Σοκαριστικά και ταυτόχρονα αποκαλυπτικά για τις κοινωνικές πληγές που έχει προκαλέσει η κρίση και οι πολιτικές σκληρής λιτότητας είναι τα ευρήματα έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ, που καταγράφει δραματική επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης του πληθυσμού στην πενταετία 2008-2012.
Το 20% των Ελλήνων στερούνται βασικά αγαθά (πχ γεύμα με κρέας ή κοτόπουλο) και υπηρεσίες. Το 26,7% δεν μπορεί να έχει ικανοποιητική θέρμανση. Τρομακτικά είναι δε τα αντίστοιχα ποσοστά όταν εξειδικεύονται στον φτωχό πληθυσμό.
Ενδεικτικό ότι η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στη έκτη χειρότερη θέση στην ΕΕ. Την ξεπερνούν μόνο η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Λετονία, η Ουγγαρία και η Λιθουανία.
Δεδομένου όμως ότι η έρευνα βασίζεται στα εισοδήματα του 2011, μάλλον οι χώρες που βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από την Ελλάδα είναι σήμερα πολύ λιγότερες.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έτους 2013, με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2012, θα ανακοινωθούν τον Σεπτέμβριο του 2014.
Οι βασικές διαπιστώσεις
Η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών δεν αφορά πλέον μόνο των φτωχό πληθυσμό (εισόδημα μικρότερο ή ίσο με το κατώφλι της φτώχειας) αλλά και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού είναι μία εκ των βασικών διαπιστώσεων της δειγματοληπτικής Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών, έτους 2012, (με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2011).
Σημειώνεται ότι ως υστέρηση σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες μετράται η δυσκολία ικανοποίησης βασικών αναγκών, δυσκολία για μία εβδομάδα διακοπών ετησίως, για γεύμα με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι -ή ισοδύναμο για χορτοφάγους- κάθε δεύτερη ημέρα, για επαρκή θέρμανση της κατοικίας, για αγορές διαρκών αγαθών όπως πλυντήριο ρούχων, έγχρωμη ΤV, τηλέφωνο, κινητό τηλέφωνο ή αυτοκίνητο, για αποπληρωμή δανείων ή αγορών με δόσεις, για πληρωμή πάγιων λογαριασμών, κλπ.
- Το ποσοστό του πληθυσμού που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες με αποτέλεσμα να στερείται, τουλάχιστον, τέσσερις (4) από τις εννέα (9), συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης ανέρχεται σε 19,5% το 2012, ενώ το ποσοστό αυτό ήταν 15,2% το 2011, 11,6% το 2010, 11% το 2009 και 11,2% το 2008. Κατά τη διάρκεια των 5 τελευταίων ετών (2008-2012), υπάρχει αύξηση της υλικής στέρησης, τουλάχιστον σε τέσσερις (4) από τις εννέα (9) κατηγορίες των βασικών αγαθών και υπηρεσιών. Η αύξηση αυτή είναι μεγαλύτερη στα άτομα ηλικίας 0-17 ετών και 0-64 ετών, από ότι στα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω.
- Το 50,3% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 2,9%.
- Το 76,3% του φτωχού πληθυσμού και το 30,8% του μη φτωχού δηλώνει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες, ύψους περίπου 540 ευρώ.
- Το ποσοστό του συνολικού πληθυσμού που δηλώνει οικονομική αδυναμία να έχει ικανοποιητική θέρμανση ανέρχεται σε 26,7% το 2012, από 16,4% το 2008, ενώ αντίστοιχα για το φτωχό πληθυσμό είναι 47,6% το 2012, από 33,0% το 2008 και για το μη φτωχό πληθυσμό 20,8% το 2012, από 12,1% το 2008.
- Το 40,3% του πληθυσμού που έχει λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών, δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων.
- Το 51,1% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει δυσκολία στην πληρωμής πάγιων λογαριασμών εγκαίρως, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου, κλπ.
- Το 55,5% του φτωχού πληθυσμού αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά του.
- Το ελάχιστο μέσο καθαρό μηνιαίο εισόδημα για την αντιμετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της χώρας ανέρχεται, κατά δήλωσή τους, σε 1.940 ευρώ. Τα φτωχά νοικοκυριά χρειάζονται 1.677 ευρώ, ενώ τα μη φτωχά νοικοκυριά 2.014 ευρώ.
Το 20,9% των παιδιών στερούνται τα βασικά
Ο πληθυσμός που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες με αποτέλεσμα να στερείται, τουλάχιστον, τέσσερις (4) από τις εννέα (9), συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης είναι:
- 20,9% των παιδιών ηλικίας κάτω των 18 ετών
- 34,7% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 59 ετών που έχει ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση
- 20,7% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 64 ετών
- 8,6% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 59 ετών που έχει ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση
- 14,3% του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών και άνω
- 16,3% γυναίκες ηλικίας 65 ετών και άνω
- 11,8% άνδρες ηλικίας 65 ετών και άνω
Σε ό,τι αφορά το διαχωρισμό μεταξύ νοικοκυριών που ζουν σε ιδιόκτητη κατοικία και όσων νοικιάζουν, προκύπτει ότι τα νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν ελλείψεις βασικών ανέσεων στην κύρια κατοικία κατατάσσονται κατά καθεστώς ιδιοκτησίας ως εξής:
- 3,6% των νοικοκυριών με ιδιόκτητη κατοικία με οικονομικές υποχρεώσεις (δάνειο, υποθήκη, κλπ.)
- 6,3% των νοικοκυριών με ιδιόκτητη κατοικία χωρίς οικονομικές υποχρεώσεις (δάνειο, υποθήκη)
- 9,9% σε ενοικιασμένη κατοικία
- 13,1% σε παραχωρημένη δωρεάν κατοικία