Συνεχίζεται η κρίση στη “Χαλυβουργική” με στελέχη της επιχείρησης να ανακοινώνουν πρόγραμμα διαθεσιμότητας. Είχαν προηγηθεί απολύσεις και περικοπές
Την εφαρμογή του μέτρου της διαθεσιμότητας στο σύνολο του προσωπικού της παραγωγής (200 άτομα) σε σύνολο 263 εργαζομένων από τις 17 Φεβρουαρίου 2014 έως τις 31 Μαρτίου 2014, ανακοίνωσε η διοίκηση της Χαλυβουργικής ΑΕ στην Ελευσίνα.
Διατηρεί σε απασχόληση μόνο την εμπορία σιδήρου και την φύλαξη των εγκαταστάσεων. Ας σημειωθεί ότι για το διάστημα αυτό η εταιρεία θα συνεχίσει να πληρώνει το 50% του μισθού των διαθέσιμων, ενώ το υπόλοιπο θα συμπληρώνεται από τον ΟΑΕΔ.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της, η εταιρεία, αδυνατώντας να αντιπαρέλθει του δύσκολου οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα, του αυξημένου ενεργειακού κόστους και της πτώσης στη ζήτηση προϊόντων χάλυβα στην εγχώρια αγορά, θέτει σε διαθεσιμότητα έξι εβδομάδων τους εργαζομένους της.
Όπως τονίζει η επιχείρηση, μετά από έξι χρόνια συνεχούς κρίσης, η Χαλυβουργική θέτει σε διαθεσιμότητα τους εργαζομένους της, έχοντας ως στόχο τη βιωσιμότητα και τη διατήρηση της λειτουργία της, κάτι που φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολο λόγω του αυξημένου ενεργειακού κόστους, της μειωμένης εξαγωγικής δραστηριότητας και της πτώσης στη ζήτηση προϊόντων χάλυβα.
Οι εργαζόμενοι κατήγγειλαν το μέτρο της διαθεσιμότητας, ζητώντας την παρέμβαση της κυβέρνησης, την οποία χαρακτηρίζει “αδιάφορη”.
Απευθύνουν μάλιστα έκκληση στον υπουργό Εργασίας να αναλάβει τις ευθύνες του και ζητούν συνάντηση μαζί του.
Η ανακοίνωση της “Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου”
”Η Διοίκηση της Χαλυβουργικής Α.Ε. στην Ελευσίνα ανακοίνωσε την εφαρμογή του μέτρου της διαθεσιμότητας στο σύνολο του προσωπικού της παραγωγής (200 άτομα) σε σύνολο 263 εργαζομένων από τις 17/2/2014 έως τις 31/3/2014. Διατηρεί σε απασχόληση μόνο την εμπορία σιδήρου και την φύλαξη των εγκαταστάσεων.
Η εργοδοσία της Χαλυβουργικής, δυστυχώς χρησιμοποιεί και πάλι, όπως και το 2013, ως καύσιμη ύλη την κινητήρια δύναμη της παραγωγής, τους εργαζόμενους χαλυβουργούς, ασκώντας, όπως δήλωσε εκπρόσωπός της, πίεση στην Κυβέρνηση για επίλυση του σοβαρού προβλήματος που αφορά το κόστος της ενέργειας.
Για άλλη μια φορά οι εργοδότες Βιομήχανοι επιχειρούν, με λαθεμένες και σπασμωδικές κινήσεις που καταγγέλλουμε, να μετακυλήσουν στους βιομηχανικούς εργάτες τις συνέπειες της κρίσης και την αδιαφορία της άτολμης κυβέρνησης να εφαρμόσει ότι δηλ. νομοθετεί, συγκεκριμένα το Ν.4231/1-11-2013 (σχετικά με τη διακοψιμότητα).
Καλούμε την Κυβέρνηση να παρέμβει άμεσα και να εφαρμόσει τους νόμους που η ίδια, πριν τρεις μήνες, ψήφισε. Καλούμε τον υπουργό Εργασίας να αναλάβει τις ευθύνες του. ΄Εως σήμερα ,αδιαφορεί προκλητικά, παρά τις εκκλήσεις μας για στήριξη της καταρρέουσας Βιομηχανίας της χώρας, της τρίτης μεγαλύτερης εξαγωγικής βιομηχανικής δραστηριότητας. Ζητούμε άμεση συνάντηση για να παρουσιάσουμε τις θέσεις και τις προτάσεις μας.
