταθέσουν αίτηση αναστολής του πλειστηριασμού.
Τρίτη κατηγορία: Είναι αυτοί που έχουν υπαχθεί στον νόμο Κατσέλη. Και σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ανέρχονται σε τουλάχιστον 90.000 καθώς ειδικά μετά τη ψήφιση του νόμου για την αναστολή του πλειστηριασμού, παρατηρήθηκε μαζικό «κύμα» προσφυγών.
Θεωρητικά, όλοι αυτοί περιμένουν να εκδικαστεί η υπόθεσή τους ύστερα από χρόνια καταβάλλοντας ένα ποσό της τάξεως του 10% της τελευταίας δόσης.
Είναι πολύ πιθανό –ύστερα από αλλαγή του σχετικού νόμου- ότι θα τους ζητηθεί να κινήσουν τη διαδικασία από την αρχή προκειμένου αυτή τη φορά να περάσουν και από το στάδιο της διαμεσολάβησης. Κι αυτό συνεπάγεται σε κάθε περίπτωση πρόσθετα έξοδα για αμοιβές δικηγόρων κ.ά.