Να προκαλέσει επίσης ο Υπουργός, εντός των επόμενων ημερών, τριμερή συνάντηση με εργοδότες, εκπροσώπους εργαζομένων, και του ιδίου, για αποτροπή του εφιαλτικού μέτρου της διαθεσιμότητας. Τέλος, καλούμε την Διοίκηση της Χαλυβουργικής να ανακαλέσει άμεσα τις διαθεσιμότητες και στα πλαίσια της έως σήμερα υπεύθυνης στάσης των εργαζομένων, να επικρατήσει η κοινή λογική και ο διάλογος. Δεν είναι δυνατόν τα θύματα και πάλι να είναι οι εργάτες. Καλούμε τους εργαζόμενους σε ετοιμότητα για αγωνιστικές κινητοποιήσεις, για κάθε νόμιμη – αγωνιστική αντίδραση”.
Η επίσημη ανακοίνωση της Χαλυβουργικής
Η ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ ΑΕ εφαρμόζει πάντα στις σχέσεις με το προσωπικό της διαφανείς διαδικασίες και συνεχή διάλογο, με αποτέλεσμα την κατά το δυνατόν άριστη επικοινωνία και άμεση πληροφόρηση των εργαζομένων για την πορεία της εταιρείας. Στο πλαίσιο αυτό με το παρόν δελτίο τύπου η εταιρεία κοινοποιεί στο ευρύτερο κοινό τα παρακάτω στοιχεία, που έχουν ήδη γίνει αντικείμενο πολύμηνων διαβουλεύσεων με το προσωπικό της και το ΔΣ του Σωματείου Εργατοϋπαλλήλων Χαλυβουργικής ΑΕ.
Από την αρχή της κρίσης, το 2008 μέχρι σήμερα η ζήτηση προϊόντων χάλυβα στην Ελλάδα έχει μειωθεί δραματικά. Συγκεκριμένα από 2.500.000 τόνους ετησίως προ κρίσης, η ζήτηση έχει καταβαραθρωθεί στο επίπεδο των 300.000 τόνων ήτοι οκτώ φορές λιγότερο. Αντίστοιχα μειώνονται η παραγωγή των προϊόντων της εταιρείας, οι πωλήσει και ο τζίρος της ενώ οι ζημιές έχουν αυξηθεί και ανέρχονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα η εξαγωγική δραστηριότητα καθίσταται ολοένα και πιο ζημιογόνος, εξαιτίας πολλών παραγόντων ιδιαίτερα δε λόγω του ενεργειακού κόστους.
Παρά τη δραματική μείωση της κατανάλωσης από το 2008 και τη συσσώρευση έκτοτε μεγάλων ζημιών, η Χαλυβουργική δεν έθιξε στο ελάχιστο το εισόδημα και τις παροχές των εργαζομένων της, κι ήταν η μόνη εταιρία του κλάδου που δεν προέβη σε καμιά απόλυση ή διαθεσιμότητα εργαζομένων. Η εταιρεία εξάντλησε όλα τα οικονομικά της όρια προκειμένου να διατηρήσει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων της στην καλλίτερη κατάσταση στην ελληνική βιομηχανία. Ακόμα και με καταγραφή δεκάδων εκατομμυρίων ζημιών το 2013 ανακοίνωσε κίνητρα και εφήρμοσε πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου δημιουργώντας έτσι κατά το δυνατόν ένα καθόλου ευκαταφρόνητο κοινωνικό δίχτυ για όσους από τους εργαζόμενούς μας αποφάσισαν οικειοθελώς να αποχωρήσουν. Επίσης η εταιρεία προχώρησε σε υπογραφή επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, αντίθετα από το κλίμα της εποχής, που γενικότερα και ειδικά στη βιομηχανία, η συλλογική διαπραγμάτευση δεν αποτελεί πρακτική συνεννόησης μεταξύ διοικήσεων και εργαζομένων.
Το εργοστάσιο της Χαλυβουργικής διαθέτει τεχνολογία αιχμής και χαρακτηρίζεται ως μια από τις πλέον σύγχρονες μονάδες στον κόσμο. Παρά ταύτα και πέραν από την παραπάνω δυσμενέστατη οικονομική συγκυρία, το υψηλό ενεργειακό κόστος (ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο), με το οποίο ως βιομηχανία εντάσεως ενέργειας, επιβαρύνεται η χαλυβουργία στη χώρα μας, ακυρώνει τα παραπάνω πλεονεκτήματα της εταιρείας και την καθιστά κατ’ εξοχήν μη ανταγωνιστική ιδιαίτερα στην αγορά εκτός Ελλάδος, όπου θα μπορούσαμε να απευθυνθούμε με εξαγωγική πολιτική.
Μέσα σε αυτό το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον και εν αναμονή θετικότερων εξελίξεων, η ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ Α.Ε., μετά από έξι χρόνια συνεχούς κρίσης, επέλεξε την εφαρμογή του μέτρου της διαθεσιμότητας, αντί αυτού των απολύσεων, ως το λιγότερο επώδυνο για τους εργαζόμενούς της, έχοντας στόχο τη βιωσιμότητα και διατήρηση της λειτουργίας της εταιρείας.